Αποκλείεται κάποιος από όσους είχαμε βρεθεί στο Gagarin 205 το βράδυ της 14ης Οκτωβρίου 2012 να έχει ξεχάσει τη συναυλία της Soap&Skin - κατά κόσμον Anja Plaschg. Όλοι καθήμενοι, με το βλέμμα καρφωμένο στη σκηνή όπου βρισκόταν μόνο ένα κατάμαυρο πιάνο, να παρακολουθούμε την Plaschg να αφήνει τη ψυχή της πάνω του, και στο τέλος νας μας ισοπεδώνει, ερμηνεύοντας μια αδιανόητα ψυχωμένη διασκευή του «The End». Αντίστοιχη φόρτιση περιμένουμε από τη συναυλία της, με πλήρη μπάντα αυτήν τη φορά, στο ΚΠΙΣΝ (24/6) στο πλαίσιο του Summer Nostos, γεγονός που μας έδωσε την ευκαιρία να επικοινωνήσουμε απευθείας με την Αυστριακή τραγουδοποιό.
Εκτίμησα ιδιαίτερα την απόφασή σας πρόσφατα να μην αποδεχτείτε τις υποψηφιότητές σας τα αυστριακά βραβεία Amadeus, αιτιολογώντας μάλιστα τις σκέψεις σας σε μια κατατοπιστική ανακοίνωση. Τι σας οδήγησε όμως σε αυτήν την κίνηση;
Είναι περίεργο γιατί στο παρελθόν δεν αντιλαμβανόμουν τον εαυτό μου ως άτομο που θα έκανε ξεκάθαρες πολιτικές δηλώσεις όντας μουσικός. Ίσως να έφταιγε πως ήμουν νεότερη και περισσότερο αδαής... Επίσης δεν ένιωθα πως τη δημόσια καλλιτεχνική μου ιδιότητα μπορούσε να συνοδεύει η ευθύνη σε σχέση με κάποιες επιλογές μου.
Η αλήθεια είναι πως δε γράφω «πολιτική μουσική», όμως για μένα είναι πλέον πολύ σημαντικό όπου υπάρχει η ανάγκη να παίρνω θέση, και να δείχνω ποια είναι η στάση που κρατάω. Αυτή ήταν μια από αυτές τις στιγμές, και ήταν η πρώτη φορά που έκανα τέτοια δήλωση. Διότι ο άνθρωπος πίσω από τα βραβεία είναι ένας ρατσιστής, ομοφοβικός άντρας, τόσο πετυχημένος στην Αυστρία που όλοι τον ανέχονται. Εγώ δεν μπορούσα να κάνω κάτι τέτοιο.
«Προσπαθώ ακόμα να βρω μια ισορροπία στην καθημερινότητά μου, δεν έχω αφομοιώσει πλήρως τις διακυμάνσεις όσων νιώθω και προσπαθώ να βρω τρόπο να τα ξεπεράσω... Έχουν αλλάξει πολλά στη ζωή μου, γι’ αυτό η ανάγκη να απελευθερωθώ από τα συναισθήματά μου με ωθεί να τα μεταλλάξω σε μουσική».
Έχετε αναρωτηθεί γιατί άλλοι συνάδελφοί σας δεν υιοθετούν τη στάση σας;
Δε μου κάνει εντύπωση γιατί όταν αποφασίζεις να αντιταχθείς ανοιχτά με ένα ισχυρό πρόσωπο, ξοδεύεις τρομερή ενέργεια και ταυτόχρονα ρισκάρεις την επαγγελματική σου πορεία. Επομένως επιλέγουν τον εγωισμό ή και την αδιαφορία για να συνεχίζουν την καριέρα τους.
Εκτός από τις μουσικές δουλειές, έχετε συνεργαστεί με ανθρώπους στο σινεμά και την τηλεόραση, με χαρακτηριστική την περίπτωση της σειράς «Ozark», στης οποίας τους τίτλους τέλους ακούμε το «Italy». Πόσο δεκτική είστε σε τέτοιου είδους προτάσεις;
Στη συγκεκριμένη περίπτωση η πρόταση μού έγινε ενώ βρισκόμουν στη μέση μιας μεταβατικής φάση, μεταξύ των δύο τελευταίων δίσκων, και είπα στον εαυτό μου πως ήταν η ιδανική ευκαιρία να δοκιμάσω νέα πράγματα. Χαίρομαι που δέχθηκα γιατί με δοκιμάσα, σε κάτι έξω από τη ζώνη ασφαλείας μου.
Μεταξύ των δύο τελευταίων δίσκων έχουν μεσολαβήσει πολλά στην προσωπική σας ζωή. Ποιο είναι το καύσιμο που σας ωθεί να επιστρέφετε στο στούντιο και τις περιοδείες;
Προσπαθώ ακόμα να βρω μια ισορροπία στην καθημερινότητά μου, δεν έχω αφομοιώσει πλήρως τις διακυμάνσεις όσων νιώθω και προσπαθώ να βρω τρόπο να τα ξεπεράσω... Έχουν αλλάξει πολλά στη ζωή μου, γι’ αυτό η ανάγκη να απελευθερωθώ από τα συναισθήματά μου με ωθεί να τα μεταλλάξω σε μουσική.
Για αυτό εξάλλου τα τραγούδια σας έχουν ένα προσωπικό έως και εξομολογητικό τόνο. Φαντάζομαι υπάρχουν στιγμές που είναι εξουθενωτικό να τα παίζετε αυτά καθημερινά μπροστά στο κοινό...
Ειδικά στο παρελθόν που έκανα μόνη περιοδείες και ήμουν η μοναδική επί σκηνής, πράγματι, υπήρχαν φορές που «άδειαζα» ψυχολογικά. Ήξερα πως αυτή η κατάσταση δε θα μπορούσε να συνεχιστεί για πολύ ακόμα. Όμως τώρα, για τις ανάγκες του τελευταίου μου δίσκου σχημάτισα μια μπάντα για τις ηχογραφήσεις, την οποία πήρα μαζί μου στο δρόμο. Νιώθω πως τώρα ξεδιπλώνονται τα όνειρα που είχα για το πώς θα ήταν να βρίσκομαι με συμπαίκτες πάνω στη σκηνή. Δε νιώθω πλέον βάσανα όταν παίζω συναυλίες.
Βρήκα ενδιαφέρον πως στη συναυλία σας στην Αθήνα το τελευταίο κομμάτι ήταν το «The End» των The Doors, ενώ το πρόσφατο άλμπουμ σας κλείνει με τη διασκευή του «What A Wonderful World» του Louis Armstrong. Μήπως έτσι κάνετε μια έμμεση δήλωση πως τα πράγματα έχουν αλλάξει προς το καλύτερο για εσάς;
Είχα φτάσει σε ένα σημείο που ήμουν ανίκανη να διαχειριστώ την τρομερή σκοτεινιά που ένιωθα μέσα μου. Είχα ανάγκη να βρω ένα νέο τρόπο ζωής, έναν καινούριο κώδικα επικοινωνίας με τον κόσμο, και ένα μέρος μέσα μου όπου θα υπάρχει θαλπωρή. Επομένως χωρίς να έχω κάνει συνειδητά την επιλογή που λέτε, σίγουρα δηλώνει για μένα την ελπίδα για μια λιγότερο επώδυνη καθημερινότητα.
Το Summer Nostos Festival διοργανώνεται και χρηματοδοτείται αποκλειστικά από το Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος, σε συνεργασία με το Κέντρο Πολιτισμού Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος.