
Εννέα χρόνια μετά το ιδιοσυγκρασιακό "Chevalier", πέρσι, η διακεκριμένη σκηνοθέτρια Αθηνά Ραχήλ Τσαγγάρη επέστρεψε με την πιο τολμηρή και επιβλητική ταινία της καριέρας της. Το αγγλόφωνο "Harvest", το οποίο βασίζεται στο ομώνυμο βραβευμένο βιβλίο του Τζιμ Κρέις, τοποθετείται σε ένα απομονωμένο χωριό με φόντο μια απροσδιόριστη εποχή που θυμίζει τη φεουδαρχική Ευρώπη λίγο πριν τη Βιομηχανική Επανάσταση, όπου ένας άντρας (Κάλεμπ Λάντρι Τζόουνς) βλέπει τον τόπο του να διαγράφεται από το χάρτη εξαιτίας μιας σειράς αιφνίδιων και ραγδαίων εξελίξεων. Συναντήσαμε την Τσαγγάρη, μαζί με την πρωταγωνίστρια Ταλίσα Τεϊσέιρα στο κέντρο της πόλης, για να συζητήσουμε εκτενώς τις πολλαπλές πτυχές ενός ατρόμητου φιλμ στην πρώτη κοινή συνέντευξή τους.

Ποιο ήταν το σημείο εκκίνησης στην κατασκευή της αισθητικής του "Harvest"; Διότι η απόσταση από τα πιο ρεαλιστικά έργα σας είναι, πραγματικά, ιλιγγιώδης.
Αθηνά Ραχήλ Τσαγγάρη: Ήδη από τη φάση της συγγραφής του σεναρίου άρχισα να δουλεύω πάνω στο ύφος της ταινίας κατασκευάζοντας κομμάτι κομμάτι ένα moodboard. Εν προκειμένω, για παράδειγμα, ήταν κομβική η playlist που έφτιαξα ως σημείο αναφοράς για τον κόσμο του "Harvest" [σ.σ.: περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων, μουσική της Laurie Anderson, τον ράπερ Freddie Gibbs και πολυφωνικά της Ηπείρου], την οποία μοιράστηκα με όλους τους συνεργάτες μου ώστε να μπουν στο κλίμα. Αφού ολοκλήρωσα το δεύτερο προσχέδιο, μαζί με την παραγωγό μου Ρεμπέκα Ο’Μπράιεν μπήκαμε σε ένα μικρό αμάξι και αρχίσαμε να αναζητούμε τοποθεσίες για τα γυρίσματα κατά τη διάρκεια της πανδημίας. Είχα ήδη κάνει μια πρόχειρη έρευνα προσπελάζοντας τα Δυτικά Χάιλαντς της Σκωτίας στο Google Maps, έτσι γνώριζα πως η παραγωγή θα ταίριαζε απόλυτα στη συγκεκριμένη περιοχή. Αυτός ο τόπος έχει μια τραχύτητα που με γοήτευσε. Επίσης, με ενέπνευσε ο συμβολισμός που αποπνέει. Ταξιδέψαμε στα δυτικά της Ευρώπης για να γυρίσουμε μια αντισυμβατική ταινία εποχής με όρους νιχιλιστικού γουέστερν και πρωταγωνιστές τους Σκωτσέζους, την ευρωπαϊκή φυλή που μετανάστευσε στις ΗΠΑ και οδήγησε στη δημιουργία των καουμπόηδων και άρα του μύθου της Άγριας Δύσης! Επιπρόσθετα, ένιωσα την ανάγκη να διασκευάσω το μυθιστόρημα του Κρέις σαν να αναπολώ μια θολή ανάμνηση. Γι’ αυτό οι εικόνες μου δεν έχουν απόλυτη ευκρίνεια, υπάρχει πάντα κάτι εντός τους που δεν είναι πλήρως εστιασμένο. Το φιλμ 16mm αποδείχθηκε η ιδανική επιλογή για να πετύχουμε αυτήν τη χειροπιαστή εικαστική ασάφεια.
Αλλά, αν θέλω να ακριβολογώ, τα σημεία εκκίνησης του "Harvest" εντοπίζονται σε δύο προσωπικές εμπειρίες. Από τη μία, οι αναμνήσεις μου από τα γυρίσματα του ντοκιμαντέρ "Palestine Blues" του Νίντα Σίνοκροτ κατά τη διάρκεια της δεύτερης Ιντιφάντα. Από την άλλη, η θέα της γης των προγόνων μου στη Θεσσαλία να αντικαθίσταται από μια εθνική οδό. Κοινή συνισταμένη ανάμεσά τους, η βία, η διαγραφή της μνήμης, ο εγκλωβισμός και η περικύκλωση σε ένα αδιέξοδο πλαίσιο το οποίο παρακολουθείς αμέτοχος να εξελίσσεται εις βάρος σου.
Πράγματι, το σύμπαν του "Harvest" μοιάζει να βρίσκεται σε μια διαρκή αμφισημία. Είναι ταυτόχρονα οικείος και πρωτοφανής, ιστορικά ακριβής και τελείως ξεχωριστός. Έπειτα, η λιτή όσο και αφαιρετική γραφή του σεναρίου μού θύμισε παρόμοιες μεταμοντέρνες αποδόσεις αρχαιότερων κόσμων, όπως στο βιβλίο "Lapvona" (Οτέσα Μοσφέγκ).
Α.Ρ.Τ.: Ακριβώς! Η Μοσφέγκ, κιόλας, τυχαίνει να είναι μία από τις αγαπημένες μου συγγραφείς. Εκείνη, όπως και ο Κρέις, δημιουργούν ένα παλίμψηστο χρόνου όπου παρόν, παρελθόν και μέλλον συνυπάρχουν. Γιατί θίγουν ένα καθολικό βίωμα που επαναλαμβάνεται στα βάθη των αιώνων, την απώλεια γης, ενός κοινού τόπου.
Ταλίσα Τεϊσέιρα: Να προσθέσω πως κάτι ακόμα που προσδίδει διαχρονικότητα στο αφήγημα του Κρέις είναι ο αρμονικός τρόπος με τον οποίο τοποθετεί δίπλα δίπλα ανθρώπους διαφορετικών εθνοτικών καταβολών. Απορρίπτεται, έτσι, η τάση να αποσαφηνίζεται η καταγωγή, να υπάρχει μια μονοκόμματη ανάγνωση της ανθρώπινης γενεαλογίας. Είναι κάτι που εκτίμησα και ως ηθοποιός, διότι συνήθως σε αυτήν τη δουλειά, όταν προσλαμβάνεσαι για ένα ρόλο, σε επιλέγουν επειδή εκπροσωπείς κάτι. Εδώ δεν συνέβη αυτό. Σε καμία στιγμή δεν ένιωσα πως πρέπει να ανταποκριθώ σε έναν συγκεκριμένο ανθρωπότυπο και μπόρεσα να σμιλέψω μια ολόδική μου εκδοχή της ηρωίδας που κλήθηκα να ενσαρκώσω.

Ο χαρακτήρας σας, παρεμπιπτόντως, η Μπέλνταμ μοιάζει με αλλόκοσμο στοιχειό. Την ίδια ώρα που αυτό το υπερβατικό ον στοιχειώνει τους χωριανούς, αυτοί κινδυνεύουν από την επέλαση μιας νέας τεχνολογίας. Υπό αυτό το πρίσμα, δεν είναι δύσκολο να γίνουν συνδέσεις με το σήμερα.
Α.Ρ.Τ.: Στη συνθήκη που περιγράφεις συμπυκνώνονται μερικές από τις κεντρικές θεματικές του φιλμ, όπως ο φόβος απέναντι στο καινούργιο, η ανημπόρια να αντισταθείς σε σαρωτικές αλλαγές και το αίσθημα της συνενοχής. Αρκεί να σκεφτούμε λίγο πώς αντιδρούμε μπροστά σε όλα όσα συμβαίνουν γύρω μας. Εξαντλούμε την απείθεια και τη δυσφορία μας στα social media, αλλά αδυνατούμε να βρούμε ικανοποιητικές λύσεις στα υπαρξιακά προβλήματα που αντιμετωπίζουμε.
Τ.Τ.: Στο μυαλό μου οι διαμαρτυρίες μέσω κοινωνικών δικτύων, παρότι χρήσιμες ως ένα βαθμό, συχνά μοιάζουν με ψηφιακές προσευχές. Κάνεις ένα story και ελπίζεις πως κάτι θα αλλάξει από μόνο του.
Αλήθεια, υπήρξαν αλλαγές στο σενάριο σε σχέση με το μυθιστόρημα του Κρέις;
Α.Ρ.Τ: Μία από τις πιο ριζικές αφορά την Μπέλνταμ, καθώς στο βιβλίο δεν προσδιορίζεται η προέλευσή της, περιγράφεται απλώς ως μελαχρινή. Όμως, είχα εξαρχής στο μυαλό μου την Ταλίσα για το ρόλο, η οποία έχει μεγαλώσει μεταξύ Αγγλίας και Βραζιλίας. Με αυτόν τον τρόπο μπορέσαμε να αναδείξουμε ακόμα πιο έντονα τη σημασία της ετερότητας και να επισημάνουμε τις πολύπλοκες φορτίσεις που επιδέχεται το σώμα ενός Άλλου που δεν αντιστοιχεί σε λευκά/ξανθά χαρακτηριστικά.
Τ.Τ.: Ας μην ξεχνάμε, ακόμη, τη βία που αντιμετωπίζουν οι άνθρωποι που δεν ανταποκρίνονται στα δυτικά πρότυπα ομορφιάς. Αυτά που βιώνει η Μπέλνταμ, μια γυναίκα που την εκλαμβάνουν ταυτόχρονα ως φόβητρο και ως κάτι εξωτικό, είναι φαινόμενα που συναντάμε δυστυχώς ακόμα και τώρα.

Το "Harvest" συνδυάζει την ελευθερία ενός ντοκιμαντερίστικου ρεαλισμού με τη λεπτοδουλειά μιας παραγωγής όπου καθετί είναι προσδιορισμένο και ελεγχόμενο μέχρι κεραίας. Πόσο αυστηρά ήταν τα πράγματα κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων;
Α.Ρ.Τ.: Η πιο εντατική εργασία έγινε με κάθε συνεργάτη ξεχωριστά στην προετοιμασία και στις πρόβες. Όταν πια βρεθήκαμε άπαντες στη Σκωτία, είχαν όλα αποσαφηνιστεί και μπορέσαμε να επιτρέψουμε στους εαυτούς μας να δοκιμάσουμε ιδέες, να κάνουμε καινούριες προτάσεις και να αναπτύξουμε την ταινία με έναν εν μέρει απρόβλεπτο τρόπο. Ας πούμε, το πρόγραμμά μας περιελάμβανε καθημερινά δεκάωρα γυρίσματα με διάλειμμα για φαγητό, φυσικά, όμως το μεταξύ δε διακόπταμε καθόλου. Παράλληλα, συνεργαστήκαμε στενά με τους κατοίκους της περιοχής οι οποίοι συμμετείχαν είτε ως ηθοποιοί είτε ως κομπάρσοι. Ωστόσο, δε γνώριζαν εκ των προτέρων το σενάριο. Κάθε πρωί τους συγκέντρωνα και τους περιέγραφα τις δράσεις των σκηνών χωρίς εξαντλητικές λεπτομέρειες, ούτως ώστε όταν θα έγραφε η κάμερα να καταγράψουμε τις αυθεντικές αντιδράσεις τους. Το αποτέλεσμα μας εξέπληξε θετικά ξεπερνώντας κάθε προσδοκία μας.
Δε θα μπορούσα να μη σας ρωτήσω σχετικά με τη μουσική. Το σάουντρακ είναι ένα από τα καλύτερα που έχω ακούσει τελευταία.
Α.Ρ.Τ.: Το εκτιμώ ειλικρινά που το λες αυτό. Αφενός γιατί θεωρώ τη μουσική ως το πιο απαιτητικό σκέλος στη δημιουργία μιας ταινίας, αφετέρου διότι στη συγκεκριμένη περίπτωση δυσκολευτήκαμε εξαιρετικά να καταλήξουμε σε ένα score. Ο λόγος ήταν καθαρά πρακτικός, είχαμε συμφωνήσει με μια σπουδαία μουσικό να συνθέσει το σάουντρακ, όμως όταν έφτασε η ώρα να συνεργαστούμε έπρεπε να δώσει μια σειρά συναυλιών στην Ευρώπη, έτσι δεν ήταν πλέον διαθέσιμη. Για να καταλάβεις για πόσο τελευταία στιγμή μιλάμε, πλησιάζε η παγκόσμια πρεμιέρα στο Φεστιβάλ Βενετίας κι εμείς ακόμα δεν είχαμε τίποτα. Λέω τότε στον Κέιλεμπ και τον Ίαν Χάσετ, το βοηθό μου, πως θα πρέπει να γράψουμε τη μουσική εμείς. Άρχισαν να αυτοσχεδιάζουν στο ιδιωτικό στούντιο του Κέιλεμπ στο Λος Άντζελες και το υλικό που έβγαινε μας ενθουσίασε. Βοήθησε αφάνταστα πως οι δυο τους είχαν ζήσει εκ των έσω το "Harvest", άρα ένιωθαν πηγαία τι θα του ταίριαζε καλύτερα. Στη συνέχεια, με τη μεσολάβηση του ηχολήπτη μας Νικολά Μπεκέρ και τη συνδρομή του παραγωγού Lexx, ταξιδέψαμε στο Λονδίνο όπου ολοκληρώσαμε το σάουντρακ μέσα σε τέσσερις μέρες.
Περισσότερες πληροφορίες
Harvest
Με φόντο μια απροσδιόριστη χρονικά εποχή, η οποία θυμίζει κάτι ανάμεσα στον Μεσαίωνα και τη Βιομηχανική Επανάσταση, ένας παράδοξος άντρας βλέπει την απομονωμένη βουκολική κοινότητά του να διαγράφεται από το χάρτη κατά τη διάρκεια επτά παραισθησιογόνων ημερών.