
Και έσονται οι δύο εις σάρκαν μίαν. Στην πρώτη μεγάλου μήκους ταινία του, ο Αυστραλός Μάικλ Σανκς αποφασίζει να πάρει κυριολεκτικά τη γαμήλια ευαγγελική ρήση και, αποτίνοντας φόρο κινηματογραφικής τιμής στον Ντέιβιντ Κρόνενμπεργκ, να εξερευνήσει την έννοια της αλληλεξάρτησης στο σύγχρονο ζευγάρι. Διαλέγει λοιπόν ως "πειραματόζωά" του τον Τιμ και τη Μίλι, δυο τριαντάρηδες με μακροχρόνια σχέση, οι οποίοι έχουν μόλις μετακομίσει στην εξοχή. Αυτή δασκάλα κι εκείνος μουσικός, ο οποίος προσπαθεί διακαώς να επανέλθει στο προσκήνιο. Αισθάνεται πως η αλλαγή περιβάλλοντος τον απομακρύνει από τους επαγγελματικούς στόχους του, κάτι το οποίο έχει αρχίσει να επηρεάζει τη σχέση τους (οι δυο τους έχουν να κάνουν έρωτα μήνες).
Αποφασισμένοι λοιπόν να κάνουν μια νέα αρχή και να δώσουν ευκαιρίες ο ένας στον άλλον, Μίλι και Τιμ προσπαθούν να προσαρμοστούν στα νέα δεδομένα, όπως το φυσικό περιβάλλον. Θέλοντας να το εξερευνήσουν, ξεκινούν μια πρωινή πεζοπορία, αλλά μετά από μια καταιγίδα καταλήγουν σε μια κρυφή, υπόγεια σπηλιά, για την οποία η αρχή της ταινίας μας έχει προϊδεάσει ιδιαιτέρως ανησυχητικά. Και, πράγματι, αφού περάσουν εκεί τη νύχτα και ξυπνήσουν… κολλημένοι μεταξύ τους στις γάμπες, γυρίζοντας σπίτι ο Τιμ θα αρχίσει να παρατηρεί ανεξήγητες αλλαγές στη συμπεριφορά του, οι οποίες γίνονται ολοένα και πιο ανεξέλεγκτες.

Η διάθεση του Σανκς να σχολιάσει φαινομενικά χιουμοριστικά, μα στην ουσία διεξοδικά το φόβο δέσμευσης σε μια ολοένα και εντονότερα εγωιστική πραγματικότητα είναι προφανής, επιτακτική και σχεδόν αυτοκαταστροφική. Διότι, σε αντίθεση με τον έμμεσο τρόπο (από ανύπαρκτο και προσχηματικό έως αφελή και σπανίως υποδόριο) με τον οποίο οι περισσότερες ταινίες είδους διατυπώνουν το κοινωνικό τους σχόλιο, το "Μαζί" ιδροκοπάει για να μας πείσει πως, εκτός από ταινία τρόμου –και εναλλακτική ρομαντική κομεντί–, είναι και μια διατριβή πάνω στα αδιέξοδα των ερωτικών σχέσεων, τον ανταγωνισμό των δύο φύλων, αλλά και τις έννοιες της εμπιστοσύνης και της δέσμευσης. Κι ενώ ο Σανκς χειρίζεται τρόμο και χιούμορ με πικάντικη πρωτοτυπία, η σοβαροφάνειά του (μέχρι και ο Πλάτωνας επιστρατεύεται) δημιουργεί μια διηγηματική ανισορροπία η οποία υπονομεύει την τόλμη του να φτάσει μέχρι το γκροτέσκο.
Τελικά Ντέιβιντ Κρόνενμπεργκ ή "The Substance"; Ο ταλαντούχος Αυστραλός σκηνοθέτης είναι σαφώς κομψότερος από την Κοραλί Φαρζά, αλλά έχει πολύ περισσότερα προβλήματα ως σεναριογράφος (ο χαρακτήρας του γείτονα-συναδέλφου της Μίλι αιωρείται στο κενό και η κατάληξη του χαμένου ζευγαριού είναι απλώς… εξωφρενική), ενώ προδίδεται από την πρωταγωνιστική επιλογή του ανεπαρκέστατου Ντέιβ Φράνκο. Αμφιβόλου νοήματος είναι και η κατάληξη του όλου "δράματος", καθώς μοιάζει αντιφατική με όλα όσα προηγήθηκαν.
Αυστραλία, ΗΠΑ. 2025. Διάρκεια: 102΄. Διανομή: THE FILM GROUP.
Περισσότερες πληροφορίες
Μαζί
Αναζητώντας μια νέα αρχή, ο Τιμ και η Μίλι μετακομίζουν στην εξοχή. Σε μια πεζοπορία τους αναγκάζονται να καταφύγουν σε μια μυστηριώδη σπηλιά. Από το επόμενο πρωί, όμως, αρχίζουν να γίνονται μάρτυρες ανεξήγητων γεγονότων, με τον Τιμ να αισθάνεται ότι δεν μπορεί να ελέγξει τη συμπεριφορά του.