
Με αφορμή την πρεμιέρα του "Φοινικικού Σχεδίου", της νέας ταινίας του Γουές Άντερσον, αναρωτιόμαστε: αν ο ιδιοσυγκρασιακός σκηνοθέτης επισκεπτόταν την Αθήνα, ποια μέρη θα τραβούσαν την προσοχή του; Με την πρώτη ματιά, μπορεί να φαίνεται πως το πολύχρωμο, συμμετρικό και φαντασμαγορικό στυλ του διάσημου Αμερικανού σκηνοθέτη δεν ταιριάζει με την πιο χαοτική, ασυντόνιστη εικόνα της ελληνικής πρωτεύουσας. Κι όμως, αν παρατηρήσει κανείς πιο προσεκτικά, η Αθήνα κρύβει γωνιές που μοιάζουν βγαλμένες από ταινία του. Κτίρια με ρετρό γοητεία, παλιά ξενοδοχεία, γραφικά περίπτερα, πινακίδες άλλης εποχής, στοές γεμάτες ιστορίες, καφέ με έντονη αισθητική, ακόμα και αποβάθρες του ηλεκτρικού που "φωνάζουν" Γουές Άντερσον.
Η πλατεία Βικτωρίας – Συμμετρικές ιστορίες από το παρελθόν
Η Βικτώρια, με τα μωσαϊκά της δεκαετίας του '60, τις σκάλες του μετρό και τα κτίρια με στοκαρισμένα μπαλκόνια, μοιάζει έτοιμη να αποτελέσει σκηνικό για κάποιο σουρεαλιστικό οικογενειακό δράμα. Είναι μια περιοχή με χαρακτήρα, όπου παλιά νεοκλασικά συγκατοικούν με μοντερνιστικά κουτιά. Όπως και οι ήρωες του Άντερσον, έτσι κι εδώ, η αρχιτεκτονική μιλά για περασμένες εποχές, σιωπηλά τραύματα και μια αίσθηση μελαγχολικής ασφάλειας.

Το Παλαιό Αμαξοστάσιο των Τραμ στον Κεραμεικό – Το εργοστάσιο της φαντασίας
Εκεί όπου κάποτε κυλούσαν τα τραμ, τώρα βασιλεύει η σιωπή. Ο τεράστιος χώρος του Παλαιού Αμαξοστασίου, με τους σκουριασμένους μηχανισμούς, τα γεωμετρικά παράθυρα και τη σχεδόν χειροποίητη τεχνολογία του περασμένου αιώνα, θα μπορούσε να γίνει το εργαστήριο κάποιου τρελού εφευρέτη. 'Ή ένα από τα κουστούμια σκηνών που μοιάζουν με κινούμενες μακέτες, τόσο γνώριμες στον Άντερσον.
Το Βιβλιοπωλείο "Λεμόνι" στο Θησείο – Ένα καταφύγιο αφήγησης
Μικρό, περιποιημένο, γεμάτο από ευρωπαϊκές εκδόσεις, χαρτιά, στυλό και σελιδοδείκτες. Το "Λεμόνι" θα μπορούσε να είναι το κρυφό γραφείο κάποιου ήρωα του Άντερσον – ένας εσωστρεφής συγγραφέας ή ένας νεαρός δημοσιογράφος τύπου "French Dispatch". Η ατμόσφαιρα προσφέρει κάτι γνώριμο, σαν να ξαναβρίσκεις τον εαυτό σου σε ένα φανταστικό Παρίσι των ονείρων.
Τα Προσφυγικά της Λεωφόρου Αλεξάνδρας – Η ποίηση της συλλογικής μνήμης
Εδώ, η συμμετρία δεν είναι προσεκτικά επιμελημένη, αλλά αυθόρμητη. Είναι οι ιστορίες των κατοίκων, η ανθεκτικότητα των κτιρίων, η επιμονή μιας μνήμης που δεν εγκαταλείπει το παρόν. Ο Άντερσον, με τη ρομαντική του προσέγγιση στο παρελθόν, θα αναδείκνυε τον συναισθηματικό πλούτο που φωλιάζει στα διαμερίσματα αυτά.
Ace Hotel & Swim Club Athens – Μοντέρνα νοσταλγία με χιούμορ και στυλ
Αν ο Γουές Άντερσον χρειαζόταν κάπου να μείνει στην Αθήνα, το Ace Hotel & Swim Club θα ήταν ο απόλυτος προορισμός του. Ένας χώρος όπου η αρχιτεκτονική γίνεται σκηνικό και κάθε λεπτομέρεια κουβαλά σκόπιμη ιδιορρυθμία. Σχεδιασμένο από το παριζιάνικο στούντιο ciguë, το ξενοδοχείο συνδυάζει μινιμαλιστική γεωμετρία με vintage αισθητική, παραπέμποντας σε κάτι ανάμεσα σε αρχειακό σετ του ’70 και εγκατάσταση σύγχρονης τέχνης. Το Ace Hotel στην Αθήνα είναι ακριβώς το είδος του "παράδοξου χώρου" που αγαπά ο σκηνοθέτης – μοντέρνο αλλά γεμάτο φαντάσματα του παρελθόντος, καλλιτεχνικό χωρίς έπαρση, ένα σκηνικό για καθημερινές, ποιητικές αφηγήσεις.

Pool – Asteria στη Γλυφάδα – Μια σκηνή βγαλμένη από το "The Life Aquatic"
Αν ο Γουές Άντερσον αποφάσιζε να τοποθετήσει μια σκηνή στην Αθηναϊκή Ριβιέρα, το Pool – Asteria στη Γλυφάδα θα ήταν η φυσική επιλογή. Με την γεωμετρική του πισίνα, τις ρετρό ξαπλώστρες και τις πολύχρωμες ομπρέλες, ο χώρος μοιάζει βγαλμένος από ένα alternative καλοκαιρινό όνειρο των 1960s, όπου ο χρόνος κυλάει πιο αργά και κάθε λεπτομέρεια μετράει. Το παιχνίδισμα του φωτός και της σκιάς, οι καμπάνες και το φυσικό τοπίο δημιουργούν ένα αισθητικό περιβάλλον που θα μπορούσε να φιλοξενήσει μια σκηνή από το "The Life Aquatic with Steve Zissou" (Υδάτινες ιστορίες) – ίσως με τον πρωταγωνιστή να φορά κόκκινο σκούφο και να χαζεύει το ηλιοβασίλεμα με ένα κοκτέιλ στο χέρι.
Η Πινακοθήκη του Δήμου Αθηναίων – Η γεωμετρία της σιωπής
Στεγασμένη σε ένα ανακαινισμένο νεοκλασικό βιομηχανικό κτίριο του 19ου αιώνα, η Πινακοθήκη του Δήμου Αθηναίων διαθέτει μια αυστηρή συμμετρία και αρχιτεκτονική λιτότητα που "συνομιλεί" με το βλέμμα του Άντερσον. Οι λείοι σοβάδες, οι μεγάλες ξύλινες πόρτες, τα ψηλά παράθυρα με τα λεπτά μεταλλικά πλαίσια και οι γήινες αποχρώσεις του εξωτερικού προσδίδουν μια ήρεμη, σχεδόν θεατρική ποιότητα στον χώρο. Στο εσωτερικό, η γεωμετρία των αιθουσών και η καθαρότητα της παρουσίασης των έργων δημιουργούν ένα αίσθημα στατικότητας, σαν καρέ από μια σκηνή που περιμένει να ξεκινήσει. Είναι ο τύπος του χώρου όπου ο Άντερσον θα τοποθετούσε έναν ήρωα να περιπλανιέται σιωπηλός, ανάμεσα σε πίνακες, παλιές φωτογραφίες και αχνό φως από πολυελαίους με χάλκινο περίγραμμα.

Η οπτική γλώσσα του Άντερσον θα έβρισκε στην Αθήνα τον απόλυτο καμβά. Όπως και οι ήρωες του, έτσι και η Αθήνα κουβαλά πληγές και ομορφιές ταυτόχρονα. Αν λοιπόν ο Γουές Άντερσον ερχόταν στην πόλη, δεν θα επισκεπτόταν απαραίτητα την Ακρόπολη (αν και σίγουρα θα την έβαζε στο background, με τέλεια συμμετρία). Θα περιδιάβαινε το Παγκράτι, θα φωτογράφιζε ένα εγκαταλελειμμένο κουρείο στα Πετράλωνα και θα καθόταν να σκιτσάρει τον σταθμό Αττικής.
Αν η Αθήνα ήταν ταινία του Γουές Άντερσον, θα είχε τίτλο: "The Melancholy of Marble and Dust" ("Η Συμμετρική Σκόνη του Παρελθόντος"). Θα την έβλεπες;