
Ιστορικά στο ποδόσφαιρο έχουμε δει να συμβαίνουν λίγο-πολύ τα πάντα, όμως, στα "Τέρματα του Αυγούστου" του Δημήτρη Κουτσιαμπασάκου, μία από τις εικόνες που μένει "καρφωμένη" στο μυαλό είναι εκείνη ενός… προπονητή-διαιτητή, ο οποίος αναλαμβάνει αυτόν τον παράδοξο ρόλο για να μη λήξει άδοξα ένας αγώνας. Το πώς προκύπτει αυτή η αλλόκοτη συγκυρία αποκτά περισσότερο νόημα μόλις μόλις τεθεί το αφηγηματικό πλαίσιο του φιλμ, το οποίο έκανε πρεμιέρα στο 27ο Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης (6-16/3).
Η αγάπη του Κουτσιαμπασάκου για τον τόπο καταγωγής του, τα Τρίκαλα και τα βουνά της Πίνδου, αλλά και την ανθρωπογεωγραφία της επαρχίας διατρέχουν το έργο του, από τη μικρού μήκους "Ο Ηρακλής, ο Αχελώος και η Γιαγιά μου" (1997) και το ντεμπούτο του "Ο Γιος του Φύλακα" (2006), μέχρι τον τρυφερό "Μανάβη" (2013) και τον αποκαλυπτικό "Σιωπηλό Μάρτυρα" (2016). Στα "Τέρματα", τώρα, με σημείο αναφοράς το χωριό του σκηνοθέτη, το Αρματολικό, έρχεται στο προσκήνιο μια λαϊκή τελετουργία που κάποτε υπήρξε ευρέως διαδεδομένη, αλλά πλέον συναντάται σε μετρημένα μέρη της Ελλάδας. Πρόκειται για τη διεξαγωγή ερασιτεχνικού ποδοσφαιρικού τουρνουά μεταξύ χωριών κατά τη διάρκεια του Αυγούστου, εποχή που ως γνωστόν, ο χρόνος διαστέλλεται, οι εμπειρίες διογκώνονται και ευδοκιμεί η γέννηση νέων μύθων.

Μεθοδικά, ο Κουτσιαμπασάκος προετοιμάζει το έδαφος για μια οικεία, νοσταλγική και ρομαντικοποιημένη εμβάθυνση σε ένα εφήμερο μικρόκοσμο, με τα πάντα και τίποτα να κρίνονται σε διάστημα λίγων ημερών από το χτύπημα μιας μπάλας, προτού ανατρέψει τα δεδομένα. Χωρίς να παύουν να είναι μια υπέροχη ωδή στην ποδοσφαιρική πώρωση, τα "Τέρματα" συνιστούν επίσης ένα νηφάλιο ψυχογράφημα της αρρενωπής υστερίας. Την ώρα που τα διακυβεύματα τα οποία παίζονται στο χορτάρι παραμένουν υψηλά, όπως η υπεράσπιση της τιμής ενός χωριού, παρουσιάζεται ισότιμα η υπερηχητική παραφροσύνη που εισβάλλει στο τερέν εξαιτίας ενός λάθος(;) σφυρίγματος, ικανού να οδηγήσει σε σύρραξη. Ένας παίκτης, μάλιστα, απειλεί πως θα βγάλει όπλο! Ποιο Champions League και ποιο Conference…
Το πιο αξιοσημείωτο, βέβαια, δεν είναι τόσο το ότι οι καθαυτό αγώνες προξενούν πηγαία αγωνία και προσμονή, όσο ότι ο Κουτσιαμπασάκος προστατεύει τους ηρώες του από επιτηδευμένες γραφικότητες (το ελληνικό ποδοσφαιρικό YouTube είναι γεμάτο από αυτές) και παρωχημένες επαναλήψεις μιας εξωραϊσμένης επαρχιακής ζωής. Φυσικά μια τέτοιου είδους εξωτικοποίηση θα αποτελούσε απροσδόκητη παραφωνία, αφού το νοιάξιμο του δημιουργού για την περιοχή είναι που δίνει τον τόνο στα "Τέρματα". Μεταξύ της κάθε αγωνιστικής, παράλληλα, αναπτύσσονται τα πορτρέτα των κατοίκων του Αρματολικού, οι οποίοι κουβαλούν τα δικά τους κομμάτια ιστορίας που, εύλογα, συγκινούν. Ακόμα και εάν υπάρχουν δράσεις και στιγμιότυπα που κάπως επαναλαμβάνονται ή μοιάζουν αναμενόμενα, βγάζοντας το ρυθμό του ντοκιμαντέρ λιγάκι οφσάιντ…
Κλείνοντας, οφείλουμε να αναφερθούμε στην εντυπωσιακή για τα δεδομένα κινηματογράφηση των καθαυτό αγώνων, απαιτητική και εξόχως δραματική, η οποία δίνει την εντύπωση πως πραγματοποιήθηκε με ολόκληρο επιτελείο - κάτι που, μάλλον, απέχει από την πραγματικότητα. Το είδος του αθλητικού ντοκιμαντέρ στην Ελλάδα δεν απαρτίζεται από μεγάλο αριθμό τίτλων, αλλά εδώ απέκτησε μια από τις καλύτερες προσθήκες του.
Διαβάστε όλα τα νεότερα από το 27ο Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης εδώ.