
"Γιατί κάνουμε αυτό που κάνουμε;" αναρωτιέται ο διάσημος χορογράφος Δημήτρης Παπαϊωάννου στην "Καρδιά του Ταύρου" της Εύας Στεφανή, μια από τις τρεις ελληνικές ταινίες του φετινού διαγωνιστικού τμήματος του 27ου Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης. Απάντηση στην ίδια ερώτηση αναζητά και ο Σταύρος Ψυλλάκης στις επίσης διαγωνιζόμενες "Σμιλεμένες Ψυχές", απευθύνοντάς την στον 82χρονο Ζιλιέν Γκριβέλ. Έναν Ελβετό οδοντίατρο ο οποίος για 26 συναπτά έτη επισκεπτόταν τη χώρα μας και θεράπευε αφιλοκερδώς τους χανσενικούς (λεπρούς). Τι ήταν όμως αυτό που τον ώθησε να θυσιάσει όλες τις καλοκαιρινές διακοπές του, μαζί και η σύζυγός του(!), και τι εισέπραξε ως ανταμοιβή;

Ο Γκριβέλ, με ελληνικά που θα ζήλευε και... φιλόλογος, ψάχνει κι αυτός μέσα του για απαντήσεις που έρχονται, αποστομωτικά αυθόρμητες, μέσα από ένα κινηματογραφικά μαγικό συνδυασμό εικόνων και λέξεων ο οποίος συγκινεί με τον ουσιαστικό, βαθύ και φιλοσοφημένο ουμανισμό του. Η αφηγηματική γλυκύτητα του Ψυλλάκη ("Άλλος Δρόμος δεν Υπήρχε", "Οφειλή") αναδεικνύει την κατασταλαγμένη σοφία του Κεντροευρωπαίου επιστήμονα, κρατώντας πάντα σε πρώτο πλάνο τη σχέση του με τους ανθρώπους ενός τόπου ξένου κι αινιγματικού (η Ελλάδα, μα και η νόσος του Χάνσεν), ο οποίος έγινε τελικά ολότελα δικός του. Ταυτόχρονα, οι "Σμιλεμένες Ψυχές" περιγράφουν γλαφυρά κι έναν κόσμο κοινωνικού και επιστημονικού αποκλεισμού (η κάμερα θα περικυκλώσει, αλλά δεν θα "αποβιβαστεί" ποτέ στην Σπιναλόγκα), έτσι όπως τον βλέπουν χωρίς ίχνος μελοδραματισμού ένα "εξωτερικό" (του Γκριβέλ) κι ένα "εσωτερικό" βλέμμα (του χανσενικού Μανώλη Φουντουλάκη) που πέφτουν πάνω του.