Κάνουμε #cinematherapy βλέποντας ταινίες που χαλαρώνουν, φτιάχνουν το κέφι και πάνε κόντρα στην κλειστοφοβική διάθεση.
«Η ζωή είναι μοναχική, βαρετή κι ανόητη». Αυτή η ατάκα, που ξεστομίζει με μια μίξη ανίας και παραίτησης η Ρόουζ ΜακΓκόουαν, συνοψίζει το πνεύμα μιας από τις διασημότερες cult ταινίες των '90s, η οποία 25 χρόνια μετά την κυκλοφορία της εξακολουθεί να εντυπωσιάζει για το στιλ της και να διχάζει το κοινό.
Το «Doom Generation» (1995) θα ήταν η πρώτη «κανονική» ταινία του Γκρεγκ Αράκι, ενός από τους πιο ιδιοσυγκρασιακούς δημιουργούς εκείνης της δεκαετίας, ο οποίος μετά από τέσσερις εντελώς χαμηλού μπάτζετ παραγωγές απέκτησε επιτέλους πρόσβαση σε σοβαρούς προϋπολογισμούς. Με αυτά, ο Αράκι ήθελε να θεμελιώσει το όνομά του στο Χόλιγουντ, αλλά και να ταρακουνήσει για τα καλά το σινε-κατεστημένο. Μάλιστα στην ταινία δε χάνει καθόλου χρόνο, εάν σκεφτείτε πως το πρώτο πράγμα που εμφανίζεται στην οθόνη είναι ο τίτλος «a heterosexual movie by Gregg Arraki» και η πρώτη λέξη που ακούγεται είναι ένα ξερό «fuck», ξανά από τη ΜακΓκόουαν, υπό τους ήχους των Nine Inch Nails.
Η αποστομωτική εισαγωγή δίνει τον τόνο στο αμοραλιστικό ύφος του «Doom Generation», στο οποίο ένα νεαρό ζευγάρι συναντά έναν γοητευτικό, μυστηριώδη άγνωστο και κατόπιν γίνεται άθελά του συμμέτοχο σε φόνο (με τον πλέον κωμικό τρόπο) και αναγκάζεται να τραπεί σε φυγή. Τότε ξεκινάει ένα δολοφονικό σερί σε τέσσερις τροχούς με τρύπια -από κάθε άποψη- πλοκή, την ώρα που σιγοβράζει μεταξύ τους η σεξουαλική ένταση.
Τα ερωτικά τρίγωνα, οι queer ορμές και η νιχιλιστική στάση απέναντι στη ζωή χαρακτήρων που δεν είναι παιδιά ενός κατώτερου θεού, είναι θεματικές οι οποίες διατρέχουν τη φιλμογραφία του Αράκι στα '90s και εδώ επανέρχονται με ένα ακαταμάχητο στυλιζάρισμα. Η πλειοψηφία της ταινίας είναι γυρισμένη νύχτα, φωτισμένη σχεδόν αποκλειστικά με νέον φώτα, το pin-up look και η ερμηνεία της ΜακΓκόουαν (στον πρώτο της ρόλο) θυμίζουν μια μίξη της Μία Γουάλας με την Άνα Καρίνα, ενώ το σάουντρακ συνδυάζει τους Cocteau Twins με τους Slowdive και τους Jesus and Mary Chain. Το αγοράζεις; Το αγοράζεις...
Μόνο που, κατά τα άλλα, δε συμβαίνει τίποτα ιδιαίτερο, καθώς οι ήρωες αφιερώνουν το χρόνο τους στις μπύρες και το (πολύ) σεξ. Ο Αράκι επιδεικνύει λιγοστό ενδιαφέρον στο να στήσει μια συμπαγή αφήγηση ή να αναπτύξει ουσιαστικά τους χαρακτήρες, γιατί δεν είναι αυτό το νόημα. Το «Doom Generation», όπως αντίστοιχα το «Two-Lane Blacktop» (1971, Μόντε Χέλμαν), αφορά περισσότερο το ταξίδι παρά τον προορισμό, τις δηλητηριώδεις ατάκες που φτύνει η ΜακΓκόουαν σε τοξικούς wannabe παρτενέρ και το επόμενο γκαγκ που θα σκαρφιστεί ο Αράκι.
Εάν πάλι αναζητάτε ένα κάποιο μήνυμα, αυτό είναι η απογύμνωση μέσω της παρωδίας όλων όσων συνθέτουν το συντηρητικό αφήγημα στις ΗΠΑ. Μάλιστα, διόλου διακριτικά, τα επίθετα των πρωταγωνιστών είναι Ρεντ, Γουάιτ και Μπλου, τα χρώματα της αμερικανικής σημαίας δηλαδή. Έτσι, στην ταινία βλέπουμε όλους τους χαρακτήρες να βρίσκονται κυριολεκτικά με το χέρι στη σκανδάλη, αφού η μόνη γλώσσα που γνωρίζουν είναι η βία, ενώ οι άντρες να γίνονται αμέσως επιθετικοί μόλις αντιληφθούν μια queer παρουσία - ένα μένος που κορυφώνεται στην αξέχαστη για κιτς και μη λόγους σκηνή του τέλους.
Από μια ταινία που δεν παίρνει στα σοβαρά τον εαυτό της λοιπόν, παρόλο που επιχειρεί κάποια τολμηρά σχόλια ειδικά στο κομμάτι της σεξουαλικότητας, εκείνο που μένει είναι ο τρόπος που αποτυπώνει το πνεύμα της εποχής της. Τρεις νέοι πρωταγωνιστές, από τη «γενιά της καταδίκης», ξοδεύονται λίγο πριν το μιλένιουμ πίνοντας, σκοτώνοντας και κάνοντας έρωτα. Άγαρμπα και με επιτήδευση, αλλά στην ηλικία τους θα μπορούσαν να κάνουν κι αλλιώς;
Βρείτε όλες τις must see ταινίες για την καραντίνα εδώ.