
«Ποτέ μα ποτέ δεν πίστευα πως θα ζήσω μέχρι τα 100. Αυτό πραγματικά με έχει σοκάρει και είναι, επίσης, στενάχωρο» έλεγε πριν από τρία χρόνια σε συνέντευξή του στην Guardian ο Κερκ Ντάγκλας, ο οποίος απεβίωσε σήμερα πλήρης ημερών.
Την απώλειά του επιβεβαίωσε ο γιος του και επίσης διάσημος ηθοποιός, Μάικλ, με σχετική ανακοίνωση:
«Για τον κόσμο υπήρξε ένας θρύλος, ένας ηθοποιός από τη χρυσή εποχή του κινηματογράφου, ο οποίος την έζησε στα καλύτερά του χρόνια, ένας φιλάνθρωπος αφοσιωμένος στη δικαιοσύνη και στους αγώνες στους οποίους πίστευε, δίνοντας παράδειγμα σε όλους μας. Αλλά για εμένα και τα αδέρφια μου, Τζόελ και Πίτερ, ήταν απλά ο Μπαμπάς. Στην Κάθριν (σ.σ.: Ζέτα-Τζόουνς) ένας υπέροχος πεθερός, στα εγγόνια και τα δισέγγονά του ένας αγαπημένος παππούς και στη γυναίκα του Αν, ένας τρυφερός σύζυγος.
Ο Κερκ έζησε μια καλή ζωή και αφήνει μια κινηματογραφική κληρονομιά η οποία θα αντέξει στο χρόνο για πολλές γενιές ακόμα. Πλάι σε αυτήν υπάρχει το περίφημο ιστορικό του ως φιλάνθρωπος, ο οποίος εργάστηκε για να βοηθήσει το κοινό καλό και να φέρει ειρήνη στον πλανήτη. Επιτρέψτε μου να ολοκληρώσω με τα λόγια που του είπα στα τελευταία του γενέθλια και θα μείνουν για πάντα αληθινά: "Μπαμπά, σ' αγαπώ τόσο πολύ και είμαι περήφανος που είμαι ο γιος σου".».

Ο Ντάγκλας μπορεί πράγματι να έζησε μια σπουδαία καριέρα, για περίπου μια εικοσαετία από τα '40s έως τα '60s, τα πράγματα όμως δεν ήταν πάντοτε έτσι. Γιος πάμφτωχων γονιών με ρωσική και εβραϊκή καταγωγή, ο Κερκ χρειάστηκε να παλέψει σκληρά για να ανελιχθεί στην κορυφή, με τον ίδιο να ζει στην ένδεια και να αλλάζει αδιάκοπα δουλειές ώσπου να γίνει διάσημος.
Ο πρώτος του ρόλος ήρθε το 1946 στην υποψήφια για Όσκαρ ταινία «The Strange Love of Martha Ivers» του Λιούις Μάιλστοουν («Ουδέν Νεώτερον από το Δυτικό Μέτωπο»). Στη συνέχεια συνεργάστηκε με έναν ακόμα κορυφαίο σκηνοθέτη, τον Ζακ Τουρνέρ για λογαριασμό του κλασικού σήμερα φιλμ νουάρ «Out of the Past» (1947), όπου έπαιξε πλάι στους Ρόμπερτ Μίτσαμ και Τζέιν Γκριρ. Αυτή ήταν η ταινία που του άνοιξε για τα καλά το δρόμο για την καταξίωση, για την οποία είχε θυσιάσει τόσα. Ακολούθησε το εξαιρετικό «Champion» (Μαρκ Ρόμπσον, 1949), όπου ο Ντάγκλας δίνει μια από τις καλύτερες ερμηνείες της καριέρας του στο ρόλο του μποξέρ Μιτζ Κέλι.

Στη δεκαετία του '50 ενσάρκωσε χαρακτήρες κλασικών έργων όπως ο Οδυσσέας («Οδύσσεια», Μάριο Καμερίνι) και ο Νεντ Λαντ («20.000 Λεύγες Κάτω από τη Θάλασσα», Ρίτσαρντ Φλέισερ), ενώ παθιασμένα ερμήνευσε το διάσημο ζωγράφο Βίνσεντ Βαν Γκόγκ στο «Lust for Life» (Βινθέντε Μινέλι).
Το 1957 ήρθε η πρώτη εμβληματική στιγμή της καριέρας του, όταν συνεργάστηκε με έναν ανερχόμενο ακόμα σκηνοθέτη. Ήταν ο Στάνλεϊ Κιούμπρικ ο οποίος επέλεξε τον Ντάγκλας στο ρόλο του αδέκαστου συνταγματάρχη Νταξ και μαζί δημιούργησαν ένα αντιπολεμικό αριστούργημα που πήρε τον τίτλο «Σταυροί στο Μέτωπο». Οι δύο άντρες θα δούλευαν ξανά μαζί για τις ανάγκες του «Σπάρτακου» (1960), του εμβληματικού έπους με κάθε σημασία της λέξης, το οποίο απογείωσε τις καριέρες τους. Η παραγωγή του «Σπάρτακου» ήταν ταυτόχρονα μια ευκαιρία να αναδειχθεί το ήθος του Ντάγκλας το οποίο δεν περιοριζόταν στον κινηματογράφο.
Ο ηθοποιός επέμεινε στην πρόσληψη του περίφημου σεναριογράφου Ντάλτον Τράμπο στην παραγωγή, ενός ανθρώπου ο οποίος είχε μπει στη διαβόητη «μαύρη λίστα» του ΜακΚάρθι με όσους θεωρούνταν ύποπτοι για κομμουνιστικές δραστηριότητες. Ο Τράμπο είχε αναγκαστεί να δουλεύει κρυφά σε δεκάδες ταινίες, χάνοντας το δικαίωμα να διεκδικήσει την πατρότητα πολλών φιλμ, χάρη στον Ντάγκλας όμως ξεκίνησε να αποκαθίσταται το όνομά του δημοσίως.

Λίγο αργότερα ηθοποιός πρωταγωνίστησε στην ταινία που θα μνημόνευε ως την αγαπημένη της καριέρας του. Ο λόγος για το γουέστερν «Lonely Are the Brave» (Ντέιβιντ Μίλερ), όπου ενσαρκώνει έναν μοναχικό καουμπόι ο οποίος αποφασίζει να φυλακιστεί ώστε να βοηθήσει έναν παλιό του φίλο να δραπετεύσει. Στο ρόλο αυτό βρίσκει ιδανική εφαρμογή η υποκριτική συμβουλή που είχε δώσει ο Ντάγκλας στο βιογραφικό του: «Όταν υποδύεσαι έναν αδύναμο χαρακτήρα, βρες τη στιγμή που είναι δυνατόν. Και όταν ερμηνεύεις έναν δυνατό χαρακτήρα, βρες πότε είναι αδύναμος».
Όσο παράξενο κι αν ακούγεται, ο Ντάγκλας δεν κέρδισε ποτέ Όσκαρ παρότι βρέθηκε υποψήφιος τρεις φορές, φρόντιζε όμως με κάθε ευκαιρία να υπενθυμίζει σε όλους πόσο τυχερός ήταν και πόσο απόλαυσε τη ζωή του.