Στις αρχές των ’10s ο Ρόμπερτ Έγκερς ήταν άγνωστος στην κινηματογραφική βιομηχανία. Με εξαίρεση δύο ταινίες μικρού μήκους, εκ των οποίων η μία ήταν βασισμένη στη «Μαρτυριάρα Καρδιά» του Έντγκαρ Άλαν Πόε, ο Έγκερς πάσχιζε να γυρίσει το ολοκληρωμένο ντεμπούτο του. Η τύχη άρχιζε να του χαμογελά όταν στην προσπάθειά του να διεκδικήσει χρηματοδότηση σκαρφίστηκε το «Brothers», μια ατμοσφαιρική μικρού μήκους στο πνεύμα της ιστορίας των Κάιν και Άβελ, στην οποία η έχθρα δύο αδερφών φτάνει στα άκρα. Με ελάχιστα υλικά, ο Έγκερς έφτιαξε την ταινία που απέδειξε το έμφυτο ταλέντο του κι έδωσε το πράσινο φως για το «Witch» (2015), χάρη στο οποίο ο κινηματογραφικός κόσμος θα μάθαινε για τα καλά το όνομά του.
Φολκ, γκοθ και άλλες ιστορίες
Το «Witch» άφησε άναυδο το κοινό του Σάντανς, όπου έκανε πρεμιέρα και απέσπασε βραβείο σκηνοθεσίας, χάρη στην πρωτοτυπία της γραφής του Έγκερς αλλά και τον ιδιοσυγκρασιακό τόνο της ταινίας, ο οποίος ξέφευγε από τις συμβάσεις του horror. Εκείνο όμως που έκανε άμεσα ξεχωριστό τον Αμερικάνο είναι η προσέγγισή του. Δεν αποσκοπεί μόνο στο να τρομάξει το κοινό –εξάλλου αγνοεί τα γνωστά κόλπα των jump scares και των gore ξεσπασμάτων–, αλλά να του δημιουργήσει μια δυσερμήνευτη ανησυχία. Γι’ αυτό και υιοθετεί βραδυφλεγή αφήγηση, η οποία διογκώνει τις ψυχολογικές μεταστροφές των ηρώων του.
Όλα αυτά ενώ η αισθητική του είναι βαθιά ριζωμένη σε ένα ρομαντισμό με γοτθικές αποχρώσεις και στον ακατέργαστο ρεαλισμό, επιλογές που σχετίζονται με την εποχή που τοποθετούνται τα «Witch» (17ος αι.) και «Φάρος» (19ος αι.). Θεματικά οι ταινίες του Έγκερς διερευνούν διαφορετικές αναπαραστάσεις του μεταφυσικού και του θείου στη συμβατική πραγματικότητα, ενώ υπογραμμίζουν το δέος που νιώθει ο άνθρωπος καθώς βιώνει μια αιφνίδια υπερβατική εμπειρία.
Παράλληλα όμως ο σκηνοθέτης απέδειξε ότι μπορεί να διαχειριστεί στο έπακρο μικρούς προϋπολογισμούς. Το ντεμπούτο του κόστισε 4 εκατ. δολάρια και συγκέντρωσε συνολικά 40 εκατ. παγκοσμίως (!), ενώ ο αντίστοιχου μπάτζετ «Φάρος» έχει φτάσει ήδη στα 14 εκατ. δολάρια.
Η τραγική αλήθεια του «Φάρου»
Το σενάριο του φιλμ του Έγκερς εμπνέεται εν μέρει από μια πραγματική ιστορία που συνέβη στην Ουαλία στις αρχές του 19ου αιώνα. Τότε δύο άντρες είχαν αναλάβει τη φύλαξη ενός φάρου, όπως οι Γουίλεμ Νταφόε και Ρόμπερτ Πάτινσον στην ταινία, με τον έναν όμως να βρίσκει φρικτό θάνατο εξαιτίας ενός δυστυχήματος. Ο επιζών, φοβούμενος ότι δεν θα μπορούσε να αποδείξει πως δεν ευθύνεται για την απώλεια του συναδέλφου του, κατασκεύασε ένα αυτοσχέδιο φέρετρο για να φυλάξει το πτώμα που είχε αρχίσει να αποσυντίθεται. Η όλη εμπειρία, ωστόσο, τον άλλαξε για πάντα…
Ο Έγκερς δανείζεται την κεντρική ιδέα της παραπάνω ιστορίας δίνοντάς της τη μορφή ενός παράλογου εφιάλτη δίχως τέλος, με εργαλεία τα κλειστοφοβικά κάδρα και την ασπρόμαυρη φωτογραφία του υποψήφιου για Όσκαρ Γιάριν Μπλάσκε. Η χαρακτηριστική εικόνα της ταινίας είναι αποτέλεσμα μεθοδικής δουλειάς των δύο αντρών, οι οποίοι επέμειναν στη χρήση φιλμ 35 mm για το γύρισμα, σε φακούς παλαιάς κοπής και στο φυσικό φωτισμό ακόμη και στις εσωτερικές σκηνές. Έφτασαν δε στο σημείο να χτίσουν έναν κανονικού μεγέθους φάρο για τις ανάγκες της ταινίας!
Επιπλέον, όπως και στις προηγούμενες δουλειές του, ο Έγκερς επιμένει μέχρι τέλους στην ιστορική ακρίβεια των σκηνικών και των διαλόγων των ηρώων του. Εν προκειμένω, εκτός από τους κλασικούς Σάμιουελ Τέιλορ Κόλεριτζ και Χέρμαν Μελβίλ, συμβουλεύτηκε εκτενώς το έργο της Σάρα Ορν Τζιούετ για τις διαλέκτους των ναυτικών εκείνης της περιόδου. Ο Έγκερς προφανώς δεν αστειεύεται με τη δουλειά του, γι’ αυτό και δικαίως βρίσκεται σήμερα στην πρώτη γραμμή των horror σκηνοθετών...
Περισσότερες πληροφορίες
Ο Φάρος
Δύο φαροφύλακες αποκλείονται σε μια ανεμοδαρμένη βραχονησίδα, όπου βιώνουν αλλόκοτες εμπειρίες οι οποίες διαταράσσουν την ψυχική τους ισορροπία.