Πολυξένη

2,5

Ιστορικό μελόδραμα με φροντισμένη παραγωγή, δυναμική ερμηνεία από την Κάτια Γκουλιώνη, αλλά «ξύλινο» σενάριο και περιγραφική σκηνοθετική προσέγγιση.

Πολυξένη

Ιστορικό μελόδραμα με φροντισμένη παραγωγή, δυναμική ερμηνεία από την Κάτια Γκουλιώνη, αλλά «ξύλινο» σενάριο και περιγραφική σκηνοθετική προσέγγιση.

Πολυξένη - εικόνα 1

Στο μεγάλο κενό χώρο του ελληνικού σινεμά, ανάμεσα στις καλλιτεχνικές ταινίες με αυστηρά φεστιβαλική σταδιοδρομία και τις καθαρά εμπορικές παραγωγές, κωμωδίες στην πλειονότητά τους, επιχειρεί να κινηθεί το τελευταίο φιλμ της Δώρας Μασκλαβάνου («…Κι Αύριο Μέρα Είναι», «Και αν Φύγω… θα Ξανάρθω»), η οποία μας μεταφέρει στην Κωνσταντινούπολη των αρχών της δεκαετίας του ’70. Εκεί η νεαρή Πολυξένη, υιοθετημένη από το 1957 από ένα ζευγάρι ευκατάστατων Κωνσταντινουπολιτών, βλέπει τον θετό της πατέρα να πεθαίνει κι εκείνη μαζί με τη μητέρα της, η οποία ζει με την παρελθούσα αίγλη και με διαρκώς αυξανόμενα χρέη, να προσπαθούν να τα βγάλουν πέρα σε ένα επιφυλακτικό περιβάλλον. Περιβάλλον το οποίο γίνεται εχθρικό κι επιθετικό όταν η Πολυξένη μένει μόνη της, αντιμέτωπη με ένα σχέδιο υφαρπαγής της κληρονομιάς της.

Πολυξένη - εικόνα 2

Το ιστορικό μελόδραμα της Μασκλαβάνου είναι φροντισμένο ως παραγωγή, στημένο με έναν πειστικό τρόπο, ο οποίος αν και παρασύρεται συχνά από τη γραφικότητα του τόπου και του χρόνου (Πόλη, κοστούμια, παλιά αρχοντικά…), προσπαθεί να φέρει σε πρώτο πλάνο τους χαρακτήρες και τα πάθη τους. Η Κάτια Γκουλιώνη («Μέσα στο Δάσος», «Σύμ­πτωμα») ζωντανεύει την έρμαια της συλλογικής μισαλλοδοξίας ηρωίδα της με εξωστρεφή δυναμισμό, όσοι όμως την περιτριγυρίζουν, πλην ίσως της μητέρας/Λυδίας Φωτοπούλου, παραμένουν μέχρι τέλους δραματικά αδια­μόρφωτοι και απλώς σχηματικοί­. Ανάμεσά τους και ο Τούρκος τον οποίο εκείνη ερωτεύεται, ένα προβλέψιμα απλοϊκό σεναριακό εύρημα που καταναλώνεται προκειμένου να τονιστούν η ξενοφοβία και η υστεροβουλία που κυριαρχούν στο μικρόκοσμο της Πολύ Ξένης (όπως μας υποδεικνύουν λίγο χοντροκομμένα οι τίτλοι της αρχής).

Ο αφηγηματικός ρυθμός, βοηθούμενος από το στρωτό μοντάζ της σκηνοθέτιδας/σεναριογράφου, υποστηρίζει την περιγραφική σκηνοθετική προσέγγιση, η φωτογραφία του Κλαούντιο Μπολιβάρ («11 Συναντήσεις με τον Πατέρα μου», «Με Χωρίς Γυναίκες», «Success Story») τονίζει ατμοσφαιρικά την κλειστοφοβική­ αίσθηση, δέσμια του «ξύλινου» και άτολμου σεναρίου της όμως η ταινία παραμένει μέχρι τέλους τυλιγμένη σε μια παλιομοδίτικη, ξεθυμασμένων αρωμάτων αύρα.

Ελλάδα. 2017. Διάρκεια: 100΄. Διανομή: ROSEBUD.21/ SEVEN FILMS.

Περισσότερες πληροφορίες

Πολυξένη

2,5
  • Δραματική
  • 2017
  • Διάρκεια: 100 '
  • Δώρα Μασκλαβάνου

Το 1957 ένα ζευγάρι ευκατάστατων Κωνσταντινουπολιτών υιοθετεί ένα μικρό κορίτσι, το οποίο χρόνια αργότερα θα τους κληρονομήσει και θα προσπαθήσει να τα βγάλει πέρα σε ένα εχθρικό και προκατειλημμένο περιβάλλον.

Διαβάστε ακόμα

Τελευταία άρθρα Σινεμά

Επαγγελματίας Υπνοβάτης

Ενδιαφέρουσα ιδέα που μένει απλά υποσχόμενη, μιας και υλοποιείται με σεναριακή χοντροκοπιά, ερμηνευτική ανεπάρκεια και αφηγηματική προχειρότητα.

ΓΡΑΦΕΙ: ΧΡΗΣΤΟς ΜΗΤΣΗς
25/04/2024

Μην Ανοίγεις την Πόρτα

Η πρώτη ταινία των Unboxholics είναι ένα ψυχολογικό θρίλερ με υποβλητική ατμόσφαιρα, αλλά ελάχιστο ψαχνό. Δραματικά ισχνό και σκηνοθετημένο μονότονα, κορυφώνεται χωρίς την παραμικρή έκπληξη.

Οι Αντίπαλοι

Σεναριακό υπόδειγμα αθλητικού (μελο)δράματος πάνω στις απρόβλεπτες διαδρομές των ανθρώπινων επιθυμιών. "Χορογραφημένο" με ερωτική ένταση και σκηνοθετημένο με φλασάτη, βιντεοκλιπίστικη αυταρέσκεια.

Ζωντανό Πνεύμα

Δύο κόσμοι και τρεις γενιές συγκρούονται σε ένα δράμα ενηλικίωσης με στοιχεία μαγικού ρεαλισμού, κωμωδίας και θρίλερ, το οποίο, όμως, ασθμαίνει για να βρει την ιδανική ισορροπία.

Ο Τελευταίος Ήρωας

Κουστουριτσική, ξέφρενη και βιτριολική σάτιρα, η οποία βγαίνει απ’ τα νερά της όταν προσπαθεί, αδίκως, να σοβαρευτεί και να περάσει "μηνύματα".

Σούπερ Μάγκι

Σίκουελ ενός διεκπεραιωτικά στημένου αυστραλέζικου animation, το οποίο καταγγέλλει απλοϊκά τους κινδύνους της υπνωτιστικά γοητευτικής νέας εικονικής πραγματικότητας.

Ο Μύλος και ο Σταυρός

Με κάδρα που παραπέμπουν σε πίνακες της φλαμανδικής και της ολλανδικής σχολής, ο Μαγιέφσκι στήνει μια οπτικά μεγαλοπρεπή αλληγορία πάνω στην τέχνη, την αληθινή ζωή και την ανθρώπινη μισαλλοδοξία.