Ορέστεια

3

O Γιάννης Χουβαρδάς αντιμετωπίζει την αισχύλεια τριλογία σαν αστικό δράμα των μετεμφυλιακών χρόνων, πλημμυρίζοντας το στα τραγούδια της Βέμπο και στάζοντας ειρωνεία, σαρκασμό, απογοήτευση και πολιτική μελαγχολία.

Ορέστεια

Δεν είναι «ορθόδοξη» αυτή η παράσταση. Δεν ακολουθεί τον «κανόνα». Δεν «υπηρετεί» το είδος. Ούτε είναι όμως και τόσο ...ανορθόδοξη ή αντικανονική. Είναι ως ένα βαθμό αντιδραστική, αντι-φιλολογική και οπωσδήποτε αντι-ηρωϊκή.

Ο Γιάννης Χουβαρδάς σκηνοθετεί μια σύνοψη της υπόθεσης της τριλογίας, αλλοιώνει το τραγικό ήθος, περιπαίζει τη μορφή και το περιεχόμενο, μειώνει τα πρόσωπα σε διαταραγμένους αστούς, ακυρώνει τον Χορό (και δη στην τριλογία όπου αυτός ανάγεται σε πρωταγωνιστή!), συνθλίβει τους μονολόγους, αλλάζει τα νοήματα, περιορίζει τα μεγέθη, αντιμετωπίζει το έργο του «πατέρα της τραγωδίας» (του Αισχύλου) σαν να είναι έργο του αμφισβητία της (του Ευριπίδη) ή ακόμη και σαν να είναι ...παρωδία τραγωδίας, αγνοεί το χώρο της Επιδαύρου ανεβάζοντας μια παράσταση ουσιαστικά κλειστού θεάτρου κι αποφεύγει την αίσθηση του ιερού, όπως ο διάολος το λιβάνι. Στη θέση τους, «κάνει τα δικά του»: φοράει χλαίνη στον Αγαμέμνονα, ματωμένη ποδιά νοικοκυράς στην Κλυταιμνήστρα, γυαλιά υπερμετρωπίας στα εκδικητικά τέκνα τους (την Ηλέκτρα και τον Ορέστη), μίνι και ξεσκισμένα καλσόν στην Κασσάνδρα, μουστάκια και γυαλιά πρεσβυωπίας στις Ερινύες, λευκά λαμέ στους θεούς, φανταχτερό εφαρμοστό φόρεμα στην Πυθία. Πλημμυρίζει την παράσταση με πολεμικά εμβατήρια του ‘40 και βαλς, ταγκό και ρομάντζες, με τις φωνές της Σοφίας Βέμπο και της Στέλλας Γκρέκα (εύστοχα επεξεργασμένες από τον Σταύρο Γασπαράτο). Επενδύει στη ψυχολογία και την ακρότητα των συμπεριφορών (λ.χ. η ερωτομανής Κασσάνδρα), κοιτώντας τους ήρωές του με μια πολύ λοξή ματιά, οριακά γκροτέσκα, εντοπίζοντας θαρρείς το τραγικό μέσα στην παρωδία, την παραμόρφωση, τη στρέβλωση, το διχασμό, την αμφισημία. Μπορεί κάλλιστα να του καταλογίσει κανείς πως πέφτει στην κλασική παγίδα της αποδόμησης -τουλάχιστον, όμως, με κομψότητα. Η πρόταση του «μπάζει», λειτουργώντας ακόμη και ισοπεδωτικά ως προς το είδος, το ήθος, τη μορφή, το περιεχόμενο και τη λογική της τραγωδίας. Δεν παύει, όμως, να έχει το ενδιαφέρον της.

Ορέστεια - εικόνα 1
Αγαμέμνων (Ν. Κουρής) και Κασσάνδρα (Άλκ. Πουλοπούλου)

Πολλές από τις επιλογές του Χουβαρδά ξενίζουν, με την ατμόσφαιρα της συγκεκριμένης παράστασης να παλινωδεί ανάμεσα στο αστυνομικό νουάρ και το κωμικό μπουλβάρ, ενίοτε ακόμη και τη φάρσα, προκαλώντας ανά στιγμές –εσκεμμένα- τη θυμηδία των θεατών. Αν, όμως, δεχτούμε αυτόν το σχιζοφρενικό διχασμό στο ύφος και αυτήν την ηθελημένη προδοσία στην τραγωδία σαν μια παραβολή για τον «άλλο» διχασμό και την «άλλη» προδοσία που υφέρπουν σε επίπεδο πολιτικό, εθνικο, παγκόσμιο και οντολογικό; Σε αυτήν τη διερώτηση έγκειται, κατά τη γνώμη μου, το όλο ενδιαφέρον της πρότασής του. Υπό αυτήν την οπτική, τουλάχιστον, απέκτησε για μένα νόημα η παρακολούθηση της -δυόμισι ωρών- αυτής παράστασης.

Ο Χουβαρδάς μετατοπίζει τη δράση των δύο πρώτων τραγωδιών της «Ορέστειας», του «Αγαμέμνονα» και των «Χοηφόρων», από το μυθικό τους χωροχρόνο σε μια εποχή πολύ πιο κοντινή σε εμάς - στον β΄ παγκόσμιο πόλεμο και τον Εμφύλιο-, για να αφήσει τις «Ευμενίδες» εκτός τόπου και χρόνου, σε μια συνθήκη sci-fi εφιάλτη για την απονομή του δικαίου. Ο μύθος της «Ορέστειας» διαδραματίζεται, έτσι, στο μεγαλύτερο μέρος του, σε ένα μεσοαστικό σαλονάκι των μεταπολεμικών χρόνων, με τους Ατρείδες να περιφέρονται ανάμεσα σε μπερζέρες, σύνθετα με πικάπ και λικέρ, πορτατίφ και σεμεδάκια, μαγαρίζοντάς τα με το συγγενικό αίμα που αφήνουν να χυθεί πάνω τους. Το χρονοντούλαπο της Ιστορίας, στο βάθος, αστράφτει και βροντά, «καταπίνει συνεχώς ζωντανούς και ξερνάει νεκρούς», όπως δηλώνει ο ίδιος ο Χουβαρδάς στο σκηνοθετικό του σημείωμα. Κλείνει, έτσι, τη μοναδική σωζόμενη τριλογία της αρχαιότητας στους τέσσερις τοίχους ενός αιμάτινου δωματίου, για να της επιτρέψει να δραπετεύσει από αυτό μόνο με ένα ...απατηλό όνειρο. Μοιάζει να μας λέει ο Χουβαρδάς τα αυτονόητα πλην όμως πάντα ανησυχαστικά: «Κοιτάξτε: Αυτό το δωμάτιο είναι η Ελλάδα, αυτή η οικογένεια είμαστε εμείς κι αυτός ο παλιός εμφύλιος πάντα θα μας τρώει. Το Κακό είναι εντός μας και καμιά διαχείρισή του δεν θα είναι ποτέ απόλυτα αποτελεσματική. Αυτό είναι η τραγωδία (μας)».

Πρόκειται για μια σκηνοθετική χειρονομία διόλου ασυνήθιστη στο μεταμοντέρνο δυτικό θέατρο των τελευταίων σαράντα ετών. Κάθε άλλο! Αυτές οι χειρονομίες έγιναν ο ...άλλος δυτικός κανόνας στην Ευρώπη και την Αμερική ήδη από τα τέλη των '60s -ναι, πολλά χρόνια πριν τον Τόμας Οστερμάγερ και τους μιμητές του.

Ορέστεια - εικόνα 2
Η Κλυταιμνήστρα (Κ Καραμπέτη) και τα θύματά της

Δεν θα σταθώ ιδιαίτερα στις ερμηνείες. Έχω την αίσθηση πως ο άξιος δωδεκαμελής θίασος τέθηκε με αυταπάρνηση στην υπηρεσία του οριακού αυτού σκηνοθετικού οράματος χάνοντας έτσι τη δυνατότητα να αναπτύξει ερμηνείες με ισχυρή προσωπικότητα. Μόνη ίσως εξαίρεση, όσοι κατείχαν ρόλους-ρόλους, όπως η Καρυοφυλλιά Καραμπέτη (Κλυταιμνήστρα) και η Στεφανία Γουλιώτη (Ηλέκτρα, Αθηνά) με τη θαυμαστή οικονομία των εκφραστικών τους μέσων, ο Νίκος Κουρής (Αγαμέμνων) με την καλά διαρθρωμένη εμμονή (ακατανόητη έως και ανυπόστατη όμως, η μετέπειτα ανάληψη από μέρους του του ρόλου της Τροφού), ο Κωνσταντίνος Αβαρικιώτης (Φύλακας) με το καρατερίστικο ταπεραμέντο και ο Κωνσταντίνος Μαρκουλάκης (Ορέστης) με το σωστά ισορροπημένο κωμικοτραγικό άγχος. Παίζουν επίσης οι Νίκος Ψαρράς, Άλκηστις Πουλοπούλου, Δημήτρης Παπανικολάου, Ιερώνυμος Καλετσάνος, Σύρμω Κεκέ, Χριστίνα Μαξούρη, Πολύδωρος Βογιατζής.

Παρά τις πάμπολες αντιρρήσεις και την αίσθηση πως τέτοιες προσωπικές σκηνοθετικές παραγνώσεις μπορούν κάλλιστα να υποχωρήσουν μπροστά σε νέους και πολύ πιο μελετημένους νεωτερισμούς, θεωρώ πως έχει ένα ολόδικό της ενδιαφέρον αυτή η «Ορέστεια», έτσι όπως στάζει (ιστορικές) μνήμες, (πολιτική) ειρωνεία και (εθνική, παγκόσμια όσο και υπαρξιακή) μελαγχολία για το τέλμα του «δημοκρατικού» κόσμου μας. Ο Χουβαρδάς, υποβοηθούμενος από τη μεταποιητική μετάφραση του Δημήτρη Δημητριάδη και το αφαιρετικό όσο και πολύσημο σκηνικό της Εύας Μανιδάκη, καταθέτει μια παράσταση που φέρει τη δυσοίωνη ατμόσφαιρα των καιρών μας και τη δική του (πολιτική, αισθητική όσο και υπαρξιακή) απογοήτευση γι' αυτούς τους καιρούς, με μια σκηνοθετική γραμμή ασυνεπή προς το είδος της τραγωδίας αλλά συνεπή προς τον εαυτό της, θεμελιωμένη στις ανήσυχες μνήμες και την ακόμη πιο ανησυχαστική –παρά τα φευγαλέα χαμόγελα- ενατένιση του παρόντος.

photo credits: Μιχάλης Κλουκίνας

Περισσότερες πληροφορίες

Ορέστεια

  • Τραγωδία
  • Διάρκεια: 135 '

Στη μοναδική σωζόμενη τριλογία της αρχαιότητας («Αγαμέμνων», «Χοηφόροι» κι «Ευμενίδες») ο Γ. Χουβαρδάς τοποθετεί τη δράση στα χρόνια του Β΄ Παγκοσμίου και του Εμφυλίου και από εκεί σε ένα… φουτουριστικό σύμπαν ιδανικών πολιτειών.

Διαβάστε ακόμα

Τελευταία άρθρα Θέατρο

Οι γριές που μαζεύουν την τσουκνίδα

Μεταξύ λαογραφίας, τελετουργικού δρωμένου και θεάτρου ντοκουμέντο κινείται η παράσταση της Πειραματικής Σκηνής του Θεσσαλικού Θεάτρου, εμπνευσμένη από μυστικιστικές και αληθινές ιστορίες γυναικών του θεσσαλικού κάμπου. | Powered by Uber

ΓΡΑΦΕΙ: ΤΩΝΙΑ ΚΑΡΑΟΓΛΟΥ
02/05/2024

Τα πικρά δάκρυα της Πέτρα φον Καντ

Ατμοσφαιρική και ενδιαφέρουσα σκηνική πρόταση του γνωστού έργου του Φασμπίντερ για την ερωτική εξουσία και εξάρτηση μέσα από τη σχέση δύο γυναικών. | Powered by Uber | Powered by Uber

"Έξι πρόσωπα σε αναζήτηση συγγραφέα" και μετά τις διακοπές του Πάσχα

Το έργο του Λουίτζι Πιραντέλο που σκηνοθετεί ο Πέτρος Νάκος σε δική του μετάφραση στο θέατρο Altera Pars θα συνεχίσει την πορεία του μετά την πασχαλινή ανάπαυλα.

"Ψιλικά": Μία περφόρμανς σε κείμενα Γλυκερίας Μπασδέκη ανεβάζει η ομάδα "Στέρεο νερό"

Μια site-specific performance για την αναζήτηση της ευτυχίας ανεβάζει τον Μάιο η ομάδα της χορογράφου Εύης Σούλη σε ένα εγκαταλελειμμένο εμπορικό κέντρο.

"Τα ραδίκια ανάποδα" θα δούμε και μετά το Πάσχα

Λόγω επιτυχίας, ο μονόλογος του Γιώργου Γαλίτη σε σκηνοθεσία Βλαδίμηρου Κυριακίδη, που βρίσκεται στον δέκατο χρόνο του, θα παραταθεί και μετά τις πασχαλινές διακοπές στο θέατρο Αργώ.

Η Αναστασία Παπαστάθη σκηνοθετεί τους "Βρικόλακες"

Το σπουδαίο δράμα του Ίψεν θα δούμε την ερχόμενη σεζόν στο θέατρο Radar.

"Δον Κιχώτης": Ο Γιάννης Μπέζος σκηνοθετεί τους Βλαδίμηρο Κυριακίδη και Θανάση Τσαλταμπάση σε καλοκαιρινή περιοδεία

Έναν πολυμελή θίασο, στον οποίο θα δούμε και τις Νάντια Κοντογεώργη και Παρθένα Χοροζίδου, ενορχηστρώνει ο Γιάννης Μπέζος στη μεγάλη θεατρική παραγωγή του καλοκαιριού που θα ταξιδέψει σε όλη την Ελλάδα το διαχρονικό έργο του Μιγκέλ ντε Θερβάντες. Δείτε αποκλειστικές φωτογραφίες από την πρώτη ανάγνωση.