Τέσσερα αντίσκηνα, μια τεράστια οθόνη όπου μισοκρεμόταν ξεχαρβαλωμένη μια φωτεινή επιγραφή της Coca Cola, η ορχήστρα πλημμυρισμένη από πολλά, πάρα πολλά πλαστικά μπουκάλια και δέματα σκουπιδιών. Αυτή η εικόνα μας υποδέχτηκε στην πολυαναμενόμενη "Μήδεια" που υπέγραψε ο Γερμανός σκηνοθέτης, παράσταση βασισμένη σε έργα του Ευριπίδη, του Χάινερ Μίλερ και του Αρθούρου Ρεμπό. "Μα σκουπίδια στην Επίδαυρο; Στο λίκνο του αρχαίου πολιτισμού μας;" οι πρώτες αυθόρμητες αντιδράσεις. Η σχέση του Έλληνα με το αρχαίο θέατρο της Επιδαύρου μου θυμίζει το καλό σαλόνι που κρατούσαν κάποτε οι νοικοκυρές κλειδωμένο και καθαρό, έξω από την ακαταστασία του υπόλοιπου σπιτιού. Σε όλη τη διαδρομή προς Επίδαυρο, δεξιά κι αριστερά της εθνικής οδού τα σκουπίδια ξεχειλίζουν, ενώ οι πυρκαγιές που καταπίνουν τη χώρα ούτε μαρτυρούν κάποια σπουδαία οικολογική συνείδηση ούτε προμηνύουν κάτι καλύτερο για το μέλλον, όμως την Επίδαυρο τη θέλουμε "αμόλυντη" από τέτοιες εικόνες, ως τελευταίο προπύργιο μιας ψευδαίσθησης σπουδαιότητας, στο οποίο καταφεύγουμε για να μη δούμε τη μικρότητά μας.
Ο Κάστορφ, πάντως, είχε πετύχει ήδη το στόχο του: να δημιουργήσει από την πρώτη κιόλας εικόνα το θέατρο για το οποίο είναι γνωστός, αυτό της μη συναίνεσης. Οι αντιφάσεις και οι διαφωνίες είναι δομικό στοιχείο στις παραστάσεις του, τόσο στη σύνθεση της δραματουργίας όσο και στις υποκριτικές ερμηνείες, κι έτσι μοιραία οι αντιφάσεις και οι διαφωνίες εκτείνονται και στην πρόσληψή τους. Ο Γερμανός σκηνοθέτης δεν φημίζεται απλώς αλλά είναι ένας από τους πρώτους που καθιέρωσε το "γερμανικό στιλ", δηλαδή τη σύνθεση κειμένων και σκηνικών εργαλείων προκειμένου να προκύψει ένα νέο παραστασιακό κείμενο. Πρόκειται για ένα στιλ που προσαρμόστηκε στο ελληνικό θέατρο, όμως εδώ υιοθετήθηκε κυρίως η αισθητική του φόρμα και λιγότερο ο οργανικός ιδεολογικός άξονας που διατρέχει την πρωτότυπη κατασκευή, δηλαδή η κατάθεση κριτικής και πολιτικής τοποθέτησης.
Δύο βασικά θέματα φαίνεται να απασχόλησαν τον σκηνοθέτη στη δική του "Μήδεια": η γυναίκα και ο ιμπεριαλισμός˙ και τα δύο διαμέσω των αιώνων, μια που η αναζήτηση της ιστορικότητας χαρακτηρίζει το γερμανικό θέατρο. Οι πέντε Μήδειές του ήταν πολλά πρόσωπα μαζί: η προδομένη γυναίκα, η γυναίκα θύμα των πολέμων, η γυναίκα εξόριστη -αλλά και η θελκτική γυναίκα, η γυναίκα που πρόδωσε πατρίδα και οικογένεια, η γυναίκα θύτης-, και οι άνδρες ήταν στρατιώτες, κατακτητές, διώκτες, αποικιοκράτες, κυνικοί πρώην εραστές. Τα κείμενα που χρησιμοποιήθηκαν (Ευριπίδης, Χάινερ Μίλερ, Ρεμπό, μαρτυρίες εξορίστων γυναικών από τον ελληνικό εμφύλιο) έφτιαξαν αυτό το παλίμψηστο που δομούσε έναν χρεωκοπημένο κόσμο, στο οποίο εισχώρησαν αρκετή μεταδραματικότητα (άλλο δομικό στοιχείο του θεάτρου του) και χιούμορ, σε μια προσπάθεια του Κάστορφ να "καλοπιάσει" το ελληνικό κοινό, αυτοσαρκαζόμενος για την ιδέα του να παρουσιάσει μια τέτοια "Μήδεια" στην Επίδαυρο.
Η εκκεντρικότητα κυρίευσε τη σκηνή ως χαρακτηριστική επιλογή ώστε να μην προκύψει εύκολη ταύτιση αλλά συνεχής εγρήγορση: απουσία γραμμικής αφήγησης και εξέλιξης καθώς ο μύθος είχε "ανοίξει" και εμπλουτιστεί με διάφορα κείμενα, εκμετάλλευση διαφορετικών σκηνικών εργαλείων (που πότε ήταν η ωμή γλώσσα του Μίλερ και πότε ένα παιδικό παιχνίδι στο χώμα για όλες τις υπερδυνάμεις του πλανήτη με την ιμπεριαλιστική πολιτική), εναλλαγές στο ύφος ερμηνείας που κινήθηκε σε μεγάλη γκάμα (πότε σαν από κομμάτι πρόβας και πότε πιστότερο στον "ρεαλισμό", πότε χαμηλόφωνο πότε κραυγαλέο, με συνεχή κινητικότητα και αυτοσχεδιαστική επίφαση), προβολές στην οθόνη σύγχρονων εικόνων καταναλωτισμού και ευμάρειας ως -παλαιού τύπου πάντως- πολιτικό σχόλιο για την "κακή Δύση" και την καπιταλιστική παρακμή, μοίρασμα της δράσης μεταξύ της ορχήστρας και ενός "κλειστού κουτιού" στο βάθος του θεάτρου (που αναπαρίστανε ένα τυπικό φτηνιάρικο στριπτιζάδικο/μπαρ), απ’ όπου κινηματογραφούνταν ζωντανά η δράση και προβαλλόταν στην οθόνη του σκηνικού.
Φυσικά, ήταν μια απαιτητική παράσταση, που απαιτούσε ανοιχτό πνεύμα και μεγάλη διαθεσιμότητα από τους ηθοποιούς και τους θεατές (όπως ήταν και μια παράσταση που είχε δίπλα στα θετικά της, φλυαρία και όχι πάντα οργανική πληθωρικότητα). Οι πρώτοι τα επέδειξαν στο έπακρο: ειδικά οι γυναίκες του θιάσου ερμήνευσαν σαν σε μια αγκαλιά, συνομωτώντας σε μια ολοδική τους συνθήκη και στιγμή. Εξετάζοντας μεμονωμένα τις ερμηνείες, φάνηκε πως δεν κατάφεραν να πιστέψουν ή να ενταχθούν ισάξια στο σύμπαν του σκηνοθέτη, όμως αξίζει να αναφερθούν μαζί χωρίς διακρίσεις: Στεφανία Γουλιώτη, Σοφία Κόκκαλη, Μαρία Ναυπλιώτου, Αγγελική Παπούλια, Ευδοκία Ρουμελιώτη. Αξιότατοι σύμμαχοι και οι άνδρες, μπήκαν με ζήλο στη συνθήκη, έφεραν εις πέρας έναν άθλο που απαιτούσε έκθεση, παιγνιώδη διάθεση, αμφισβήτηση των ερμηνευτικών και έμφυλων στερεοτύπων: Αινείας Τσαμάτης, Νικόλας Χανακούλας, Νίκος Ψαρράς.
Περισσότερες πληροφορίες
Μήδεια
Ο επί σειρά ετών διευθυντής της βερολινέζικης Φολκσμπίνε (Θέατρο του Λαού) έρχεται για πρώτη φορά στην Επίδαυρο για να παρουσιάσει τη δική του εκδοχή της «Μήδειας», με τον ομώνυμο ρόλο να ερμηνεύεται από πέντε ηθοποιούς. Η διασκευή βασίζεται στο κείμενο του Ευριπίδη, το οποίο συνδυάζεται με το λόγο του Γερμανού συγγραφέα Χάινερ Μύλλερ («Ρημαγμένη όχθη», «Μήδειας υλικό», «Τοπίο με Αργοναύτες») και τα κείμενα του «καταραμένου» Γάλλου ποιητή Αρθούρου Ρεμπώ. Για τον Κάστορφ, η Μήδεια είναι μια πρωτοποριακή τραγωδία με φεμινιστικό θέμα, που, λόγω της καταστροφικής δύναμης της κεντρικής της ηρωίδας, χτίζει έναν κόσμο όπου μπορούμε να διακρίνουμε μία πρώτη εικόνα «μητριαρχίας».