Okio

14 ↑

Με ένα δημιουργικό fusion μεταξύ Μεσογείου και Ιαπωνίας, πρόκειται για μία από τις πιο ερεθιστικές προτάσεις εξόδου αυτήν τη στιγμή στην Αθήνα.

Okio © Christos Drazos

Εντάξει, η Αθήνα μπορεί να μην έχει αυτόν τον τόσο έντονο μοδάτο κοσμοπολιτισμό που συναντάς σε κάθε βήμα σε Νέα Υόρκη και Λονδίνο, βολτάροντας όμως ανάμεσα στο Σύνταγμα και την Πλάκα αναπνέεις τη hype multi culti αύρα. Από τη μια pizza, pasta, sushi, αλλά και σουβλάκι επιπέδου πέρα απ’ τα τουριστικά, και από την άλλη fusion, Μεσόγειος, ελληνική μπιστρονομία, γιαπωνέζικες pub, mexi, poke και άλλα σε ξελογιάζουν χωρίς να το καλοκαταλάβεις. Μέσα σ’ αυτό το σκηνικό, το "Okio" αποτελεί μια πολύ ξεχωριστή περίπτωση που φλερτάρει σοβαρά με την ιδέα του fusion, έχοντας κουζίνα με δυνατό χαρακτήρα και αναμφισβήτητη υψηλή ποιότητα. Δεν είναι τυχαίο δε ότι το προτείνει ακόμη και ο Michelin που δεν παρακολουθεί και τόσο στενά τις αθηναϊκές εξελίξεις, αν και το εστιατόριο άνοιξε μέσα καλοκαιριού του ’21.

Okio
© Christos Drazos

Φωτεινό, μινιμαλιστικό, όμορφο, το "Okio" βγάζει τα γεωμετρικά του τραπέζια από βαρύ ξύλο στο πεζοδρόμιο διαχωρισμένα με ζαρντινιέρες φουλ στην πρασινάδα και νιώθεις να κυλάνε δίπλα σου η αύρα και ο ρυθμός της πόλης υπό τους ήχους soft ρυθμικής τζαζ. Δεν μου έδωσε, βέβαια, την αίσθηση ότι έχει γίνει ακόμη γνωστό στην πόλη· οι άνθρωποι που κάθισαν στα τραπέζια του τη βραδιά που το επισκέφτηκα, Έλληνες και ξένοι, ήταν μάλλον περαστικοί. Παρότι, όμως, δεν έχει κάνει ακόμη γκελ, είναι από τις πιο ερεθιστικές γαστρονομικές προτάσεις στην πόλη και αξίζει να το βάλετε στην ατζέντα σας. Το είχα ξεχωρίσει από την πρώτη μου επίσκεψη τον Σεπτέμβριο, αλλά πλέον η κουζίνα έχει πατήσει γερά στα πόδια της, ανεβάζοντας τις επιδόσεις της. Την επιμέλειά της έχει ο Παναγιώτης Γιακαλής μαζί με τον στενό συνεργάτη Πέτρο Φωτείνη και τις φωτιές δουλεύει ο Γιώργος Τσόλκας, επίσης μέλος της ομάδας. 

Okio
© Christos Drazos

Το στιλ του σερβιρίσματος είναι cool, χωρίς αυστηρούς διαχωρισμούς ορεκτικών και κυρίως. Οι μερίδες είναι μεσαίες, προωθώντας τη νοοτροπία της μοιρασιάς στο τραπέζι και την παραγγελία πολλών διαφορετικών πιάτων. Στην επιλογή σου σε βοηθούν πολύ φιλικά και επαγγελματικά τα κορίτσια του σέρβις. Το μενού δεν είναι μεγάλο –περιλαμβάνει 12 φαγητά και 3 επιδόρπια–, αλλά η καλή μέρα φαίνεται από το ψωμί: αφράτο και νοστιμότατο, συνοδεύεται από homemade βούτυρο κρέμας με μανιτάρια και η βελούδινη μαστιχωτή υφή του μαζί με τη βαθιά γεύση του είναι πειρασμός που, αν δεν προσέξεις, μπορεί να γεμίσει το στομάχι σου πρόωρα. Ο εξωτισμός είναι βασικό στοιχείο στο μοντερνισμό των συνθέσεων και εμφανίζεται με απρόσμενες μορφές.

Okio
© Christos Drazos

Η ντελικάτη ωμότητα μιας παλαμίδας, λόγου χάρη, ντύνεται με την καραμελωμένη γλύκα σιροπιού σφενδάμου και τη γλυκοφάγωτη κάψα τσίλι και δροσίζεται από λεπτές φέτες κολοκυθιού και λάδι μυρωδικών. Τα φασολάκια εμπλουτίζουν τη φυσική τους γλύκα με ένα "καπνιστό" πέρασμα από τη σχάρα και συνδυάζονται διακριτικά με γάλα καρύδας, υπαινιγμούς πικάντικου κάρι, δυόσμο και τραγανά φρέσκα κρεμμυδάκια. Το καλύτερο πιάτο απ’ όσα δοκίμασα ήταν το καλαμάρι. Με σχαρισμένο τραγάνισμα στην μπακλαβαδωτά χαραγμένη επιφάνεια της ζουμερότατης μυρωδάτης σάρκας του, διάχυτο τροπικαλισμό από τη σάλτσα μάνγκο και συνοδεία αληθινά αέρινης τεμπούρας κολοκυθιού, είναι διαμαντάκι που σε βάζει σε πειρασμό να ζητήσεις… δεύτερο πιάτο. Σ’ ένα άψογα ψημένο μοσχαρίσιο χτένι (oyster blade), πάλι, από τη μια χαίρεσαι την τρυφεράδα και τη βαθιά νοστιμιά του και από την άλλη τη γιαπωνέζικη σάλτσα του με καραμελωμένο miso, τη γλύκα ψητού μήλου και την πρωτότυπη μεταξωτή κρέμα από καπνιστή μελιτζάνα, που ο καπνός λειτουργεί μέσα της ως εξωτικό μπαχαρικό. 

Okio
© Christos Drazos

Στον κατάλογο υπάρχουν και πιο οικείες ιδέες, στις οποίες είναι πάλι εμφανείς η σταθερότητα και η εξαιρετική τεχνική της κουζίνας. Το ωραίο κρέας στο ταρτάρ έχει εκφραστική νοστιμάδα καρυκευμένη με ώριμη γραβιέρα και τα ευμεγέθη τσιπς της γαρνιτούρας είναι πεντατράγανα και αέρινα. Ο μπακαλιάρος από μόνος του είναι από τους καλύτερους που κυκλοφορούν στην Αθήνα, με τη σφιχτή μαργαριταρένια σάρκα του ζουμερή και με σωστές ορεκτικές δόσεις αλμύρας, ντυμένη εξωτερικά με το άρπαγμα "καμένου" βουτύρου που την κάνει ακαταμάχητη· η φρεσκάδα και η απαλότητα της κρέμας κολοκυθιού με σάλτσα μυδιών ταιριάζει, όντας απλή και εκφραστική. Το ιστορικό κέικ της Πορτογαλίας pao de lo, που αγάπησα από την πρώτη φορά που το δοκίμασα εδώ, έχει εξελιχθεί σ’ ένα επιδόρπιο με σούπερ αφράτη υφή και ταιριαστή κρέμα yuzu. Ο συνδυασμός λεμονιού, δυόσμου και μαρέγκας με πολλές εναλλαγές υφών (κρέμες, σορμπέ, τραγανά στοιχεία) γεμίζει παιχνιδιάρικη δροσιά, απαλότητα και ευτυχία το στόμα. Το μπαρ παίζει ωραία με τα κοκτέιλ, αν κρίνω από το μεστό χυμώδες Bloody Mary και τη σοφιστικέ τρυφεράδα από τζιν, μαχλέπι και γκρέιπφρουτ.

Η επίσκεψη του κριτικού στο εστιατόριο έγινε στις 17/5.

Ωράριο λειτουργίας: Κυρ. μόνο μεσημ. Κλειστά Δευτ. 
Τιμή: € 30-36 (το άτομο χωρίς ποτά και κουβέρ).
Πρόσβαση ΑμεΑ: Όχι.
Παρκινγκ στους γύρω δρόμους.

Επεξήγηση βαθμολογίας

Κακό:

12/20 και κάτω

Αδιάφορο:

12,1/20 έως 12,4/20

Μέτριο:

12,5/20 - 12,9/20

Ενδιαφέρον:

13/20 έως 13,9/20

Καλό:

14/20 έως 14,9/20

Πολύ καλό:

15/20 έως 16,4/20

Εξαιρετικό:

16,5/20 έως 17,9/20

Άριστο:

18/20 έως 20/20

↑ Βέλος προς τα πάνω (π.χ. 13/20 ↑):

το εστιατόριο είναι καλύτερο από το βαθμό του, χωρίς να αγγίζει το επόμενο βαθμολογικό σκαλοπάτι.

Οι κριτικοί του «α» επισκέπτονται ανώνυµα τα εστιατόρια και όλα τα έξοδα καλύπτονται από το περιοδικό.

Read Next

MORE FROM

Εστιατόρια