
Απρόσμενη ικανοποίηση άφησε η νέα παραγωγή της όπερας του Βέρντι "Η δύναμη του πεπρωμένου", που παρουσιάζει αυτές τις μέρες η Εθνική Λυρική Σκηνή στην "Αίθουσα Σταύρος Νιάρχος" του ΚΠΙΣΝ, 27 ολόκληρα χρόνια μετά το τελευταίο ανέβασμά της (Ηρώδειο, καλοκαίρι 1998). Το στοίχημα ήταν δύσκολο για ένα έργο συχνά συναρπαστικό από πλευράς μουσικής, αλλά δραματουργικά χαλαρό και ελάχιστα συνεκτικό.
Οι αδυναμίες αυτής της "ισπανικής" θεματικής όπερας (που παρουσιάσθηκε στην εκδοχή του Μιλάνου του 1869) είναι ορατές στο λιμπρέτο του Πιάβε: η γεμάτη έντονα πάθη, συναισθήματα και συνεχείς ανατροπές υπόθεση εξελίσσεται σε πολύ μεγάλα χρονικά χάσματα (δεκαετιών), διασπώμενη από φαινομενικά ετερόκλητες σκηνές εμβόλιμης δράσης με χορωδιακά, που εστιάζουν στη φρίκη του πολέμου και την επίδρασή του στις ζωές των ανθρώπων.
Αντιμέτωπη με τέτοιας μορφής δυσκολίες, η διεθνώς ανερχόμενη Ελληνίδα σκηνοθέτις Ροδούλα Γαϊτάνου πρότεινε, με τη σύμπραξη μιας πολύ αξιόλογης δημιουργικής ομάδας, ένα θέαμα σκηνικά πειστικό σε επίπεδο εικόνας, που εστίασε στην ανάδειξη του ψυχισμού των τριών πρωταγωνιστών και των -όχι πάντοτε ευκρινών- σημαδιών της μοίρας.
Διαφωτιστική υπήρξε εδώ κατ’αρχάς η απόπειρα δραματουργικής αξιοποίησης της σκηνικής αυλαίας, η οποία άλλοτε καλυπτόταν από τον εμβληματικό -αν και "πειραγμένο"!- πίνακα του Φρήντριχ "Ο μοναχός μπροστά στη θάλασσα", άλλοτε χρησίμευε -προ της αλλαγής των επιμέρους σκηνών- για βιντεοπροβολές (Ντικ Στρέικερ) "ψυχογραφημάτων" των χαρακτήρων. Κομβικής σημασίας υπήρξε η εναρκτήρια προβολή κατά την οποία ο καρδινάλιος (και όχι μαρκήσιος) του Καλατράβα αφαιρεί βιαίως από τα χέρια μιας γυναίκας το (εξώγαμο;) μωρό Ντον Κάρλο, εμπιστευόμενός το στην (απαχθείσα;) έφηβη αδελφή του Λεωνόρα. Η πρωταγωνίστρια συναπαντά αργότερα σε διάφορες σκηνές τη "μητέρα" της, με την οποία θα μοιρασθεί την ίδια τραγική μοίρα (εγκλεισμός σε μοναστήρι, θάνατος). Ενδιαφέρον παρουσίασε ακόμη η -μη ηθελημένη- "ανάμειξη" του μικρού Ντον Κάρλο στη δολοφονία του πατέρα του, όσο και η "σύμπραξη" της Λεωνόρας στη θανάτωση από τον αδερφό της. Όλοι αυτοί οι υπαινιγμοί για τη δύναμη του πεπρωμένου συνέδεσαν κατά κάποιο τρόπο την ιστορία ενός πατρικού (;) αμαρτήματος με τις πράξεις και επιλογές των μελών της οικογένειας του Μαρκήσιου/Καρδινάλιου μέχρι τέλους!
Η ιστορία των πρωταγωνιστών κινείται, όμως, εν προκειμένω, παράλληλα προς την εξέλιξη ενός πολέμου. Υπό το πρίσμα αυτό η τοποθέτηση της δράσης στο πρώτο μισό του 20ού αιώνα (με αναφορές σε αμφότερους τους Παγκόσμιους Πολέμους) αναδείχθηκε γλαφυρά με τη συμβολή των όπως πάντοτε προσεγμένων σκηνικών -ωραία χρήση συμβόλων από θρησκεία και φύση- και κοστουμιών του Γιώργου Σουγλίδη αλλά και των θεατρικών, κιαροσκούρο αισθητικής φωτισμών του Τζουζέππε ντι Ιόριο. Η συγκεκριμένη επιλογή αξιοποιήθηκε επαρκώς και για την παρουσίαση ως "ταμπλώ βιβάν" των εκτενών εμβόλιμων σκηνών πλήθους με τα χορωδιακά και την κυρίαρχη παρουσία μιας Πρετσιοζίλλας στρατιωτικού, που παρέπεμπε σε σύγχρονες πολιτικούς/δημαγωγούς. Οι σκηνές αυτές χορογραφήθηκαν, εξάλλου, εξαιρετικά από την Δήμητρα Καστέλλου, τονώνοντας αδιάλειπτα το ενδιαφέρον της παράστασης.
Βασισμένη στη δύναμη των εικόνων, η ημιαφαιρετική, ενίοτε γενικόλογη παρουσίαση από την Γαϊτάνου των δύο επιπέδων ανάγνωσης του έργου επέτρεψε, κάπως παράδοξα πλην άκρως αποτελεσματικά, τη διατήρηση της συνοχής και της αφηγηματικής ευφράδειας του θεάματος!
Τις θετικές εντυπώσεις από την παράσταση, που παρακολουθήσαμε στις 2/2, συμπλήρωσε, αν δεν ενίσχυσε, η ποιότητα του ακροάματος. Επίτευγμα διόλου αμελητέο, αν αναλογισθεί κανείς αφενός τον ενορχηστρωτικό πλούτο και την ομορφιά της παρτιτούρας, την οποία διαπερνά απ’άκρου σ’άκρο το περίφημο εξαγγελτικό θέμα του πεπρωμένου, αφετέρου την ανάγκη εξεύρεσης τουλάχιστον 4 μονωδών με ισχυρό φωνητικό και υποκριτικό αποτύπωμα. Σε αμφότερα ανταποκρίθηκε απόλυτα η ΕΛΣ!
Η επιτυχία στο μουσικό επίπεδο πρέπει σε μεγάλο βαθμό να πιστωθεί στον εμπειρότατο Ιταλό αρχιμουσικό Πάολο Καρινιάνι, ο οποίος, μετά τον συγκλονιστικό "Ναμπούκκο" στο Ηρώδειο το καλοκαίρι του 2023, προσέφερε ακόμη μία θαυμάσια μουσική διεύθυνση, ευέλικτη, δουλεμένη σε βάθος λεπτομέρειας, με ρευστότητα αφήγησης και αίσθηση του δράματος, αντλώντας το καλύτερο δυνατό από μιαν Ορχήστρα της ΕΛΣ σε μεγάλη φόρμα.
Εξίσου επιτυχημένη και κυρίως ισορροπημένη ήταν και η -σε συντριπτικό βαθμό αμιγώς ελληνική- διανομή, παρότι η ηλικιακή εγγύτητα των 4 βασικών μονωδών δεν επέτρεψε επιθυμητές διαφοροποιήσεις (ιδανικά θα ήθελε κανείς ένα νεώτερο Ντον Κάρλο και έναν περισσότερο ηλικιωμένο Πατέρα Γκουαρντιάνο).
Από τους 3 εξ αυτών, που, σημειωτέον, αναμετρήθηκαν με τους σημαντικούς ρόλους για πρώτη φορά στη σταδιοδρομία τους, ξεχώρισε κυρίως ο βαρύτονος Δημήτρης Πλατανιάς που απέδωσε, στο απόγειο της ωριμότητάς του, τον Ντον Κάρλο ντι Βάργκας με τραγούδι σπάνιας γενναιοδωρίας και έντασης. Άριστος μουσικοδραματικά τόσο ως αυταρχικός Μαρκήσιος/ Καρδινάλιος ντι Καλατράβα όσο και ως σεβάσμιος Πατήρ Γκουαρντιάνο υπήρξε ο βαθύφωνος Πέτρος Μαγουλάς.
Ο ρόλος της Λεωνόρας ήλθε -ατυχώς!- λίγο αργά στη σταδιοδρομία της Τσέλιας Κοστέα. Αυτό φάνηκε από μερικές οξύτητες στην υψηλή φωνητική περιοχή και από μια κάποια κόπωση στην περίφημη άρια "Pace, pace mio Dio" (που ακούγεται στο τέλος του έργου). Αμελητέα παραπτώματα για να τύχουν των -ελάχιστων, έστω- αποδοκιμασιών μερίδας των θεατών, ιδίως όταν η τέχνη και το συναίσθημα του τραγουδιού της εκλεκτής Ρουμάνας υψιφώνου παραμένουν αδιαμφισβήτητα και η όλη ενσάρκωση άκρως πειστική ως προς την ανάδειξη των διλημμάτων του χαρακτήρα. Το κουαρτέτο συμπλήρωσε επάξια ο ομοίως πειστικός και με νεανική ορμή Ντον Αλβάρο του διακεκριμένου Αργεντινού τενόρου Μαρσέλο Πουέντε, που τραγούδησε καλά αν και με αρκετή πίεση στις ψηλές νότες.
Παρά την ομορφιά -με έντονα αισθητή, όμως, σλάβικη ταυτότητα- του τίμπρου και την εντυπωσιακή σκηνική παρουσία η Πρετσιοζίλλα της Λευκορωσίδας μεσοφώνου Οξάνας Βόλκοβα πρόβαλε συχνά κάπως "ξένη" στην όλη παραγωγή. Εντυπωσιακός στον καρατερίστικο, ιδιότυπα γκροτέσκο ρόλο του Αδερφού Μελιτόνε υπήρξε ο μπασοβαρύτονος Γιάννης Γιαννίσης.
Σε μιαν όπερα που επιφυλάσσει συχνά κρίσιμο δραματουργικό ρόλο στη χορωδία, αυτή της ΕΛΣ τραγούδησε με ακρίβεια και κινήθηκε με αξιοπρόσεκτη σκηνική άνεση.
Μια οπωσδήποτε αξιόλογη δουλειά που θα άξιζε να παραμείνει στο ρεπερτόριο της Λυρικής, πολλώ δε μάλλον καθώς αποτέλεσε ουσιαστικά προϊόν των δικών της καλλιτεχνικών δυνάμεων! Εξίσου θα άξιζε να καταβάλλουν οι φιλόμουσοι κάθε προσπάθεια να την παρακολουθήσουν, παρότι οι 4 εναπομείνασες παραστάσεις μέχρι τις 18/2 έχουν ήδη ανακοινωθεί sold out…
Λεζάντα πρώτης φωτογραφίας: Το χορωδιακό των προσκυνητών από τη β’ σκηνή της Β’ πράξης της όπερας "Η δύναμη του πεπρωμένου" του Βέρντι (ΕΛΣ, ΚΠΙΣΝ, 2/2) © Γιάννης Αντώνογλου