Πανδαισία μουσικής δωματίου στο "Φεστιβάλ της Άνοιξης" του Μεγάρου

Η φετινή διοργάνωση ήταν αφιερωμένη κυρίως σε βραδιές μουσικής δωματίου, με κύριους συμμετέχοντες διακεκριμένους ξένους καλλιτέχνες.

Φεστιβάλ της Άνοιξης

Το "Φεστιβάλ της Άνοιξης" που διοργάνωσε για τρίτη συνεχή χρονιά το Μέγαρο Μουσικής Αθηνών μεταξύ 8 και 20 Απριλίου υπήρξε αδιαμφισβήτητα ο πιο σημαντικός κύκλος μουσικών εκδηλώσεων αυτής της περιόδου – ας μην ξεχνάμε, ότι, παρά τις υψηλές θερμοκρασίες, διανύουμε ακόμη τις τελευταίες εβδομάδες της άνοιξης. Παρότι κορυφώθηκε με την από κάθε άποψη επιτυχημένη συναυλία της Ορχήστρας Δωματίου της Ευρώπης υπό τον Κωνσταντίνο Καρύδη, η φετινή διοργάνωση, που έλαβε χώρα αποκλειστικά στην "Αίθουσα Χρήστος Λαμπράκης", αρθρώθηκε ουσιαστικά γύρω από βραδιές μουσικής δωματίου, με πρωταγωνιστές εκλεκτούς μετακεκλημένους ξένους καλλιτέχνες.

Ενάμιση χρόνο μετά την εμφάνισή της με την Ορχήστρα Δωματίου της Ευρώπης υπό τον Παππάνο, η διάσημη Ολλανδέζα βιολίστρια Ζανίν Γιάνσεν επανήλθε (16/4) στο Μέγαρο με ένα πρόγραμμα με ρομαντικά έργα για βιολί και πιάνο Γερμανών συνθετών, συνοδευόμενη από τον εξαίρετο Ρώσο-Βέλγο πιανίστα Ντένις Καζούχιν, που είχε συμμετάσχει και στην περσινή διοργάνωση, πλαισιώνοντας τότε την εξίσου διάσημη Νορβηγίδα βιολίστρια Βίλντε Φρανγκ.

Τα δύο μέρη της βραδιάς ξεκίνησαν με συνθέσεις για βιολί και πιάνο του ζεύγους Ρόμπερτ & Κλάρας Σούμαν (την 1η Σονάτα και τις 3 Ρομάντσες αντίστοιχα) και ολοκληρώθηκαν με τις δύο τελευταίες Σονάτες για βιολί και πιάνο του Μπραμς (την 2η και την 3η). Από την αρχή εντυπωσίασαν ο φωτεινός, καλλιεργημένος, ορθοτονικά ανεπίληπτος ήχος, η εκπληκτική τεχνική άνεση, η στέρεη, σε βάθος λεπτομέρειας εποπτεία της δομής των έργων και η εξαιρετικά προσεγμένη φραστική της Γιάνσεν, όπως και ο συντονισμός και ο ισόκυρος διάλογος με τον πιανίστα.

Παρά τις προφανείς συγγένειες της γραφής μεταξύ συνθετών με στενές -και σε προσωπικό επίπεδο- σχέσεις, οι δύο μουσικοί κατάφεραν να βρουν έδαφος διαφοροποίησης των ερμηνειών. Σ’αυτές των έργων των Σούμαν κομβική αποδείχθηκε η πειστική απόδοση της εναλλαγής διαθέσεων. Η ανήσυχη δραματουργία της 1ης Σονάτας του Ρόμπερτ Σούμαν φωτίσθηκε έξοχα μέσω ενός παιξίματος μεγάλης κινητικότητας και γλαφυρών εναλλαγών εντάσεων και καταλλαγών, ιδίως στο ενδιάμεσο allegretto με τις ενδιαφέρουσες αλλαγές ρυθμού ή στο καταληκτικό lebhaft με το συναρπαστικό αντιστικτικό κυνηγητό μεταξύ βιολιού-πιάνου. Ο εξαιρετικός έλεγχος των δυναμικών από τον Καζούχιν επέτρεπε την πιο ισόρροπη συμπόρευση με το βιολί που κινείτο εν προκειμένω διαρκώς στη χαμηλή και μεσαία του περιοχή. Με μεγάλη φροντίδα και εκφραστικότητα προβλήθηκε ο πηγαίος μελωδικός πλούτος του έργου, με μεγάλη ευγένεια η διάχυτη μελαγχολία του.

Αντίστοιχα ίσχυσαν και για τις 3 σύντομες "Ρομάντσες" της Κλάρας Σούμαν, όπου ξεχώρισαν η μουσικότητα και ευαισθησία των σολίστ, όπως και η ισότιμη ανάπτυξη του άλλοτε τρυφερού άλλοτε πιο εξωστρεφούς μελωδικού υλικού.

Εξίσου συνάρπασαν η άνεση και η αντίληψη με τις οποίες οι Γιάνσεν και Καζούχιν αντιδιέστειλαν τις δύο Σονάτες του Μπραμς. Με πόση πλαστικότητα φραστικής και αφηγηματική ευφράδεια αποδόθηκε η πληθωρικού λυρισμού 2η Σονάτα, με τη φωνητικών ποιοτήτων γραφή (ευδιάκριτες αναφορές στον οπερατικό Βάγκνερ και σε έντεχνα τραγούδια στο εναρκτήριο μέρος). Η συναισθηματική ειλικρίνεια του αργού μέρους και η βιεννέζικη χάρη και κομψότητα του φινάλε συνέβαλαν σε μια ερμηνεία δεδομένου ειρμού και οργανικής συνοχής. 

Αντιθέτως, η 3η Σονάτα προσεγγίσθηκε, ευπρόσδεκτα, με πολύ μεγαλύτερο πάθος και ένταση, πιο μυώδες φραζάρισμα και ισορροπημένη αντιπαράθεση μεταξύ της εξαίσιας ανάδειξης των μελωδικών θεμάτων από το βιολί και της ρυθμικά ανήσυχης, συγκοπτόμενης πιανιστικής συνοδείας. Παρά τη διάχυτη δραματικότητα και τις σαφείς δεξιοτεχνικές απαιτήσεις της γραφής, οι δύο μουσικοί δεν αμέλησαν την ανάλυση του περίτεχνου, συμφωνικών διαστάσεων μουσικού συντακτικού, στο οποίο η μεγάλη οικονομία των ιδεών συνοδεύεται από μία άκρως διεξοδική επεξεργασία. Στις άριστες εντυπώσεις συνέβαλαν καθοριστικά τα εύροα τέμπι, οι λεπταίσθητες διαβαθμίσεις δυναμικής, κυρίως όμως η ρευστότητα αφήγησης και η νηφαλιότητα του συναισθήματος, χωρίς περιττούς εκφραστικούς υπερθεματισμούς.

Οι δύο μουσικοί αντιχάρισαν στο ενθουσιώδες, πλην γενικά θορυβώδες ακροατήριο (που, ως συνήθως, δεν σταμάταγε να χειροκροτεί μεταξύ των μερών των έργων), δύο ανκόρ, το τρυφερό "Νυχτερινό" της Λιλί Μπουλανζέ (στο οποίο εντυπωσίασε ο τρόπος που χάιδευε τα πλήκτρα ο πιανίστας) και τη στοχαστική μεταγραφή για βιολί και πιάνο του τραγουδιού του Μπραμς "Feldeinsamkeit" (''Μοναξιά στο λιβάδι").

Φεστιβάλ της Άνοιξης
Το Κουαρτέτο Εγχόρδων της Σκάλας του Μιλάνου και ο Σκωτσέζος πιανίστας Άλασνταιρ Μπήτσον ερμηνεύουν το "Κουϊντέτο με πιάνο" του Φρανκ στο πλαίσιο του φετινού "Φεστιβάλ της Άνοιξης" του Μεγάρου Μουσικής Αθηνών ("Αίθουσα Χρήστος Λαμπράκης", 8/4) © Χάρης Ακριβιάδης

Το Φεστιβάλ εγκαινίασε στις 8/4 το Κουαρτέτο Εγχόρδων της Σκάλας του Μιλάνου, με το οποίο συνέπραξε ο Σκωτσέζος πιανίστας Άλασνταιρ Μπήτσον, γνωστός από την περσινή του εμφάνιση με την Ρωσίδα βιολίστρια Βικτόρια Μούλλοβα.

Στο πρώτο μέρος οι βιολιστές Φραντσέσκο Μανάρα και Ντανιέλε Πασκολέττι, ο βιολίστας Σιμόνιντε Μπρακόνι και ο βιολοντσελίστας Μάσσιμο Πολιντόρι ερμήνευσαν τα "Χρυσάνθεμα" και τα "Τρία Μενουέτα" για κουαρτέτο εγχόρδων του Πουτσίνι και το 4ο Κουαρτέτο εγχόρδων του Μπετόβεν

Τα σύντομα έργα του Πουτσίνι (μέρος των οποίων ο κορυφαίος συνθέτης του βερισμού αξιοποίησε αργότερα στην όπερα "Μανόν Λεσκώ") αναδείχθηκαν άριστα από τον καλλιεργημένο ήχο, το καντάμπιλε παίξιμο και το μετρημένο συναίσθημα των τόσο έμπειρων στο λυρικό θέατρο Ιταλών μουσικών, που απέφυγαν ευπρόσδεκτα τις υπερβολικά γλυκερές, περιπαθείς διατυπώσεις, με τις οποίες αυτά είναι συνήθως ταυτισμένα.

Οι ίδιες αρετές έγιναν ορατές και στο 4ο Κουαρτέτο εγχόρδων του Μπετόβεν, ένα από τα νεανικά κουαρτέτα του έργου 18. Ο φωτεινός ήχος και η μουσικότητα, η συναισθηματική ευγένεια, η (δεξιο)τεχνική σιγουριά, η προσεγμένη φραστική και το λεγκάτο του παιξίματος, η αίσθηση της συνομιλίας υπηρέτησαν άρτια τον απολλώνιο λυρισμό μιας γραφής με αρκετές οφειλές στον κλασικισμό ενός Χάϋντν. Παρότι υφολογικά συνεπής, η θεώρησή τους προσπέρασε, όμως, την εξίσου κομβική δραματική διάσταση του γραμμένου στην τονικότητα της ντο ελάσσονος έργου, που παραπέμπει στους αισθητικούς στόχους του κινήματος "Θύελλα και ορμή". Σ’ένα αινιγματικό κουαρτέτο στερούμενο αργού μέρους, τα σχετικά ήπια τέμπι και οι όχι έντονες διαβαθμίσεις δυναμικής δικαίωσαν μεν την κομψότητα του μενουέτου, αλλά άφησαν ελάχιστο χώρο να τονισθούν οι αντιθέσεις, π.χ. στο σκέρτσο, που ώφειλε να ηχήσει πιο ζωηρό ή στο φινάλε, που δεν απογειώθηκε, ιδίως στο "ουγγρικού στυλ" τμήμα του…

Την αναμφίβολα κορυφαία στιγμή της βραδιάς αποτέλεσε η ερμηνεία του περίφημου, εκτενούς "Κουϊντέτου με πιάνο" του Φρανκ, έργου σπάνιου πάθους. Με κινητήριο μοχλό τον Μπήτσον, ο οποίος με μεγάλη αυτοπεποίθηση ήξερε πότε να ηγείται και πότε να συνοδεύει, η ανήσυχη δραματουργία και η στέρεη δομή της σύνθεσης προβλήθηκαν έξοχα. Ο ωστικός παλμός των ακραίων μερών (με ανεπαίσθητο βιμπράτο των εγχόρδων), η άρτια απόδοση του μελωδικού στοιχείου του ενδιάμεσου αργού, ο υποδειγματικός σεβασμός των αγωγικών ενδείξεων και ο άριστος συντονισμός οριοθέτησαν μία ρομαντική ερμηνεία όπου σφρίγος, μέτρο και συναισθηματική αμεσότητα ισορροπούσαν θαυμαστά, χωρίς περιττές εξάρσεις, δικαιώνοντας το εκφραστικό φορτίο της μουσικής.

Ανταποκρινόμενοι στο θερμότατο χειροκρότημα του ακροατηρίου, οι πέντε μουσικοί προσέφεραν εκτός προγράμματος μια φωτεινή ανάγνωση του συναρπαστικού scherzo από το "Κουϊντέτο με πιάνο" του Μπραμς, έτερο πυλώνα της ρομαντικής εργογραφίας για το συγκεκριμένο σχηματισμό οργάνων.

Φεστιβάλ της Άνοιξης
Στιγμιότυπο από τo ρεσιτάλ που έδωσε στην "Αίθουσα Χρήστος Λαμπράκης" του Μεγάρου Μουσικής Αθηνών (9/4) ο Γερμανός οργανίστας Βίνφρηντ Μπαίνιχ © Χάρης Ακριβιάδης

Εμβόλιμα (9/4) δόθηκε το ρεσιτάλ του Γερμανού Βίνφρηντ Μπαίνιχ, που κατέχει τη θέση του οργανίστα στον ιστορικό Καθεδρικό Ναό της Κολωνίας. Όπως συνηθίζουν οι ομότεχνοί του, ο Μπαίνιχ παρουσίασε στο επιβλητικό εκκλησιαστικό όργανο του Μεγάρου που κατασκεύασε πριν από 30 περίπου χρόνια ο διάσημος οίκος Κλάις, ένα πολυσυλλεκτικό πρόγραμμα, μεγάλης στυλιστικής ποικιλίας, το οποίο ανέδειξε τις ανεξάντλητες ηχοχρωματικές και πολυφωνικές δυνατότητες του οργάνου, τον επιβλητικό, "γερμανικής" ποιότητας ήχο αλλά και τις δεξιοτεχνικές και αυτοσχεδιαστικές ικανότητες του σολίστ.

Η βραδιά ξεκίνησε με μεταγραφές μιας "Συμφωνίας" και δύο "Χορικών" από τρεις Καντάτες του Γ.Σ. Μπαχ, τις υπ’αριθμούς 29, 22 και 79. Ο σολίστ ανέδειξε έξοχα την εορταστική διάθεση της πρώτης, την πνευματικότητα του δεύτερου και την εξωστρέφεια του τρίτου. Μία ακόμη μεταγραφή για όργανο, αυτή του περίφημου "Αντάτζιο" του Μπάρμπερ, ήχησε, παραδόξως, με λιγότερη αισθαντικότητα και υποβλητικότητα απ’ό,τι η αρχική εκδοχή για ορχήστρα εγχόρδων. Σε τρία αποσπάσματα από τη συλλογή "Φανταστικά κομμάτια" του σπουδαίου Γάλλου οργανίστα και συνθέτη Βιερν, που αποτελούν σημείο αναφοράς στην αναγέννηση της γαλλικής μουσικής για όργανο των αρχών του 20ού αιώνα, οι περιγραφικές αρετές του Μπαίνιχ δικαίωσαν την ελευθερία και τον υψηλό βαθμό φαντασίας της γραφής.

Το δεύτερο μέρος ξεκίνησε και πάλι με Γ.Σ. Μπαχ και το "Πρελούδιο και φούγκα" BWV 532, ένα από τα γοητευτικότερα και δυσκολότερα έργα του. Εν προκειμένω, η συμφωνική διάσταση της γραφής συσσωρεύει σταδιακά ένταση, από την κομψή νηφαλιότητα του Πρελουδίου μέχρι την περίτεχνη Φούγκα, όπου τις νευρώδεις πολυφωνικές χειρονομίες διαδέχονται απρόσμενες μετατροπίες και λαμπερά δεξιοτεχνικά περάσματα, ιδίως στα πεντάλ. Την όλη διαδρομή μέχρι τη μεγαλοπρεπή κατάληξη ανέδειξε υποδειγματικά ο σολίστ.

Ακολούθησε ο 2ος Θρύλος ("Ο Άγιος Φραγκίσκος της Πάολας περπατώντας πάνω στα κύματα") του Λιστ σε μεταγραφή του ίδιου του Μπαίνιχ από το πρωτότυπο κομμάτι για σόλο πιάνο. Με μεγάλη περιγραφική ευφράδεια ο οργανίστας ζωντάνεψε την πνευματικότητα και το εξωμουσικό περιεχόμενο του κομματιού, που αφορά στη δοκιμασία του Αγίου, μια πορεία μέχρι τον επιβλητικό θρίαμβο της πίστης. 

Η βραδιά ολοκληρώθηκε, όπως αναμενόταν, σε λαμπερούς τόνους με έναν εκτενή "Αυτοσχεδιασμό", που καθήλωσε το κοινό με την αστραπιαία μετουσίωση αυθόρμητων μουσικών σκέψεων σε ολοκληρωμένες, ηχοχρωματικά πολυτελείς μουσικές συλλήψεις…

Λεζάντα πρώτης φωτογραφίας: Η Ολλανδέζα βιολίστρια Ζανίν Γιάνσεν και ο Ρωσο-Βέλγος πιανίστας Ντένις Καζούχιν παίζουν ρομαντικές σονάτες για βιολί και πιάνο στο πλαίσιο του "Φεστιβάλ της Άνοιξης" του Μεγάρου Μουσικής Αθηνών ("Αίθουσα Χρήστος Λαμπράκης", 16/4)  © Χάρης Ακριβιάδης

Περισσότερες πληροφορίες

Μέγαρο Μουσικής - αίθουσα «Χρήστος Λαμπράκης»

Βασ. Σοφίας & Κόκκαλη, Αμπελόκηποι
  • Συναυλίες

Διαβάστε ακόμα

Τελευταία άρθρα Μουσική

Monophonics: Η κορυφαία psychedelic soul μπάντα επιστρέφει στην Αθήνα

Η "πιο καυτή psychedelic soul ορχήστρα του σήμερα" έρχεται στο Gazarte Ground Stage.

25/09/2025

Οι Rolling Stones ανακοίνωσαν την επανέκδοση του άλμπουμ "Black And Blue" από το 1976

Νέο μουσικό βίντεο, ακυκλοφόρητα κομμάτια, ζωντανές συναυλίες και όλα όσα φέρνει μαζί του το Super Deluxe Box Set για να γιορτάσουν το θρυλικό άλμπουμ των Rolling Stones.

Η sold out συναυλία του Mulatu Astatke στην Αθήνα μεταφέρεται για τον Νοέμβριο

Η νέα ημερομηνία θα γνωστοποιηθεί μέσα στις επόμενες ημέρες.

Sunset, beats & unity: Reflected με Frankey & Sandrino στον Πύργο του Πειραιά

Το εκρηκτικό γερμανικό ντουέτο θα πλαισιώσουν οι δικοί μας Mangata Projekt σε μια βραδιά για καλό σκοπό.

Αγοραφοβικό Φεστιβάλ 2025: Δύο μέρες αντίδοτο στην αγοραφοβία των καιρών μας

Η επιτυχημένη φεστιβαλική διοργάνωση που καθιερώθηκε αμέσως ως το μεγάλο ραντεβού της ευρύτερης ελληνικής indie σκηνής επιστρέφει με την τρίτη έκδοσή της στην ΠΛΥΦΑ, σε επιμέλεια της Sci-Fi River (26-27/9).

Τo Ίδρυμα Αικατερίνης Λασκαρίδη γιορτάζει 30 χρόνια προσφοράς στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά

Μια επετειακή εκδήλωση με παρουσιάσεις, προβολές και συναυλία κλασικής μουσικής.

Φεστιβάλ Όπερας Ροσσίνι: Σπάνιες λυρικές απολαύσεις εν μέσω σοβαρών προκλήσεων

Παρά τη μειούμενη χρηματοδότηση και την ανάγκη προσέλκυσης νέου κοινού, στο Πέζαρο η απογείωση των έργων του Ροσσίνι εξακολουθεί να γίνεται με μουσικ(ολογικ)ή και παραστατική αρτιότητα και τη σύμπραξη καταξιωμένων και ανερχόμενων καλλιτεχνών, εξειδικευμένων στο ρομαντικό μπελ-κάντο.