Τις απολύτως ειδικές απαιτήσεις ήχου, έκφρασης και αισθητικής που προϋποθέτει η απόδοση της κοσμαγάπητης γαλλικής μουσικής υπενθύμισαν τρεις βραδιές σε αθηναϊκές αίθουσες συναυλιών.
Το αφιερωμένο στη Γαλλία πρόγραμμα της Συμφωνικής Ορχήστρας του Δήμου Αθηναίων (ΣΟΔΑ) που δόθηκε στις αρχές του μήνα (4/5) στο «Ολύμπια» (πλέον «Ολύμπια – Δημοτικό Μουσικό Θέατρο Μαρία Κάλλας») κέντρισε το ενδιαφέρον για δύο λόγους. Αφενός γιατί περιελάμβανε έργα γάλλων συνθετών απολύτως αντιπροσωπευτικά της λεγόμενης «μικρής φόρμας», αφετέρου γιατί αποτέλεσε αφορμή σύμπραξης δύο πολύ ταλαντούχων μουσικών της νέας γενιάς, της πιανίστριας Νεφέλης Μούσουρα και του αρχιμουσικού Στάθη Σούλη, που έχουν ήδη δώσει φερέγγυα δείγματα των ικανοτήτων τους.
Συνεχίζοντας την εξερεύνηση του πλούσιου γαλλικού ρεπερτορίου, η Μούσουρα αναμετρήθηκε αυτή τη φορά με το «Κοντσέρτο για πιάνο και ορχήστρα σε σολ» του Ραβέλ. Η επιτυχημένη ερμηνεία της βασίσθηκε στην ισορροπημένη και πλαστικότατη απόδοση των -διαφορετικών- τριών μερών του έργου. Μουσικότητα και ευαισθησία σε συνδυασμό με πεντακάθαρη άρθρωση φώτισαν το αρχικό μέρος, τρυφερότητα και αισθησιασμός χρωμάτισαν το περίφημο αργό μεσαίο μέρος, άριστη τεχνική και σβέλτα τέμπι υπηρέτησαν έξοχα το τζαζίστικο καταληκτικό presto. Μακράν ανώφελων δεξιοτεχνικών εξάρσεων, οι ποιότητες της μουσικής του Ραβέλ αναδεικνύονταν συνεχώς με ευγένεια και εκφραστικότητα. Η όχι πάντοτε ιδανικά συντονισμένη ορχήστρα συνόδευσε την σολίστ διακριτικά, με εξαίρεση κάποια ολισθήματα των κόρνων.
Εκφραστικά συγκρατημένη ήχησε και η εκτέλεση του εναρκτήριου έργου, του «Πρελούδιου στο απομεσήμερο ενός φαύνου» του Ντεμπυσσύ. Χωρίς να ωφελείται σίγουρα από την ξηρή ακουστική της αίθουσας, η διάπλαση του ορχηστρικού ήχου υπήρξε κάπως χαλαρή, χωρίς φωτοσκιάσεις, ενώ ούτε το φλάουτο της Μικαέλλας Παναγιωτοπούλου διέθετε την ατμοσφαιρική ηχητική ρευστότητα με τις αναγκαίες διστακτικές μεταπτώσεις.
Η ορχήστρα εμφανίσθηκε σαφώς βελτιωμένη μετά το διάλειμμα, περιλαμβανομένων των μεγαλύτερης αυτοπεποίθησης σολιστικών παρεμβάσεων της φλαουτίστριας. Η «Παβάνα» του Φωρέ αποδόθηκε με μια γλυκιά ηρεμία και διακριτικό συναίσθημα, ενώ η «Ελεγεία για βιολοντσέλο και ορχήστρα» του ίδιου συνθέτη αναδείχθηκε στις σωστές της διαστάσεις από το νηφάλιο και ορθοτονικά ασφαλές παίξιμο του σολίστ Κωστή Θέου.
Η βραδιά ολοκληρώθηκε με μια πολύ καλή ερμηνεία της «Μικρής Σουίτας» του Ντεμπυσσύ. Αντλώντας επαρκή διαφάνεια από τα έγχορδα, ο Σούλης μερίμνησε για την απόδοση της λικνιστικής διάθεσης της μουσικής, χωρίς να αμελεί ούτε στιγμή την κομψότητά της.
Σε κάθε περίπτωση, οι ιδιαίτερες απαιτήσεις του συγκεκριμένου ρεπερτορίου εξέθεσαν με οξύ τρόπο τα προβλήματα ακουστικής του θεάτρου «Ολύμπια», το οποίο στην παρούσα μορφή του δεν είναι ιδανικό για συναυλίες συμφωνικής μουσικής, πολλώ δε μάλλον όταν η ορχήστρα παίζει από το ύψος της σκηνής, πίσω από την -πάλαι ποτέ οπερατική- τάφρο. Οι άνθρωποι του Δήμου οφείλουν να ενσκήψουν στο πρόβλημα και να εξετάσουν το ενδεχόμενο χρησιμοποίησης ανακλαστικών του ήχου ξύλινων επιφανειών γύρω και πίσω από τους μουσικούς. Διαφορετικά, η καθ’όλα αξιέπαινη και επιβεβλημένη απόκτηση σταθερού συναυλιακού χώρου για τη ΣΟΔΑ θα αποτελεί «δώρον άδωρον»…

Εξίσου ενδιαφέρουσες συνθέσεις γαλλικής μουσικής είχαν ακουσθεί σχεδόν ένα μήνα νωρίτερα (29/3) σε συναυλία της Κρατικής Ορχήστρας Αθηνών υπό τον διακεκριμένο Γάλλο αρχιμουσικό Νικολά Σαλβέν στην «Αίθουσα Χρήστος Λαμπράκης» του Μεγάρου Μουσικής.
Η βραδιά άνοιξε, πάντως, όχι με ένα γαλλικό έργο, αλλά με την 86η Συμφωνία του Χάϋντν, την προτελευταία από τις 6 … «Συμφωνίες του Παρισιού», που ο μεγάλος συνθέτης έγραψε κατά παραγγελία της Ορχήστρας της «Ολυμπιακής» μασονικής στοάς της γαλλικής πρωτεύουσας! Η αξιοποίηση σχετικά μεγάλου ορχηστρικού κλιμακίου συνέβαλε στην ανάδειξη της μεγαλοπρέπειας της κλασικής γραφής, την οποία φώτισαν ιδιαίτερα καλλιεπείς συνεισφορές από τρομπέτες και τύμπανα. Παρά τη σχετική διαύγεια του ορχηστρικού ήχου και τις χαριτωμένες παρεμβάσεις των ξυλίνων, περισσότερο ευέλικτες ταχύτητες και μεγαλύτερες πινελιές χιούμορ θα διασφάλιζαν πιο γλαφυρή συμφωνική αφήγηση και προβολή των μεταπτώσεων διαθέσεων και συναισθημάτων…
Στη συνέχεια, ο κορυφαίος φαγκοστίστας του συνόλου Αλέξανδρος Οικονόμου χάρισε μια θαυμάσια ερμηνεία του «Κοντσέρτου για φαγκότο και 11 έγχορδα» του Ιμπέρ, Γάλλου συνθέτη που φημίζεται για την ευφάνταστη και πνευματώδη γραφή για τα ξύλινα πνευστά. Ο σολίστ ανταπεξήλθε με χαρακτηριστική άνεση στις δεξιοτεχνικές και εκφραστικές προκλήσεις της νεοκλασικής παρτιτούρας, διαμορφώνοντας τις φράσεις με μουσικότητα και κομψότητα. Άρτιος υπήρξε ο διάλογος με τα σβέλτων αντανακλαστικών έγχορδα, ενώ η κυρίαρχη ρυθμική ενεργητικότητα και η παιγνιώδης διάθεση του έργου αναδείχθηκαν υποδειγματικά υπό την ακριβή μπαγκέτα του Σαλβέν.
Λόγοι ανωτέρας βίας δεν επέτρεψαν την ακρόαση του βασικού έργου του προγράμματος, της «Συμφωνίας» του - Βέλγου- Φρανκ. Με την ευγενική άδεια της ορχήστρας, παρακολουθήσαμε όμως την αρκούντως διαφωτιστική πρωινή γενική πρόβα. Έχοντας αναμετρηθεί επανειλημμένα με το συγκεκριμένο έργο μέσα στο 2018 (ιδίως στο πλαίσιο της καλοκαιρινής περιοδείας της στην Πορτογαλία), η -υπό αρκετά διαφορετική σύνθεση- ΚΟΑ φάνηκε να το προσεγγίζει πλέον με μεγαλύτερη ελευθερία και αφηγηματική ευφράδεια, που επέτρεπαν πιο ανάγλυφη προβολή του μυστηρίου του. Τα αγωγικά ευέλικτα τέμπι του Γάλλου αρχιμουσικού, οι αβίαστα προσεγμένες κορυφώσεις/αποφορτίσεις, ο περισσότερο εστιασμένος ήχος των εγχόρδων, η προσθήκη στο σταθερά ποιητικό σόλο αγγλικού κόρνου της Χριστίνας Παντελίδου εξίσου αξιομνημνόνευτων παρεμβάσεων κορυφαίων των χάλκινων πνευστών (όπως ο έξοχος Αμερικανός τρομπετίστας Μπράντον Ράϊντνουρ και ο κορνίστας Κώστας Σίσκος) διαμόρφωσαν μια ερμηνεία με εντελέστερη συνοχή και …γαλλικό άρωμα!

Στις αρχές του ίδιου μήνα (4/3), ένας εκλεκτός Γάλλος πιανίστας, ο Φλοράν Μποφφάρ, Καθηγητής στο Ανώτατο Εθνικό Ωδείο του Παρισιού, φιλοξενήθηκε στην «Αίθουσα Άρης Γαρουφαλής» του Ωδείου Αθηνών. Το ωριαίο ρεσιτάλ του αποτέλεσε την εναρκτήρια εκδήλωση ενός τετραήμερου «Αφιερώματος στον Μεσσιάν», που συνδιοργάνωσαν το Ωδείο και η Στέγη του Ιδρύματος Ωνάση και το οποίο περιελάμβανε συναυλίες, master classes και διαλέξεις γύρω από το έργο του μεγάλου Γάλλου συνθέτη.
Στο πρόγραμμα εναλλάχθηκαν πιανιστικές συνθέσεις του Μεσσιάν και δύο πολύ γνωστών μαθητών του, του Γάλλου Τριστάν Μυράϊγ και του Βρετανού Τζωρτζ Μπέντζαμιν.
Το πάθος του Μεσσιάν για τη φύση και τα τραγούδια των πουλιών μετουσιώθηκε στον πιανιστικό κύκλο «Κατάλογος των πουλιών», που περιλαμβάνει 7 Βιβλία! Θεωρούμενη ότι απευθύνεται περισσότερο στους σπουδαστές της μουσικής, παρά στους μυημένους φιλόμουσους, η συγκεκριμένη συλλογή χαρακτηρίζεται από ανισότητα έμπνευσης. Ο Μποφφάρ -μαθητής της πιανίστριας Υβόν Λοριό, συζύγου του Μεσσιάν και ιδανικής ερμηνεύτριας των έργων του- έπαιξε τρία κομμάτια, την «Τουρλίδα», την «Δεντροσταρήθρα» και τον «Συκοφάγο». Σε όλα αξιοποιήθηκαν λεπταίσθητες ηχητικές αποχρώσεις, ρευστότητα αφήγησης και μια ποιητική διάθεση που άμβλυνε τη φήμη της συγκεκριμένης συλλογής ως κάπως βαρετής…
Περισσότερο ενδιαφέροντα ήσαν τα υπόλοιπα έργα. Στον «Μανδραγόρα» του Μυράϊγ (ενός από τους κυριότερους εκπροσώπους της φασματικής μουσικής), πέντε φασματικές συγχορδίες με μεταβλητή εμφάνιση γυρνάνε στην αγκαλιά μιας σπείρας κεντραρισμένης πάνω σε αρκετά ostinati ρυθμού, χρώματος και ηχοχρώματος. Τα «Shadowlines» του Μπέντζαμιν υπήρξαν το εκφραστικά πιο απαιτητικό -και αμφίσημο- κομμάτι της βραδιάς. Περιζήτητος ερμηνευτής του σύγχρονου πιανιστικού ρεπερτορίου, ο Μποφφάρ δεν συνάντησε καμία δυσκολία στο να αποδώσει με ακρίβεια και σπάνια καθαρότυτα άρθρωσης και φραστικής αυτήν την αλληλουχία σύντομων κανόνων/πρελουδίων και διαθέσεων…