Άνισες συναυλίες και διστακτικό ξεκίνημα της ΚΟΑ

Προβληματισμό δημιούργησαν οι τρεις πρώτες τακτικές συναυλίες της Κρατικής Ορχήστρας Αθηνών για την φετινή καλλιτεχνική σαιζόν.

Άνισες συναυλίες και διστακτικό ξεκίνημα της ΚΟΑ

Προβληματισμό δημιούργησαν οι τρεις πρώτες τακτικές συναυλίες της Κρατικής Ορχήστρας Αθηνών για την φετινή καλλιτεχνική σαιζόν. Παρά την ευπρόσδεκτα αυξημένη προσέλευση του κοινού στην «Αίθουσα Χρ. Λαμπράκης» του Μεγάρου Μουσικής, οι άνισες επιδόσεις σκίασαν τις συνολικές εντυπώσεις.

Εν αναμονή του διορισμού ικανού αριθμού μουσικών που θα καλύψουν κενά, συμβάλλοντας και στη σμίλευση/σταθεροποίηση της πολυπόθητης ηχητικής ταυτότητας του συνόλου, οι μέχρι τώρα εμφανίσεις επιβεβαίωσαν τις ενδημικές αδυναμίες του. Μία από αυτές είναι να παίζει καλύτερα ανάλογα με τον αρχιμουσικό (κατά προτίμηση, ξένο!) και/ή το ρεπερτόριο.

Αυτό συνέβη π.χ. στη συναυλία της 19/10 υπό τον Βέλγο αρχιμουσικό Μισέλ Τιλκέν. Η λιτή ενορχήστρωση του εναρκτήριου έργου, του «Τάφου του Κουπρέν» του Ραβέλ, αποδόθηκε με καθαρότητα και κομψότητα -ιδίως στο πρελούδιο και το μενουέτο- ενώ δεν αγνοήθηκε η επισημότητα της χορευτικής διάστασης των άλλων δύο κομματιών του. Χαμηλόφωνο παίξιμο στα έγχορδα και καλλιεπείς συνεισφορές των ξύλινων πνευστών αξιοποιήθηκαν δεόντως.

Ορχήστρα και αρχιμουσικός κλήθηκαν, ακολούθως, ν’αναμετρηθούν με την πολυσχιδία διαθέσεων του 2ου Κοντσέρτου για πιάνο και ορχήστρα του Προκόφιεφ. Σβέλτα αντανακλαστικά και οξεία αίσθηση του διαλόγου είναι εδώ εντελώς απαραίτητα, ιδίως όταν ο σολίστ είναι της κλάσης του Τίτου Γουβέλη. Στην απόλυτη ακμή του, ο 41χρονος πιανίστας έδωσε μιαν απαστράπτουσα (δεξιο)τεχνικά και εκφραστικά ερμηνεία που «τετραγώνισε τον κύκλο». Στο πρώτο μέρος, καθήλωσε ο τρόπος με τον οποίο πέρασε αβίαστα από την τρυφερή εκμυστήρευση του αρχικού andantino στην υπερβατικής δυσκολίας καντέντσα του δεύτερου μισού, που ουδέποτε ήχησε ως άσκηση βιρτουοζίστικης επίδειξης. Εξίσου πειστική ήταν η απόδοση -με σκανδαλιστική δαχτυλική ευχέρεια!- του παιγνιώδους scherzo καθώς και αυτή του αμφίθυμου intermezzo.

Σε κανένα όμως μέρος, όσο στο φινάλε, δεν καθίσταται τόσο σαφής η ανάγκη ισορροπημένης προβολής του ιδιότυπου, έντονου λυρισμού του έργου με τις πιο εξωστρεφείς, συχνά εκρηκτικές διατυπώσεις, δια της οποίας διασφαλίζεται η κρίσιμη αφηγηματική συνοχή. Καλλιτέχνης με ευρεία παιδεία πέραν του μουσικού ταλέντου, δεινός χειριστής του λόγου πέραν των πλήκτρων, ο Γουβέλης αντελήφθη απόλυτα την ουσία του έργου και ανταποκρίθηκε άριστα στις μεγάλες προκλήσεις του! Φρόντισε δε, ορθά, να εκτονώσει την ενθουσιώδη υποδοχή του κοινού μ’ένα άκρως ποιητικό «Νυχτερινό» του Σκριάμπιν.

Τη βραδιά ολοκλήρωσε μια στρωτή ανάγνωση της 7ης Συμφωνίας του Μπετόβεν, σύνθεσης με την οποία η ΚΟΑ είναι αρκετά εξοικειωμένη. Αυτό που ξάφνιασε, εν προκειμένω, ήταν η κάπως παλιομοδίτικη, ρομαντική οπτική της προσέγγισης: ο φλαμανδός μαέστρος απέσπασε από την ΚΟΑ παίξιμο ορμητικό και ρυθμικά ακριβές, με αρκετά μεγάλη συναισθηματικά ένταση. Ο έλεγχος του συνόλου και των ηχητικών ισορροπιών ήταν γενικά προσεγμένος, με την εξαίρεση των ολισθημάτων των χάλκινων, σποραδικών σε ό,τι αφορά στα κόρνα (στο φινάλε) και σχεδόν συστηματικών από τις -υπό τον Καίσαρη- τρομπέτες…

Άνισες συναυλίες και διστακτικό ξεκίνημα της ΚΟΑ - εικόνα 1
Ο Σλοβένος αρχιμουσικός Ούρος Λάγιοβιτς διευθύνει την Κρατική Ορχήστρα Αθηνών στην 7η Συμφωνία του Μάλερ («Αίθουσα Χρ. Λαμπράκης» Μεγάρου Μουσικής, 2/11) © Μαρία Γραμματικού

Αντιθέτως, η παρουσία στο πόντιουμ ενός από τους πιο αγαπητούς στην ορχήστρα -και σταθερά μετακαλούμενους, εσχάτως- αρχιμουσικούς, του Σλοβένου Ούρος Λάγιοβιτς δεν μπόρεσε να σώσει τη συναυλία της 2/11. Η αποστολή του ήταν, βεβαίως, επικίνδυνη, λόγω του μοναδικού έργου της βραδιάς, της στριφνής 7ης Συμφωνίας του Μάλερ, ενός ακόμη κρίκου στην αλυσίδα της συναυλιακής αναμέτρησης της ΚΟΑ με το πλήρες συμφωνικό corpus του σπουδαίου Βοημού συνθέτη.

Ο κύκλος που προσφέρεται σταδιακά κατά τα τελευταία χρόνια δεν έχει αφήσει αξιομνημόνευτες εντυπώσεις, πιστοποιώντας αδυναμία αποκωδικοποίησης του περίτεχνου μουσικού συντακτικού και κατανόησης των εξωμουσικών συμφραζομένων της γραφής του Μάλερ. Εν προκειμένω, πάντως, μεγάλο μερίδιο ευθύνης βαραίνει και τον 74χρονο Λάγιοβιτς, ο οποίος δεν έδειξε σε κανένα σημείο να κινείται άνετα μεταξύ των μαιάνδρων της παρτιτούρας.

Στο εκτενές πρώτο μέρος με την ανήσυχη δραματουργία, η εξαιρετικά αναλυτική διεύθυνσή του εξέθετε διαρκώς το μέτριο συντονισμό και την αδρομερή στάθμιση των ηχητικών όγκων, που ανέτρεπαν ισορροπίες και απομείωναν το ενδιαφέρον της ροής της αφήγησης. Η συνέχεια υπήρξε κάπως καλύτερη, αλλά η εκτέλεση παρέμενε σταθερά διεκπεραιωτική. Αμφότερες οι -τόσο καθοριστικές εν προκειμένω- «Νυχτερινές μουσικές», με την αρμονική τους πολυπλοκότητα, δόθηκαν αδρομερώς, χωρίς φαντασία και βάθος λεπτομέρειας, ενώ ακόμη και τα ξύλινα ηχούσαν -παραδόξως!- ελάχιστα ποιητικά.

Τα αργά τέμπι, ο ατελής έλεγχος των δυναμικών (ιδίως των χάλκινων πνευστών), η έλλειψη ρυθμικής ζωντάνιας (ιδίως στο φρενήρες ροντό/φινάλε) και η ανεπαρκής ανάδειξη των διαφορετικών διαθέσεων δεν κατάφεραν ν’απογειώσουν σε κανένα σημείο την ερμηνεία, πολλώ δε μάλλον όταν έλειψαν και οι ξεχωριστές σολιστικές επιδόσεις, εξαιρουμένων οριακά αυτών του Ανδρέα-Ρολάνδου Θεοδώρου στο ευφώνιο και του κορυφαίου των -αξιόπιστων και πάλι- κόρνων Κώστα Σίσκου.

Η συνέχιση του «Κύκλου Μάλερ» έχει νόημα μόνο υπό την προϋπόθεση μεγαλύτερου αριθμού δοκιμών, διεξοδικότερης προετοιμασίας και δουλειάς ως προς την καλλιέργεια του ορχηστρικού ήχου! Διαφορετικά, η πολυεπίπεδη, περιπετειώδης μαλερική μουσική δραματουργία σπάνια θ’αποκαλύπτει την ομορφιά της, ιδίως στο πλαίσιο μίας και μοναδικής συναυλίας…

Άνισες συναυλίες και διστακτικό ξεκίνημα της ΚΟΑ - εικόνα 2
Στιγμιότυπο από την ερμηνεία του «Κοντσέρτου για βιολοντσέλο και ορχήστρα αρ. 2» του Ντβόρζακ από τον Λιθουανό τσελίστα Ντάβιντ Γκέρινγκας υπό τη συνοδεία της Κρατικής Ορχήστρας Αθηνών σε μουσική διεύθυνση Στέφανου Τσιαλή («Αίθουσα Χρ. Λαμπράκης» Μεγάρου Μουσικής, 5/10) © Μαρία Γραμματικού

Τις πιο άνισες εντυπώσεις άφησε, μέχρι τώρα, η πρώτη συναυλία της σαιζόν (5/10) υπό τον καλλιτεχνικό διευθυντή του συνόλου Στέφανο Τσιαλή. Στο επίκεντρό της βρέθηκε η εκτέλεση της «Κλασικής συμφωνίας για ορχήστρα πνευστών, δύο άρπες και βαθύγχορδα» (1947) του Νίκου Σκαλκώτα, λίγο πριν την ηχογράφησή της για τη γνωστή δισκογραφική εταιρεία Naxos. Ατυχώς, τα άλλα δύο έργα του προγράμματος ελάχιστα δικαιολόγησαν την ένταξή τους στην ενότητα συναυλιών υπό τον τίτλο «Ο Σκαλκώτας και οι σύγχρονοί του». Η μεν «Πασσακάλια για ορχήστρα» του Βέμπερν γράφτηκε (1908) όταν ο Έλληνας συνθέτης …ήταν παιδί, το δε «Κοντσέρτο για βιολοντσέλο αρ. 2» του Ντβόρζακ (1894/5) …πριν καν γεννηθεί!

Αρχικά ακούσθηκε η 10λεπτη υστερορομαντική σύνθεση του Βέμπερν: η λεπταίσθητη ενορχήστρωση αποδόθηκε κάπως γενικόλογα, χωρίς τους χρωματισμούς και τις διακυμάνσεις δυναμικής που θα επέτρεπαν πιο γλαφυρή προβολή της ιδιότυπης ποιητικής της.

Περισσότερες εκλεπτύνσεις δυναμικής (θα) ήσαν επιθυμητές και στην εκτενή «Κλασική Συμφωνία» του Σκαλκώτα, ένα ιδιαίτερο, αρκετά πυκνογραμμένο έργο, στο οποίο κυριαρχούν τα πνευστά και απουσιάζουν (πλην κοντραμπάσων) τα έγχορδα. Και τούτο γιατί θα διαφοροποιούσαν εναργέστερα τις ενότητες της ενδιαφέρουσας, πνευματώδους σύνθεσης, που γέμει ρυθμομελωδικών θεμάτων ποικίλων υφολογικών και εξωμουσικών αναφορών (μεσοπολεμικός μοντερνισμός, τζαζ, κινηματογραφική μουσική, εθνικοσχολικές πινελιές). Σε κάθε περίπτωση, η ξεχωριστή ποιότητα των ξύλινων και χάλκινων πνευστών της ΚΟΑ -μακράν των κορυφαίων της χώρας!- υπηρέτησε άξια τη σκαλκωτική παρτιτούρα, το μουσικό υλικό της οποίας δόθηκε σε κριτική επιμέλεια από τον Γιάννη Σαμπροβαλάκη.

Την βραδιά ολοκλήρωσε η ερμηνεία του δημοφιλέστατου 2ου Κοντσέρτου για βιολοντσέλο του Ντβόρζακ, με σολίστ τον περίφημο Ντάβιντ Γκέρινγκας, στην -καθυστερημένη- πρώτη του εμφάνιση επί ελληνικού εδάφους. Παρά τις αστάθειες και μικροοξύτητες στην υψηλή περιοχή του οργάνου, ο 72χρονος Λιθουανός τσελίστας εντυπωσίασε με τον μεστό ήχο, την αφηγηματική ρευστότητα και το ευγενές συναίσθημα του παιξίματός του, που δικαίωσαν τον πληθωρικό λυρισμό της ρομαντικής σύνθεσης. Ατυχώς, η τεταμένη, τευτονικού βηματισμού ορχηστρική συνοδεία που του προσφέρθηκε δεν ήταν του ιδίου επιπέδου: έλειψαν ο συντονισμός και η αγαστή συνοδοιπορία ειδικά στο εισαγωγικό allegro, η τρυφερότητα διαλόγου στο μαγευτικό ενδιάμεσο μέρος, η ανάλαφρη λικνιστική διάθεση του καταληκτικού allegro moderato…

Έστω κι έτσι, η εκτέλεση του έργου ικανοποίησε συγκριτικά περισσότερο από αυτήν της ΚΟΘ το καλοκαίρι στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Αθηνών. Ακόμη περισσότερο, βέβαια, ευχαρίστησαν τα 3 ανκόρ του Γκέρινγκας, κυρίως αυτά πέραν του αναπόφευκτου Γ.Σ. Μπαχ: το «Τραγούδι των πουλιών» του Καζάλς και το «Dolcissimo» από τα «Grāmata čellam» του Βασκς…

Διαβάστε ακόμα

Τελευταία άρθρα Μουσική

The Ex: Η διαρκής ίντριγκα του άναρχου αυτοσχεδιασμού

Σταθερώς ασυμβίβαστοι, οι Ολλανδοί ξανάρχονται για τρεις συναυλίες σε Αθήνα (2/11), Θεσσαλονίκη (31/10) & Λάρισα (1/11), οι οποίες αναμένεται να ενώσουν όσους αγαπούν το πανκ, την τζαζ και τις πολιτικοποιημένες ηχητικές μεταμορφώσεις.

ΓΡΑΦΕΙ: ΧΑΡΗς ΣΥΜΒΟΥΛΙΔΗς
29/10/2025

Μια περιήγηση στη νεότερη ελληνική μουσική δημιουργία με το Collegium Musicum Αθηνών

Υπό τη διεύθυνση του Νίκου Αθηναίου, το σύνολο φωτίζει σημαντικούς σταθμούς του ελληνικού 20ού αιώνα.

Η Εθνική Λυρική Σκηνή εγκαινιάζει το Opera Club

To πρωτοποριακό πρόγραμμα μελών, στοχεύει να φέρει πιο κοντά τους φίλους της λυρικής τέχνης στον μαγικό κόσμο της ΕΛΣ.

Γιώργος Νικηφόρου Ζερβάκης και Βιολέτα Ίκαρη συναντιούνται στον Σταυρό του Νότου Club

Θα παρουσιάσουν τη μουσική σύμπραξη με τίτλο "Ρίζες και Ρεύματα" σε δύο βραδιές.

10 χρόνια String Demons στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών

Μαζί τους μία αγαπημένη φωνή, η Idra Kayne και ο μπασίστας Μιχάλης Απαρτόγλου του heavy rock συγκροτήματος Jacks Full.

Sabaton & Helloween: Το Release Athens 2026 παρουσιάζει δύο κορυφαίες ημέρες σκληρού ήχου

Το line-up της μέρας των Sabaton συμπληρώνουν οι Savatage και Epica.