Η «Όπερα του ζητιάνου» γράφτηκε πριν από 300 χρόνια και θεωρείται η πρώτη μουσική κωμωδία – ανοίγοντας έτσι ένα δρόμο που ολοκληρώνεται στο μουσικό θέατρο του 20ού αιώνα και, φυσικά, των ημερών μας. Το έργο φέρει τις υπογραφές του Γερμανού συνθέτη Γιόχαν-Κρίστοφ Πέπους και του Άγγλου θεατρικού συγγραφέα και ποιητή Τζον Γκέι και ανήκει στο είδος που ονομάζεται «όπερα-μπαλάντα».
Για την ακρίβεια το συγκεκριμένο έργο ξεκίνησε αυτό το είδος, παρέχοντας ένα θέατρο λαϊκό και ταυτόχρονα λυρικό, που πορεύεται αντιστικτικά με τη «σοβαρή όπερα» ιδιαίτερα των ιταλικών προδιαγραφών, που υπήρξε must στο 18ο αιώνα. Η όπερα-μπαλάντα αναπτύχθηκε κυρίως στην Αγγλία με μια μουσική δόμηση που ανακύκλωνε επιτυχημένα δημοφιλή τραγούδια (γνωστά ως μπαλάντες) με παραλλαγμένους ή διασκευασμένους τους αρχικούς στίχους έτσι ώστε να εξυπηρετούν την πλοκή κάθε έργου.
Το είδος αυτό, λοιπόν, εγκαινιάστηκε με την «Όπερα του ζητιάνου» και αποτέλεσε έμπρακτη εφαρμογή της αρχικής ιδέας που γεννήθηκε στο μυαλό του Τζον Γκέι. Υπήρξε τεράστια επιτυχία από τη στιγμή που πρωτοπαρουσιάστηκε τον Ιανουάριο του 1728 και αυτή η επιτυχία συνεχίστηκε για χρόνια, μπαίνοντας και στο 19ο αιώνα κι επιδρώντας ανεξίτηλα στην τέχνη του μουσικού θεάτρου.
Τα τραγούδια που περιλαμβάνονται στην «Όπερα του ζητιάνου» είναι περίπου εξήντα –κάποια εξ αυτών τα έχουν γράψει συνθέτες όπως ο Πέρσελ και ο Χέντελ– κι ενσωματώνονται σε ένα στόρι που είναι γνωστό και διαχρονικό, από το 18ο αιώνα μέχρι σήμερα και πιθανότατα και αύριο: η άπληστη ανέλιξη του καπιταλισμού, οι ακραίες κοινωνικές ανισότητες, η ταξική δυστυχία κ.ο.κ. έτσι όπως περιγράφονται ήδη από τον κόσμο των «Αθλίων» του Βίκτορ Ουγκό αλλά και της σημερινής επίκαιρης πραγματικότητας.
Γι’ αυτό και η εκδοχή της «Όπερας του ζητιάνου» που θα παρουσιαστεί εδώ έχει μεταφέρει τη δράση της στο σήμερα, μετά την προσαρμογή του κειμένου του Τζον Γκέι από τον Ίαν Μπέρτον και τον Ρόμπερτ Κάρσεν. Η απεικόνιση των χαρακτήρων του υποκόσμου και του συνολικού διεφθαρμένου συστήματος είναι τόσο ζωντανή, ήδη από το αρχικό κείμενο, έτσι που εύκολα μεταφέρεται στο σήμερα η δυναμικά εξελισσόμενη γοητεία τους.
Στις 1-2 Νοεμβρίου, λοιπόν, ο σκηνοθέτης Ρόμπερτ Κάρσεν και ο μαέστρος Γουίλιαμ Κρίστι μαζί με το σπουδαίο μπαρόκ σύνολο Les Arts Florissants επιστρέφουν στο Μέγαρο και παρουσιάζουν στην αίθουσα «Αλεξάνδρα Τριάντη» αυτήν την ιδιαίτερα εμπνευσμένη παραγωγή της «Όπερας του ζητιάνου», με δεκαέξι ηθοποιούς/τραγουδιστές και δράση εμπλουτισμένη με χορογραφίες. Το έργο βρίσκεται σε διεθνή τουρνέ μετά την πρώτη του επιτυχημένη παρουσίαση τον προηγούμενο Απρίλιο στο Théâtre des Bouffes du Nord και η αθηναϊκή του στάση είναι μια πολύ καλή ευκαιρία για να απολαύσουμε ένα αρχετυπικό σατιρικό κείμενο που αποτέλεσε τη βάση του μιούζικαλ. Μάλιστα, η εκπληκτική μπαρόκ μουσική δράση θα δώσει στην παράσταση μια αυθεντική τζαζική αίσθηση...
Τρεις οπερατικές μεταμορφώσεις
1928
Η «Όπερα της πεντάρας» των Μπρεχτ - Βάιλ είναι ευθεία προσαρμογή του έργου του Γκέι, με ίδιους χαρακτήρες αλλά διαφορετικό λιμπρέτο και μουσική.
1948
Ο Μπέντζαμιν Μπρίτεν έφτιαξε μια δική του προσέγγιση με προσθήκες κειμένου, με νέες εναρμονίσεις κι ενορχηστρώσεις προϋπάρχουσας μουσικής.
1978
Ο Σίκο Μπάρκε «εκβραζιλιανίζει» το θέμα φτιάχνοντας την «Opera do Malandro», συνδυάζοντας την «Όπερα του ζητιάνου» με αυτήν της «Πεντάρας».
Περισσότερες πληροφορίες
«Η όπερα του ζητιάνου»
Προκλητικό, σατιρικό παραμύθι του 1728, της περιόδου του πρώιμου καπιταλισμού, με πρωταγωνιστές κλεφτρόνια, ζητιάνους, πόρνες και νταβατζήδες του Λονδίνου. Ένας κόσμος κυνικός, που ο Τζον Γκέι ντύνει με γνωστές μπαλάντες και μελωδίες του καιρού του, λαϊκές και διαχρονικές. Από το σύνολο Les Arts Florissants, που διευθύνει ο Ουίλιαμ Κρίστι, σε σκηνοθεσία Ρόμπερτ Κάρσεν