Το πρόσφατο «Γκαλά Ροσσίνι» που διοργάνωσε (16/9) η Εθνική Λυρική Σκηνή ήλθε να επιβεβαιώσει ότι οι μουσικές εκδηλώσεις στην χώρα μας για τη φετινή επέτειο 150 χρόνων από το θάνατο του μεγάλου συνθέτη αποτέλεσαν άλλη μία χαμένη ευκαιρία εξοικείωσης με το σπουδαίο έργο του, ιδίως αυτό λιγότερο γνωστό, πλην μείζονος σημασίας.
Την πιο τολμηρή ρεπερτοριακή επιλογή έκανε ...παραδόξως η ΕΡΤ, βιντεοσκοπώντας -την άνοιξη- για την τηλεόραση, τον «Τανκρέδο», με την Μαρίτα Παπαρίζου και Ιταλούς τραγουδιστές. Ατυχώς, ως ημέρα και ώρα μετάδοσής του επελέγη …αυτή του γκαλά της Λυρικής στο «Κέντρο Πολιτισμού Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος»! Τον περασμένο Φεβρουάριο, ο Γιώργος Πέτρου και η Καμεράτα πρότειναν μια αφρώδη, ημι-συναυλιακή παρουσίαση του «Κουρέα της Σεβίλλης» στο Μέγαρο (ίσως την καλύτερη συνολικά επετειακή εκδήλωση), ενώ το καλοκαίρι στη Σύρο και στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Αιγαίου, ανέβηκε παραγωγή της «Σταχτοπούτας» με πολυεθνική διανομή.
Το Γκαλά της ΕΛΣ δόθηκε σε ημερομηνία κατά την οποία συνήθως τιμάται η απώλεια της Μαρίας Κάλλας (που τραγούδησε, παρεμπιπτόντως, σκηνικά ελάχιστους ρόλους του Ροσσίνι), ενώ τα έσοδα του θα διατεθούν υπέρ των πυροπλήκτων του καλοκαιριού.
Η εκδήλωση συνδιοργανώθηκε με το Φεστιβάλ Οπερας Ροσσίνι (ROF) του Πέζαρο, στο πλαίσιο του προγράμματος «Tempo Forte» που οργανώνει η πρεσβεία της Ιταλίας στην Αθήνα, με τη συνεργασία των υπουργείων Πολιτισμού Ελλάδας και Ιταλίας. Θα ανέμενε κανείς ότι και μόνο το γεγονός αυτό θ’αποτελούσε αφορμή για την υπενθύμιση της σχέσης αρκετών Ελλήνων μονωδών με αυτό, μέσω της περίφημης «Accademia Rossiniana» του Φεστιβάλ. Η Ακαδημία -που φέρει πλέον το όνομα του ιδρυτή της, θρυλικού αρχιμουσικού και καλλιτεχνικού διευθυντή του ROF Αλμπέρτο Τζέντα- αποτελεί το όχημα για τη μύηση μιας ολόκληρης γενιάς νέων μονωδών απ’όλον τον κόσμο στην ιστορικά ενημερωμένη ερμηνεία του ροσσίνειου τραγουδιού.
Σε αυτήν έχουν φοιτήσει από την ίδρυσή της το 1989 μέχρι σήμερα αρκετοί εκλεκτοί καλλιτέχνες, όπως οι τενόροι Μάριο Τζεφφίρι, Αντώνης Κορωναίος και Βασίλης Καβάγιας, ο βαρύτονος Στέφανος Κορωναίος και ο βαθύφωνος Χριστόφορος Σταμπόγλης, οι υψίφωνοι Μαρία Κωστράκη και Χριστίνα Πουλίτση και οι μεσόφωνοι Μαρίτα Παπαρίζου, Άννα Αγάθωνος και Κλεοπάτρα Παπαθεολόγου.
Πλην του αρχικά ανακοινωθέντος Καβάγια (του μοναδικού μέχρι σήμερα μονωδού που πρωταγωνίστησε σε κανονική παραγωγή του ROF), ο οποίος ακύρωσε την εμφάνισή του την τελευταία στιγμή λόγω ασθενείας, ουδείς εκ των προαναφερθέντων κρίθηκε άξιος να συμμετάσχει στο Γκαλά. Το αυτό ίσχυσε και για την υψίφωνο Μυρτώ Παπαθανασίου, που έχει κατά καιρούς δοκιμασθεί, διεθνώς και επιτυχώς, σε ροσσίνειους ρόλους.

Το ενδιαφέρον πρόγραμμα περιελάμβανε εισαγωγές και φωνητικά αποσπάσματα (άριες, ντουέτα) από κωμικές και σοβαρές όπερες του Ροσσίνι. Κάπως απρόσμενα τη μεγαλύτερη ευχαρίστηση της βραδιάς χάρισε η Ορχήστρα της ΕΛΣ υπό τη μουσική διεύθυνση του Σεμπαστιάνο Ρόλλι. Παρότι δεν έχει ποτέ εμφανισθεί στο Πέζαρο, ο 43χρονος Ιταλός αρχιμουσικός επέδειξε μεγάλη κατανόηση του ρομαντικού μπελ-κάντο και του ιδιαίτερου ροσσίνειου ύφους, το οποίο δίδαξε άρτια στην καλά συγκεντρωμένη ορχήστρα: ελαφράδα και παλμός, ρυθμική ακρίβεια, διαμόρφωση φράσεων με ευελιξία και πλαστικότητα, φροντίδα στις επαναλήψεις και στη συνοδεία των τραγουδιστών. Οι καλές ορχηστρικές επιδόσεις χάρισαν εγγυήσεις ότι η ΕΛΣ έχει σε αυτό τουλάχιστον το επίπεδο τις δυνατότητες να αναδείξει περισσότερο το συγκεκριμένο οπερατικό σύμπαν…
Ροσσίνι σημαίνει, βέβαια, πρωτίστως τραγούδι μεγάλης δεξιοτεχνίας, θεατρικότητας και εκφραστικότητας, το οποίο δυστυχώς δεν προσφέρθηκε στο γκαλά. Καθοριστικός παράγοντας των μέτριων εντυπώσεων αποδείχθηκε το γεγονός ότι οι τραγουδιστές κλήθηκαν ν’αναμετρηθούν επί το πλείστον με ρόλους συχνά διαφορετικής φωνητικής έκτασης από τη δική τους, στους οποίους επιπροσθέτως δεν έχουν εμβαθύνει. Αλλά ακόμη και στην περίπτωση του Ιταλού (μπασο;)βαρύτονου Πάολο Μπορντόνια (τακτικού γνώριμου του ROF, το οποίο και τον προσκάλεσε εν προκειμένω), η γνώση των κωδίκων του ροσσίνειου τραγουδιού ελάχιστα ωφέλησε. Η ξεκάθαρα κωμική φλέβα του καλού τραγουδιστή φάνηκε μόνο στην καβατίνα του Ντον Τζερόνιο (από τον «Τούρκο στην Ιταλία»), ενώ το γκρίζο τίμπρο στερείτο ισχυρής χαμηλής περιοχής, αναγκαίας για ρόλους, όπως ο Γκοττάρντο (από την «Κλέφτρα Κίσσα») και ο Σελίμ (πάλι από τον «Τούρκο»)…
Αλλά ούτε και ο προερχόμενος από τον κόσμο του μπαρόκ Ισπανός τενόρος Χουάν Σάντσο (που αντικατέστησε τον Καβάγια) ευχαρίστησε, ηχώντας σταθερά ωχρός, άκεφος και άνευρος. Ρόλοι όπως ο Ουμπέρτο (από την «Κυρά της Λίμνης») δεν είναι για τα …κυβικά του, ενώ και ο κόμης Αλμαβίβα του απείχε παρασάγγας από την επιτυχημένη προ μηνών ενσάρκωση στο Μέγαρο. Εύλογα, τις εντυπώσεις έκλεψε ο καλοτραγουδισμένος και σπινθηροβόλος Φίγκαρο του Διονύση Σούρμπη, μολονότι ο δημοφιλής βαρύτονος δύσκολα θα μπορούσε ν’αναμετρηθεί με κάποιον άλλο ροσσίνειο ρόλο…
Από πλευράς γυναικών, ξεχώρισε κυρίως για το υφολογικά ενημερωμένο τραγούδι και την θεατρική παρουσία της η μεσόφωνος Μαίρη-Έλεν Νέζη, σίγουρα περισσότερο ταιριαστή φωνητικά ως Αντζελίνα (από την «Σταχτοπούτα» σε ντουέτο με τον Ραμίρο του Σάντσο) και Ροζίνα (από τον «Κουρέα», χωρίς να έχει, πάντως, την ενδεδειγμένη φωνή κοντραλτίνο), παρά ως -εκφραστικότατη- Δυσδαιμόνα (από τον «Οθέλλο»), ρόλο που ερμηνεύεται κυρίως από υψιφώνους. Η κολορατούρα σοπράνο Βασιλική Καραγιάννη εντυπωσίασε στις δεξιοτεχνικές προκλήσεις της άριας της Αντέλ (από τον «Κόμη Ορύ»), ήταν επαρκής ως Φιορίλλα (από τον «Τούρκο») αλλά η Ροζίνα της απηχεί φωνητικές επιλογές και τάσεις ξεπερασμένες διεθνώς εδώ και δεκαετίες… Τέλος, στην πάντοτε φερέγγυα Ρουμάνα υψίφωνο Τσέλια Κοστέα έλαχε η …ατυχία να αναμετρηθεί με ρόλους από σοβαρές όπερες του Ροσσίνι (Παμίρα από την «Πολιορκία της Κορίνθου και Ματθίλδη από τον «Γουλιέλμο Τέλλο»), που έφερε αξιοπρεπώς μεν σε πέρας, ούσα όμως παντελώς ξένη προς την αισθητική, το ύφος και τις φωνητικές απαιτήσεις της γραφής, κάτι που επιβεβαιώθηκε και στην υπερβολική ερμηνεία της στο τραγούδι «La Danza»!
Το συνολικά χλωμό αυτό γκαλά έδειξε ότι θα ήταν ίσως προτιμότερο για την Λυρική να ανέβαζε σκηνικά μιαν όπερα του Ροσσίνι, όπως κάποιαν από τις θεσπέσιες σοβαρές του -που απουσιάζουν διαχρονικά από το δραματολόγιό της- ή έστω κάποιαν/ες από τις άγνωστες, αφρώδεις μονόπρακτες κωμικές του. Καθώς το ROF τις έχει ανεβάσει όλες και υποδειγματικά, ιδού πεδίο συνεργασίας λαμπρό…
©φωτογραφιών: Γεράσιμος Δομένικος