Εντυπωσιακά ολοκληρώθηκε ο πρώτος κύκλος «Ημέρες Μουσικού Θεάτρου» που διοργάνωσε η Εναλλακτική Σκηνή της Εθνικής Λυρικής Σκηνής στο Κέντρο Πολιτισμού Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος. Οι 3 τελευταίες εκδηλώσεις ήταν αφιερωμένες στους συνθέτες Γιάννη Χρήστου και Ανέστη Λογοθέτη, εμβληματικές μορφές του ελληνικού μουσικού μοντερνισμού.
Στις 30/6, παρακολουθήσαμε δύο από τις «Αναπαραστάσεις» που ο Χρήστου πρόλαβε να γράψει μεταξύ 1967-1968, καθώς και το γνωστότερο έργο του της ιδίας -πέμπτης συνθετικής- περιόδου, την «Κυρία με τη στρυχνίνη». Ως γνωστόν, από τις περίπου 130 μυστηριακές και ονειρικές τελετουργίες που ο συνθέτης είχε αρχικά σχεδιάσει σε μία ψυχοδραματική οπτική, επεκτείνοντας τη φιλοσοφικο-μουσική του σκέψη, μόνο 4 ολοκληρώθηκαν φέροντας τον τίτλο «Αναπαράσταση».
Η «Αναπαράσταση ΙΙΙ: Ο Πιανίστας» και η «Κυρία με τη στρυχνίνη» είχαν εγκαινιάσει πέρσι (25-6-2016) την Εναλλακτική Σκηνή της ΕΛΣ. Τα ίδια έργα επαναλήφθηκαν και φέτος, συνοδευόμενα από την «Αναπαράσταση Ι: Ο Βαρύτονος». Όπως είχαμε γράψει με αφορμή το αρχικό ανέβασμα «ο σκηνοθέτης Αλέξανδρος Ευκλείδης, επιδιώκοντας μία σύγχρονη πρόσληψη του έργου του Χρήστου, εστίασε στη χειρουργικά ακριβή εφαρμογή των δράσεων που ο ίδιος ο συνθέτης έχει καταγράψει στις «πικτο-γραφικές» παρτιτούρες, όπου και σημειώνεται κάθε ηχητική, λεκτική και σωματική δράση των ερμηνευτών. Η γλαφυρή αποκωδικοποίηση των «δράσεων» και η αυστηρή εφαρμογή τους ...συνέβαλαν στην ανάδειξη του παράδοξου κόσμου του Χρήστου με τη μεγαλύτερη δυνατή ένταση».
Η άρτια σκηνοθετική σύλληψη μέσα σ’ένα σκηνικό χώρο υποβλητικά φωτισμένο από την Ελευθερία Ντεκώ συμπληρώθηκε εκ νέου από εξαιρετικές ερμηνείες που πέτυχαν την επιθυμητή σύζευξη της μουσικής με τη θεατρική δράση. «Ο Βαρύτονος» αποτελεί -όπως και ο «Πιανίστας»- μία ακόμη «Αναπαράσταση» που έχει στο επίκεντρό της ένα μουσικό, ο οποίος, αδυνατώντας να μετέλθει των δικών του (μουσικών) εκφραστικών μέσων, καταφεύγει σε μια υπολογισμένα απέλπιδα «επιτέλεση δράσεων». Ο έμπειρος ηθοποιός Ακύλλας Καραζήσης ενσάρκωσε με μέτρο τον εξουθενωμένο και ανήσυχο φρουρό που περιμένει επί ένα έτος στη στέγη του παλατιού του Άργους ένα σημάδι για την πτώση της Τροίας στα χέρια των Αχαιών. Πασχίζοντας να ξεστομίσει λέξεις, καταφεύγοντας σε άναρθρες κραυγές, ο -αποξενωμένος από την ορχήστρα- βαρύτονος κρατά ένα μοναχικό ρόλο σε αυτήν την ιδιότυπη ιεροτελεστία.
Εν προκειμένω, είναι προφανείς οι ομοιότητες -ως προς την ανάγκη «διαφορετικής έκφρασης»- με τον «Πιανίστα», ο οποίος αδυνατεί να «επικοινωνήσει» τόσο με το μουσικό όργανο και το ενόργανο σύνολο όσο και με το κοινό! Με σπάνιο σωματικό έλεγχο και ακόμη μεγαλύτερη εσωτερικότητα υπόκρισης από πέρσι, ο Άρης Σερβετάλης υπήρξε και πάλι ιδανικός ερμηνευτής...
Με εξίσου εκφραστικό τρόπο, η βιολίστα Γκρέτα Παπά, τέσσερις ηθοποιοί (Κώστας Κουτσολέλος, Παναγιώτης Εξαρχέας, Γιώργος Κισσανδράκης, Αλέξης Ζερβάνος), οργανικό σύνολο, μαγνητοταινία, ηχητικό παιγνίδι και ένα …κόκκινο ύφασμα αναδόμησαν ανάγλυφα τον έντονα μυστικιστικής διάστασης κόσμο της «Κυρίας με τη στρυχνίνη». Εκκωφαντικοί ήχοι, σιωπές, ακινησίες/παγώματα χρόνου, τελετουργικά δρώμενα (συμπεριλαμβανομένης της λήψεως φωτογραφιών με κινητά), διαμαρτυρόμενοι θεατές (η μεσόφωνος Λυδία Αγγελοπούλου) αποτέλεσαν, μεταξύ άλλων, τα μουσικά και σκηνικά μέσα που συνέθεσαν την ονειρική τελετουργία, χωρίς πάντως να έλθουν ποτέ σε επικοινωνία μεταξύ τους...
Η ιδιοφυής σύλληψη και οι προθέσεις του πρόωρα χαμένου συνθέτη δικαιώθηκαν απόλυτα και σε επίπεδο μουσικής εκτέλεσης. Στην εξαιρετικής ακουστικής αίθουσα που επέτρεψε να γίνουν αισθητά με ανατριχιαστική πιστότητα όλα τα ηχητικά σπαράγματα που συνθέτουν την ιδιότυπη εκφραστική παλέτα του συνθέτη (όπως οι τόσο κομβικές μαγνητοταινίες), συναρπαστική υπήρξε η σύμπραξη ζωντανού μουσικού συνόλου, αποτελούμενου από το θεσσαλονικιώτικο dissonArt ensemble και μουσικούς της Αθηναϊκής Συμφωνικής Ορχήστρας Νέων (ΑΣΟΝ) υπό την εμπνευσμένη διεύθυνση του Βλαδίμηρου Συμεωνίδη. Ο αρχιμουσικός οργάνωσε και συντόνισε υποδειγματικά τις διάφορες παρεμβάσεις των μουσικών, οι οποίοι επέδειξαν όχι μόνο σβέλτα ανακλαστικά αλλά και αφειδώλευτο ενθουσιασμό στις παρεμβάσεις τους και ως performers-ηθοποιοί.
Στις 11/7, ακούσθηκε για δεύτερη φορά, μετά από πολλά χρόνια, η μουσική του Χρήστου για το ανέβασμα του «Προμηθέα Δεσμώτη» του Αισχύλου από το Εθνικό Θέατρο (Επίδαυρος, 1963). Στην παράσταση της Εναλλακτικής, που γεφύρωσε το χθες με το σήμερα, ο θεατρικός λόγος του Αισχύλου αποδόθηκε από 18 νέους ηθοποιούς, άρτι αποφοιτήσαντες από τη Δραματική Σχολή του Εθνικού Θεάτρου.
Η αναμέτρηση του συνθέτη με το αρχαίο δράμα αποτέλεσε στην ουσία την πρώτη του ενασχόληση με το μουσικό θέατρο. Αισθανόμενος δέος έναντι των μεγάλων αρχαίων τραγικών, ο Χρήστου συνέθεσε μια μουσική ταιριαστή μεν στο αισχύλειο πνεύμα (η σχεδόν «αρχαϊκή» μουσική γλώσσα στα στάσιμα!), χωρίς όμως να απομακρύνεται από το υπό διαμόρφωση ακόμη προσωπικό του ύφος. Στη μεταδωδεκαφθογγικού ιδιώματος υπόλοιπη μουσική για το έργο, αξιοποιήθηκαν πράγματι πολλές από τις ιδιαίτερες συνθετικές του πρακτικές (της λεγόμενης «συγκεκριμένης μουσικής»), καθώς και διάφορα νέα μέσα, όπως οι μαγνητοταινίες, που χρησιμοποιήθηκαν τότε για πρώτη φορά!
Γεμάτη ηχητικές εκρήξεις και περίτεχνες ηχοχρωµατικές αντιθέσεις, η συναρπαστική, συχνά οπερατικής φιλοδοξίας παρτιτούρα άφησε μιαν απρόσμενη αίσθηση ώσμωσης και «ενότητας». Η μουσική αυτή αναπαράσταση της κοσμολογικής σύγκρουσης με ξύλινα και χάλκινα πνευστά, κρουστά, πιάνο, πληκτροφόρο και μαγνητοταινίες αποδόθηκε θαυμάσια από μέλη της Συμφωνικής Ορχήστρας της ΕΡΤ υπό τον Χαράλαμπο Γωγιό.
Οι μουσικοί έπαιξαν εντός μιας σκηνικής τάφρου, που διαδραμάτισε και θεατρικά καίριο ρόλο στην παράσταση. Σε αέναη κίνηση γύρω από αυτήν ή -περισσότερο στατικά- σε διάφορα επίπεδα και σημεία της αίθουσας, οι νέοι ηθοποιοί συναντήθηκαν γόνιμα, υπό την καθοδήγηση των καθηγητών της Δραματικής Σχολής (και σε σκηνοθετική επιμέλεια της Ελένης Μποζά), με μίαν απο 50ετίας διαμορφωμένη, ιδιοφυή μουσικοθεατρική φόρμα.
Λαμβάνοντας υπ’όψη ότι η σε τέτοια σκηνική εγγύτητα εκτελούμενη μουσική αντιπάλευε άνισα την ανθρώπινη φωνή, θα ήταν σίγουρα άδικο να κρίνει κανείς με αυστηρότητα ζητήματα, όπως η εκφορά και νοηματοδότηση του λόγου. Το αυτό ισχύει και για την υποκριτικά κάπως άγουρη ακόμη ενσάρκωση των κεντρικών ρόλων. Οφείλει, πάντως, να συγκρατήσει την ενέργεια, τη σοβαρότητα, την αφοσίωση των ταλαντούχων παιδιών, από τα οποία ξεχώρισε, κατά την άποψή μας, ο ευέλικτος, γεμάτος ένταση χορός των Ωκεανίδων.
Αν κάτι έμεινε, όμως, ανεξίτηλα χαραγμένο στη μνήμη, αυτό ήταν το πόσο άρρηκτα δεμένη με το λόγο και τα επί σκηνής δρώμενα, το πόσο δραματουργικά ευθύβολη ηχούσε διαρκώς η μουσική του Χρήστου!
Ενδιάμεσα (4/7), τα φώτα τράβηξε ένα αφιέρωμα στον πρωτοπόρο Έλληνα συνθέτη της διασποράς Ανέστη Λογοθέτη, ο οποίος σφράγισε με το έργο του διαφορετικές κατευθύνσεις της σύγχρονης μουσικοθεατρικής δημιουργίας. Υπό τον τίτλο «Expansion», το εκλεκτό σύνολο dissonArt προσέφερε μίαν άκρως ερεθιστική παράσταση, στην οποία παρουσιάσθηκαν διαδοχικά τα σύντομης διάρκειας έργα Dispersion (1964), Parallaxe (1960), Mantratellurium (1970), Kybernetikon (1971), Expansion-Kontraction (1960).
Ο Λογοθέτης εξερεύνησε με διαφορετικό τρόπο τα εκφραστικά όρια του μουσικού θεάτρου, ιδιαίτερα κατά τη γόνιμη δεκαετία του 1970. Όπως και ο Χρήστου πριν από τον αδόκητο θάνατό του, προσπάθησε ιδιαίτερα να εξελίξει το σύστημα της μουσικής σημειογραφίας, προσθέτοντας οπτικά σύμβολα/γραφήματα στις παρτιτούρες του. Πέραν της γραφικής καταγραφής, έτερο καθοριστικό στοιχείο του έργου του υπήρξε η τυχαιότητα στη διαμόρφωση της μουσικής: τον Λογοθέτη απασχόλησε έντονα και η δυνατότητα να μην ορίζεται η μουσική αυστηρά μέσα από την παρτιτούρα, αλλά να παρέχονται ελευθερίες στον εκτελεστή για δημιουργική ερμηνεία της. Αμφότερες οι επιλογές αυτές στόχευαν ουσιαστικά στην προώθηση του αυτοσχεδιασμού στο επίπεδο της μουσικής εκτέλεσης, απαιτώντας/προϋποθέτοντας μια ριζοσπαστικότητα και ελευθερία που αφήνει και στη σκηνοθετική εργασία μεγαλύτερα περιθώρια απ’ό,τι π.χ. οι ανάλογες παρτιτούρες του Χρήστου.
Πράγματι, ο σκηνοθέτης Βασίλης Νούλας διακτίνισε έξοχα τους μουσικούς του dissonArt σε όλα τα μήκη και τα πλάτη της σκηνής, σε διαφορετικούς συνδυασμούς και κάθε μορφής διάταξη, επεκτείνοντας/διευρύνοντας -όπως επιζητούσε ο εμπνευσμένος από έννοιες της αστρονομίας και κοσμολογίας συνθέτης- την οπτική αλλά και την ακουστική εμπειρία. Ο κοσμογονικός χαρακτήρας της μουσικής, στον οποίο παρέπεμπαν οι τίτλοι των έργων, επιτεύχθηκε μέσα από τις εναλλαγές της χρήσης μουσικών οργάνων και απλών αντικειμένων, σπαραγμάτων ή μιμήσεων ήχου, ενίοτε με ηλεκτρονική ενίσχυση, ταλαντούμενων μεταξύ κορυφώσεων και εξαΰλωσης. Ο αφηρημένος κόσμος των ιδεατών μορφών αντιπαρατέθηκε/συμπορεύθηκε, όμως, ευρηματικά και με χιούμορ με την απτή, άμορφη πραγματικότητα, καθώς η μουσική εκτέλεση έλαβε τη μορφή ενός δρώμενου, ενός παιχνιδιού «μιας παρέας ανθρώπων, με καθημερινά ρούχα» που παρέσυρε δημιουργικά και τους θεατές, κρατώντας τους διαρκώς σε εγρήγορση! Τα πέντε έργα αποτέλεσαν έτσι, ουσιαστικά, μέρη μίας σπονδυλωτής παρτιτούρας, αενάως εξελισσόμενης στο χώρο και το χρόνο!
Άρτια παρουσιασμένες, και οι πέντε συνολικά παραγωγές των «Ημερών Μουσικού Θεάτρου 2017» της Εναλλακτικής Σκηνής της ΕΛΣ -αστείρευτη πηγή γνώσης και απόλαυσης- αποτέλεσαν, αναπάντεχα μεν απολύτως δικαιολογημένα δε, την κορωνίδα των μουσικών εκδηλώσεων της φετινής θερινής καλλιτεχνικής περιόδου. Δύσκολα θα φανταζόταν κανείς ότι έργα του σύγχρονου μουσικού θεάτρου που θεωρούνται στριφνά ή δυσπρόσιτα διαθέτουν τέτοιο εύρος εκφραστικής δυναμικής και ασκούν τέτοια δύναμη υποβολής στο σημερινό θεατή...
Credit φωτογραφιών: Βασίλης Μακρής