Επιστροφή της «Λουτσίας ντι Λαμμερμούρ» με άρωμα παρελθόντος!

Μετά από 15 χρόνια απολαύσαμε και πάλι στην Αθήνα -έστω, απλώς συναυλιακά- την όπερα «Λουτσία ντι Λαμμερμούρ» του Ντονιτζέττι, αριστούργημα του ιταλικού ρομαντικού μπελ-κάντο.

Επιστροφή της «Λουτσίας ντι Λαμμερμούρ» με άρωμα παρελθόντος!

Μετά από 15 χρόνια απολαύσαμε και πάλι στην Αθήνα -έστω, απλώς συναυλιακά- την όπερα «Λουτσία ντι Λαμμερμούρ» του Ντονιτζέττι, αριστούργημα του ιταλικού ρομαντικού μπελ-κάντο. Η σταθερή δημοφιλία του έργου επιβεβαιώθηκε από το κοινό που γέμισε την «Αίθουσα Χρ. Λαμπράκης» του Μεγάρου Μουσικής (13/3).

Επιστροφή της «Λουτσίας ντι Λαμμερμούρ» με άρωμα παρελθόντος! - εικόνα 1
Στιγμιότυπο από τη συναυλιακή εκτέλεση της όπερας του Ντονιτζέττι «Λουτσία ντι Λαμμερμούρ» («Αίθουσα Χρ. Λαμπράκης» Μεγάρου Μουσικής Αθηνών, 13/3): από αριστερά προς τα δεξιά διακρίνονται οι μονωδοί Γιάννης Χριστόπουλος (Εντγκάρντο), Τάσης Χριστογιαννόπουλος (Ενρίκο), Βασιλική Καραγιάννη (Λουτσία), Γιάννης Καλύβας (Αρτούρο), Τάσος Αποστόλου (Ραϊμόντο) και Ελένη Βουδουράκη (Αλίζα)

Παρά τη συχνότατη παρουσία της στις αθηναϊκές σκηνές ήδη από τον 19ο αιώνα, και μάλιστα από το 1840 (μόλις δηλ. μια πενταετία μετά τη σύνθεσή της!), έως και τα μέσα της δεκαετίας του 1960, η «Λουτσία» έχει να παρουσιασθεί στη Λυρική από το 1981-1982, με πρωταγωνίστριες τις υψιφώνους Τζένη Δριβάλα και Φώφη Σαραντοπούλου. Έκτοτε, εντός συνόρων η τελευταία Ελληνίδα υψίφωνος που τραγούδησε τον σπουδαίο επώνυμο ρόλο ήταν η Μάτα Κατσούλη το 2002, σε σκηνική παραγωγή του Μεγάρου Μουσικής Αθηνών. Στις περισσότερες παραστάσεις τότε είχε πρωταγωνιστήσει η διάσημη Αμερικανίδα σοπράνο Τζουν Άντερσον, ενώ μία άλλη διακεκριμένη ομόλογός της, η Ρουμάνα Έλενα Μόζουκ ερμήνευσε το ρόλο το 2004 στο Μέγαρο Μουσικής Θεσσαλονίκης, στο τελευταίο πλήρες ανέβασμα της όπερας στην Ελλάδα.

Ειρωνεία της τύχης: τη θεσσαλονιώτικη παραγωγή είχε σκηνοθετήσει η σπουδαία Ιταλίδα σοπράνο Ρενάτα Σκόττο, διασημότερη ερμηνεύτρια του ρόλου διεθνώς μετά την Μαρία Κάλλας. Και ήταν ακριβώς στο πλαίσιο αφιερώματος του Μεγάρου στη θρυλική Ελληνίδα ντίβα με αφορμή την επέτειο 40 ετών από το θάνατό της που δόθηκε η προ εβδομάδων «κοντσερτάντε» εκτέλεση της «Λουτσίας». Σε αυτή μετείχαν, υπό τη διεύθυνση του αρχιμουσικού Λουκά Καρυτινού, αποκλειστικά Έλληνες μονωδοί (κυρίως από την ΕΛΣ), η Κρατική Ορχήστρα Αθηνών και οι Χορωδίες του Δήμου Αθηναίων και της ΕΡΤ.

Με δεδομένη την απουσία σκηνικού μέρους, το ενδιαφέρον επικεντρώθηκε στο μουσικό επίπεδο, πολλώ δε μάλλον που την επιμέλεια του ακροάματος -και του ενδιαφέροντος προγραμματικού τεύχους- είχε ο Άρης Χριστοφέλλης, μέγας γνώστης και λάτρης των φωνών.

Σε μήκος κύματος αντίθετο από την «επανάσταση» που έφεραν στο συγκεκριμένο ρεπερτόριο -από πλευράς φωνητικού ηχοχρώματος και έκτασης, δραματικής διάστασης και αισθητικής τραγουδιού- οι ερμηνείες της Κάλλας, ο Χριστοφέλλης επέλεξε να στρέψει το βλέμμα στην προ-Κάλλας εποχή, όταν τον επώνυμο ρόλο υπερασπίζονταν ελαφριές ή λυρικές κολορατούρες υψίφωνοι. Βασιζόμενος σε ιστορικές ηχογραφήσεις, πρότεινε την προσφυγή σε καντέντσες και διανθίσεις μιας άλλης (vintage) εποχής και αισθητικής. Αν μια τέτοια επιλογή είναι καθ’όλα νόμιμη (και εν πολλοίς και θέμα γούστου), θα ήταν επιθυμητό να μην συνοδευόταν από περικοπές σκηνών ή τμημάτων/επαναλήψεων από άριες και ντουέτα, συνηθισμένες μεν τη δεκαετία του ’50, αλλά σήμερα μάλλον αδικαιολόγητες.

Σε κάθε περίπτωση, το κομβικό σημείο για ένα τέτοιο εγχείρημα ήταν η ανεύρεση της κατάλληλης υψιφώνου-«αηδονιού», την οποία η χώρα μας διαθέτει στο πρόσωπο της Βασιλικής Καραγιάννη. Ατυχώς, ουδείς σκέφθηκε να προτείνει το ρόλο της Λουτσίας στην εκλεκτή καλλιτέχνιδα στα χρόνια της απόλυτης ακμής της, όταν το τραγούδι ηχούσε κρυστάλλινα καθαρό και δεξιοτεχνικά υπέρλαμπρο. Σήμερα, η ευκινησία της κολορατούρας και η σταθερότητα στην υψηλή φωνητική περιοχή δεν είναι ανεπίληπτη, κάτι που πρόδιδε ίσως και το εμφανές άγχος της τραγουδίστριας. Τουλάχιστον η φωνή έχει κερδίσει σε όγκο, κάτι που -σε συνδυασμό με το αλάθητο δραματικό ένστικτο, τη μουσικότητα και την αίσθηση του ύφους- επέτρεψε την καλή απόδοση της μελαγχολίας του ρόλου και της εύθραυστης ψυχολογίας της ηρωίδας.

Αυτός που πραγματικά έκλεψε τις εντυπώσεις από τη διανομή ήταν ο συναρπαστικός Ενρίκο του διαπρεπή διεθνούς βαρυτόνου μας Τάση Χριστογιαννόπουλου. Το στιλιζαρισμένο, σπάνιας ευγένειας και καλαισθησίας τραγούδι του, η αιχμηρότητα εκφοράς του λόγου αλλά και η επιβλητική σκηνική παρουσία οριοθέτησαν μία ερμηνεία αναφοράς.

Χωρίς να διαθέτει τις εγγενείς ποιότητες ενός μπελ-καντίστα τενόρου και παρότι σταδιακά έμεινε από δυνάμεις, ο πάντοτε καλά προετοιμασμένος Γιάννης Χριστόπουλος ενσάρκωσε έναν στιβαρό Εντγκάρντο.

Από τους λοιπούς τραγουδιστές, ο μπάσος Τάσος Αποστόλου υπήρξε ένας στεντόρειος Ραϊμόντο, ξένος όμως τόσο προς την «πατρική» διάσταση του ρόλου όσο και κυρίως προς τις υφολογικές απαιτήσεις του ρομαντικού μπελ-κάντο. Αξιόλογη υπήρξε η συμμετοχή του τενόρου Γιάννη Καλύβα (πιο άνετου ως Νορμάννο παρά ως Αρτούρο) και της μεσοφώνου Ελένης Βουδουράκη (Αλίζα).

Η παράσταση ευτύχησε, τέλος, στην -ως συνήθως, σφριγηλή και γεμάτη παλμό- μουσική διεύθυνση του εμπειρότατου Καρυτινού, ο οποίος ανέδειξε τις διακυμάνσεις και τον εκφραστικό πλούτο της παρτιτούρας, ενώ στήριξε αδιάλειπτα τους τραγουδιστές (όπως στις πολλές άριες αλλά και στο περίφημο σεξτέτο της Β’ πράξης). Συντόνισε εξάλλου δίχως πρόβλημα τα 2 αξιοπρεπή χορωδιακά σύνολα και την ΚΟΑ, η οποία, παρότι δεν διαθέτει την λυρική ευφράδεια της ομολόγου της τής ΕΛΣ, έπαιξε αρκετά συγκεντρωμένα και σε εγρήγορση. Εύκολα ξεχώρισαν και πάλι τα ξύλινα (Βάμβας, Μουρίκης, Λιοδάκης, κυρίως δε ο φλαουτίστας Παναγιώτης Δράκος με την ποιητική σύμπραξη στην περίφημη «σκηνή της τρέλας), ενώ σταθερά ήχησαν και τα κόρνα υπό τον Κώστα Σίσκο.

Συνολικά, και ανεξαρτήτως του ότι δεν έπεισε ως προς τις δυνατότητες της σημερινής γενιάς Ελλήνων μονωδών να υποστηρίξουν την «Λουτσία ντι Λαμμερμούρ» όπως της πρέπει, το ευπρόσδεκτο εγχείρημα θα ώφειλε να παρακινήσει την Εθνική Λυρική Σκηνή να σκεφθεί σοβαρά την επανένταξη του έργου στο δραματολόγιό της…

Credit φωτογραφίας: Χάρης Ακριβιάδης

Διαβάστε ακόμα

Τελευταία άρθρα Μουσική

Το "Piaf! The Show" έρχεται στο Δημοτικό Θέατρο Λυκαβηττού

Όλα τα λατρεμένα τραγούδια της απόλυτης ντίβας θα μάς ταξιδέψουν στους σταθμούς της πολυτάραχης ζωής της, υπό την ερμηνεία της Nathalie Lermitte.

ΓΡΑΦΕΙ: ATHINORAMA TEAM
26/04/2024

Μία συναρπαστική μουσικά "Σταχτοπούτα" & μία σπουδαία τσελίστα (Εμμ. Μπερτράν) στο "Ολύμπια"

Οι δύο πολύ ωραίες βραδιές, που απόλαυσαν οι φιλόμουσοι σε διάστημα μόλις ενός μήνα στο "Ολύμπια" Δημοτικό Μουσικό Θέατρο της Αθήνας, έδωσαν τροφή για σκέψη όσον αφορά τις προοπτικές και τη θέση του θεσμού στα μουσικά μας πράγματα.

Release Athens 2024: Beak> και Mount Kimbie την ίδια μέρα με τους Massive Attack

Το συγκρότημα του Geoff Barrow, των μοναδικών Portishead, και το λονδρέζικο γκρουπ σε μια από τις πιο απολαυστικές βραδιές του φετινού καλοκαιριού.

"Φως! Ω, πού είναι το φως;": Τραγούδια σε ποίηση του Ραμπιντρανάτ Ταγκόρ

O ποιητικός κόσμος του μεγάλου Ινδού στοχαστή Ραμπιντρανάτ Ταγκόρ αποκαλύπτεται στην Εναλλακτική Σκηνή της Εθνικής Λυρικής Σκηνής.

Piano City Athens 2024: Οι γειτονιές της Αθήνας πλημμυρίζουν ξανά με μουσική

Δείτε το αναλυτικό πρόγραμμα του φεστιβάλ που γεμίζει μελωδίες τις γειτονιές της πρωτεύουσας με 100 κοντσέρτα πιάνου.

Sivert Hoyem, θα γράψεις ποτέ τραγούδι στα Νορβηγικά;

Μιλήσαμε με τον frontman των Madrugada όσο βρισκόταν στη Δρέσδη με τη σόλο club show περιοδεία του, την οποία φέρνει στην Αθήνα, με αφορμή το νέο άλμπουμ του "On an Island".

Η Μαρίνα Σάττι μάς δίνει ραντεβού στην Τεχνόπολη

Η Μαρίνα υπόσχεται να μας μεταφέρει στο εθιστικό καλλιτεχνικό σύμπαν της.