Ανήκει στην αφρόκρεμα των σύγχρονων συνθετών κινηματογραφικής μουσικής. Είναι Έλληνας από την πλευρά της μητέρας, γνωρίζει κι εφαρμόζει τη μουσική σε όλη της την γκάμα, φέτος βραβεύτηκε με Όσκαρ –έχοντας ως αντίπαλο τον εαυτό του– κι έρχεται για συναυλία για πρώτη φορά στην Ελλάδα. Ο Alexandre Desplat θα εμφανιστεί στο Ηρώδειο (9/9) μαζί με την Κρατική Ορχήστρα Αθηνών για να μας παρουσιάσει ένα «best of» πρόγραμμα.
Ο Desplat γεννήθηκε στο Παρίσι από Γάλλο πατέρα κι Ελληνίδα μητέρα. Από μικρός έδειξε την κλίση του στη μουσική και άρχισε να μαθαίνει τα πάντα: κλασική, ρομαντική, σύγχρονη (με τον Ξενάκη), jazz, latin, exotica κ.λπ. Το μουσικό του ταλέντο το διοχέτευσε κυρίως στην εφαρμοσμένη μουσική των σάουντρακ, με τον αριθμό τους μέχρι στιγμής να υπερβαίνει τα εκατό. Από αυτά ξεχωρίζουμε τα εξής:
«Η Άμυνα του Βασιλιά» (2000)
Προτού κατακτήσει το Χόλιγουντ κι έχοντας καλύψει μουσικά πολλές ταινίες του ευρωπαϊκού (κυρίως γαλλικού) σινεμά, σε αυτήν την ταινία της Ολλανδής Marleen Gorris, που βασίζεται στην ομώνυμη νουβέλα του Vladimir Nabokov, ο συνθέτης δίνει μια ολοκληρωμένη εικόνα του στιλ του. Πρόκειται για ένα υπέροχο δείγμα γραφής το οποίο έχει τις ποικιλίες, τις εμβέλειες και τις συγγένειες που αντικατοπτρίζουν πλήρως τα συναισθήματα, τις λογικές και τις στρατηγικές που χαρακτηρίζουν τη ζωή.
«Το κορίτσι με το μαργαριταρένιο σκουλαρίκι» (2003)
Με αυτό ανοίγει την πόρτα της Αμερικής και είναι ένα από τα πιο όμορφα scores που έχει γράψει. Μια αχρονική/διαχρονική ιστορία, παρά την μπαρόκ τοποθέτησή της, η οποία δίνει στον Alexandre Desplat την ευκαιρία να γράψει ένα ορχηστρικό masterpiece που αντικατοπτρίζει με τον καλύτερο τρόπο την κλασική πλευρά του.
«Syriana» (2005)
Από τα σάουντρακ που (επι)δεικνύουν μια ευφυή αντιμετώπιση της μουσικής για τον κινηματογράφο και αυτό το πιστώνεται εξολοκλήρου ο συνθέτης, καθώς οι μουσικές του υπογραμμίζουν με υποστηρικτική (καθαρά ευρωπαϊκή) ευγένεια τη δράση αυτού του κοσμοπολίτικου πολιτικού θρίλερ του Stephen Gaghan. Πράγμα που παρατηρούμε κι εκτός οθόνης, με μια απλή ακρόαση. Βέβαια, οι «αμερικανιές» θα έρθουν και για τον Desplat κάποια στιγμή αναπόφευκτα...
«Βαμμένο πέπλο» (2006)
Ίσως ένα από τα πιο straight κλασικά σάουντρακ που έχει γράψει αλλά κι ένα από τα πιο τέλεια μουσικά πεδία που έχει δημιουργήσει, απόλυτα κατάλληλο για το δράμα που εκλύει αυτή η εξαιρετική κινηματογραφική ανάγνωση της νουβέλας του W. Somerset Maugham. Αν και το story διαδραματίζεται στην Κίνα, ο Desplat κρατάει χαρακτήρα και δεν επηρεάζεται από εξωτισμούς.
«Η απίστευτη ιστορία του Μπέντζαμιν Μπάτον» (2008)
Εδώ το κλειδί είναι ο ρομαντισμός και αυτός κυριαρχεί στο ορίτζιναλ σάουντρακ, όπου το συμφωνικό score κυλάει όμορφα, χωρίς να συνδέεται με την παραδοξότητα της πλοκής της ταινίας. Να σημειώσουμε εδώ, βέβαια, ότι αυτό το σάουντρακ συμπληρώνεται από jazz και ποπ tracks της εποχής.
«Ο Χάρι Πότερ και οι κλήροι του θανάτου - Μέρος 2ο» (2011)
Δεν χρειάζεται να πούμε πολλά – μόνο πως συνδυάζει με μαγικό τρόπο, δηλαδή με αυθεντική μαεστρία, όλες τις επικολυρικές διαστάσεις των περιπετειών και των ποιοτήτων του ήρωα που σκιαγραφεί.
«Godzilla» (2014)
Ιδιαίτερα δημιουργική χρονιά για τον συνθέτη το 2014, ο οποίος εδώ έχει να αντιμετωπίσει μια πρόκληση, αφού αυτή είναι η πρώτη φορά που καλείται να γράψει score για ταινία τερατογένεσης! Τα πνευστά και τα γιαπωνέζικα κρουστά κυριαρχούν, περνώντας έτσι τόσο στην ταινία όσο και σε εμάς μια υποδόρια ένταση που θα μπορούσε να ξεσπάσει ακόμη και σε heavy metal καταστάσεις. Όμως ο Desplat είναι ευφυής και διαθέτει στιλ.
«Το Παιχνίδι της Μίμησης» (2014)
Υπέροχα πιανίσματα πάνω σε ένα δραματικό ορχηστρικό πλαίσιο, που μας παραπέμπουν στα βάθη του μυαλού του κρυπτογράφου ήρωα της ταινίας αλλά και στους ρυθμούς της μηχανής του. Όλα αυτά μεταφράζονται –μέσα από τη μουσική– σε αισθήματα που δεν μένουν σε μετέωρες (ηχητικές) εικόνες, αλλά γίνονται οργανικό μέρος της πλοκής. Ο συνθέτης έγραψε κι ενορχήστρωσε (για τη συμφωνική του Λονδίνου) τη μουσική μέσα σε τρεις εβδομάδες –πράγμα όχι ασυνήθιστο για υπερταλαντούχους soundtrackers–, όμως έχασε το Όσκαρ από τον ίδιο του τον εαυτό!
«The Grand Budapest Hotel» (2014)
Αυτή η οσκαρική του κατάκτηση –έπειτα από οκτώ υποψηφιότητες– δεν είναι η τυπική σε σχέση με το γνώριμο και σύνηθες στιλ του. Έχει βρει τον ιδανικό τρόπο να γεμίζει με τους κατάλληλους ήχους τις εικαστικές ταινίες του Wes Anderson («Ο απίθανος κύριος Φοξ», «Ο έρωτας του φεγγαριού») κι εδώ η συνεργασία των δυο τους προσεγγίζει την τελειότητα. Η κεντροευρωπαϊκή φύση και η νοσταλγία ζωντανεύουν μέσα από τη χρήση οργάνων όπως το cimbalom, το zither και η balalaika, με θεματικές ενότητες και μελωδικές γραμμές που σμίγουν με folk και pro-classics τα οποία μένουν στο μυαλό μας.