ΔΕΚΑΟΧΤΑΡΑ ΚΑΙ ΠΑΘΙΑΣΜΕΝΗ

ΔΕΚΑΟΧΤΑΡΑ ΚΑΙ ΠΑΘΙΑΣΜΕΝΗ

  • Έγχρ.

Μια μαθήτρια του γυμνασίου τα φτιάχνει με τον γοητευτικό πατριό μιας συμφοιτήτριάς της.