Ο εθνικοαπελευθερωτικός πόλεμος στην Αλγερία, το ροκ, ο Μάρλον Μπράντο και ο Τζέιμς Ντιν, το "Και ο Θεός Έπλασε τη Γυναίκα"… Στο τέλος της δεκαετίας του ’50 το γαλλικό κινηματογραφικό κοινό ζητά ένα διαφορετικό σινεμά που να αντανακλά τις εξελίξεις των ηθών, τις πολιτικοκοινωνικές αλλαγές και τους ριζοσπαστικότερους τρόπους σκέψης. Ο "νόμος βοήθειας" προς τις ταινίες ποιότητας και τα άρθρα του περιοδικού "Cahiers du Cinema" ανοίγουν την πόρτα σε μια καινούργια εποχή, την οποία εγκαινιάζουν με πάταγο νεαροί σκηνοθέτες όπως οι Κλοντ Σαμπρόλ, Φρανσουά Τριφό, Ερίκ Ρομέρ, Ανιές Βαρντά και κυρίως ο Ζαν-Λικ Γκοντάρ και το ανατρεπτικό ντεμπούτο του "Με Κομμένη την Ανάσα".
Το γαλλικό νέο κύμα απαγκίστρωσε την κινηματογραφική γλώσσα από τις συμβάσεις της κλασικής φιλμικής δραματουργίας και αφήγησης, ανατρέποντας μια σειρά αυστηρών κανόνων που ξεκινούσαν από το σενάριο και την πλανοθεσία και έφταναν ως τη φωτογραφία και το μοντάζ. Οι ταινίες της νουβέλ βαγκ διαπνέονται από ένα γνήσιο αναρχικό συναίσθημα, τόσο σε θεματικό όσο και μορφικό επίπεδο, με τον σινεφίλ Ρίτσαρντ Λινκλέιτερ ("Dazed and Confused", η τριλογία του "Πριν το Ξημέρωμα", "Μεγαλώνοντας") να επιστρέφει στην παρισινή Rive Gauche του 1959 για να συναντήσει τον 29χρονο Γκοντάρ, ο οποίος πείθει τον παραγωγό Ζορζ ντε Μπορεγκάρ να χρηματοδοτήσει μια αστυνομική περιπέτεια βασισμένη σε ιδέα του φίλου του Φρανσουά Τριφό και βγαλμένη από τα πρωτοσέλιδα της εποχής: ένας νεαρός, λάτρης των αμερικανικών ταινιών και του Χάμφρεϊ Μπόγκαρτ, σκοτώνει χωρίς προφανή λόγο έναν αστυνόμο, βρίσκει καταφύγιο στο διαμέρισμα μιας Αμερικανίδας στο Παρίσι και έχει μια σύντομη σχέση μαζί της.
Με αυτοσχέδιους διάλογους και λήψεις, επαναστατικό από το πρώτο ως το τελευταίο του καρέ και ξέχειλο από ιδέες οι οποίες θα διαμορφώσουν ολόκληρο το μοντέρνο σινεμά, το "Με Κομμένη την Ανάσα" αποτελεί έναν ύμνο στην κινηματογραφική ελευθερία. Χωρίς καμιά σοβαροφάνεια, ο Λικλέιτερ αναζητά τη φόρμουλα που γέννησε αυτή την επαναστατική καλλιτεχνική χειρονομία, υιοθετώντας το ύφος μιας πικάντικης, κομψής και αεράτης "νουβελβαγκίστικης" κομεντί – ασπρόμαυρης και με πρωτοεμφανιζόμενους στην πλειοψηφία τους ηθοποιούς. Μένει πιστός στα γεγονότα, τα οποία αναβιώνουν με γκονταρική ειρωνεία, διασκεδάζει με πρόσωπα-τοτέμ και μυθικές (ή μυθοποιημένες;) πλέον καταστάσεις (ο Ρομπέρτο Ροσελίνι και τα σάντουιτς), βρίσκει απολαυστικές αφηγηματικές λύσεις και πάνω απ’ όλα συλλαμβάνει ακέραιο το πνεύμα μιας ολόκληρης εποχής. Γιατί στη δική μας δεν φτιάχνονται πλέον ταινίες σαν κι εκείνες;
Αστείο, νοσταλγικό, παιχνιδιάρικο και ευρηματικό, το ερωτικό γράμμα του Τεξανού σκηνοθέτη στη γαλλική σινε-πρωτοπορία σχολιάζει έμμεσα πολλά από τα σύγχρονα εκφραστικά αδιέξοδα της 7ης τέχνης και αποτελεί ένα must see για κάθε παλιό και νέο κινηματογραφόφιλο.
Α/Μ. Γαλλία, ΗΠΑ. 2025. Διάρκεια: 106΄. Διανομή: CINOBO
Περισσότερες πληροφορίες
Nouvelle Vague
Το 1959, ο πρώην κριτικός των «Cahiers du Cinéma» Ζαν-Λικ Γκοντάρ πείθει τον παραγωγό Ζορζ ντε Μπορεγκάρ να χρηματοδοτήσει την πρώτη μεγάλου μήκους ταινία του, βασισμένη σε σεναριακή ιδέα του Φρανσουά Τριφό.