Από τον «Λόγο του Βασιλιά» σ’ αυτόν του μυστικού πράκτορα, ο βραβευμένος με Όσκαρ Βρετανός ηθοποιός μιλά στον Χρήστο Μήτση για το «Και ο Κλήρος Έπεσε στον Σμάιλι» του Τόμας Άλφρεντσον, την καλύτερη κατασκοπική ταινία των τελευταίων χρόνων.
Πόσο δύσκολο είναι για έναν ηθοποιό να υποδυθεί τον κατάσκοπο;
Κάνουμε την ίδια δουλειά αν το καλοσκεφτείτε, απλώς σε λίγο διαφορετικούς τομείς. Μιλάμε σχεδόν πάντα, και στις δυο περιπτώσεις, για μοναχικούς, δυσλειτουργικούς ανθρώπους, οι οποίοι υποδύονται κάποιον άλλον από τον πραγματικό τους εαυτό. Παρατηρούν και μιμούνται τους γύρω τους… Ε, ναι, ηθοποιοί και μυστικοί πράκτορες μοιάζουμε πολύ.
Τζέιμς Μποντ ή Τζορτζ Σμάιλι; Ποιος είναι ο αγαπημένος σας Βρετανός μυστικός πράκτορας;
Ο Σμάιλι είναι αληθινός χαρακτήρας, αλλά δεν έχει τίποτα γοητευτικό επάνω του, ενώ τον Τζέιμς Μποντ τον θαυμάζεις και τον ζηλεύεις, χωρίς ο χαρακτήρας του να κουβαλά ίχνος ρεαλισμού. Δεν νιώθει πόνο ή φόβο, δεν έχει υπαρξιακές αμφιβολίες και ψυχολογικές αντιφάσεις. Από την άλλη, στην πραγματική ζωή κανείς δεν θέλει να μοιάσει του Σμάιλι. Να είσαι σαν τον Μποντ, λοιπόν, και να βλέπεις μια ταινία με τον Σμάιλι. Να ο ιδανικός συνδυασμός.
Τι είναι αυτό που κάνει το «Και ο Κλήρος Έπεσε στον Σμάιλι» τόσο ρεαλιστική, τόσο κοντά στην αληθινή ζωή;
Πριν απ’ όλα ο τρόπος που γράφει ο Τζον Λε Καρέ, ο σπουδαιότερος συγγραφέας αστυνομικών μυθιστορημάτων κατά τη γνώμη μου. Περιγράφει τέλεια έναν κόσμο σκιών, μυστικών και ψεμάτων, αλλά δεν μένει μόνον εκεί. Η ουσία του συγκεκριμένου βιβλίου, για τους ίδιους τους χαρακτήρες του, δεν είναι να βρεθεί ποιός είναι ο προδότης ανάμεσα στους υψηλά ιστάμενους της ΜΙ6. Είναι ότι για 30 χρόνια, αυτοί οι οποίοι ήταν φίλοι μεταξύ τους, εμπιστεύονταν το λάθος άτομο. Δεν ήξεραν δηλαδή ποιόν είχαν φίλο, τι ήταν αλήθεια και τι ψέμα, τι είχε πράγματι αξία – σαν άνθρωπος ή σαν ιδεολογία – και τι όχι. Τώρα, όλα αυτά περνούν στην οθόνη με έναν υποβλητικό, πολύ ατμοσφαιρικό τρόπο, χάρη στο σπουδαίο ταλέντο του σκηνοθέτη Τόμας Άλφρεντσον.
Εσείς τι θυμάστε από τις αρχές της δεκαετίας του ’70, εποχή κατά την οποία εξελίσσεται η ταινία;
Το 1973, στα 13 μου, έκανα το ταξίδι της ζωής μου. Διασχίσαμε οικογενειακώς την Αμερική - Τέξας, Κολοράντο, Νέο Μεξικό, Καλιφόρνια… Ήταν ένας θαυμαστός καινούριος κόσμος και οι εικόνες από τα highways μου έχουν μείνει αξέχαστες. Λίγο αργότερα ξέσπασε το σκάνδαλο Γουότεργκεϊτ και επειδή ο πατέρας μου ήταν καθηγητής αμερικανικής ιστορίας παρακολουθούσε, κι εγώ μαζί του, όλες τις λεπτομέρειες, τις ακροάσεις… Είδα σχεδόν ταυτόχρονα λοιπόν τις δυο όψεις μιας χώρας γεμάτης αντιθέσεις, ενώ άρχισα να καταλαβαίνω και τα βρόμικα κόλπα των μυστικών υπηρεσιών.
Μετά το Όσκαρ για το «Λόγο του Βασιλιά» επιλέξατε ένα δεύτερο ρόλο σε ένα κατασκοπικό θρίλερ.
Από τη μια διάλεξα πάλι μια βρετανική παραγωγή, από την άλλη κάτι πιο χαμηλότονο και έναν ρόλο πιο σκοτεινό, πιο ύπουλο. Τώρα έχω τελειώσει τα γυρίσματα μιας περιπετειώδους κομεντί («Gambit» με την Κάμερον Ντίαζ), μια εντελώς διαφορετική ταινία, γιατί δεν θέλω να παγιδευτώ από εδώ και πέρα μόνιμα σε σοβαρές, ακαδημαϊκές επιλογές. Δεν θέλω με τίποτα το Όσκαρ να μου αλλάξει τη ζωή. Δε εννοώ, βέβαια, ότι θέλω και να το δώσω πίσω…
Περισσότερες πληροφορίες
Και ο Κλήρος Έπεσε στον Σμάιλι
Στις αρχές του ’70 ο Βρετανός πράκτορας Τζορτζ Σμάιλι επιστρέφει στην ενεργό δράση για να ανακαλύψει έναν κατάσκοπο των Σοβιετικών που δουλεύει στην υπηρεσία του.