Πίσω στο 2009, όταν ο 3D κινηματογράφος βρισκόταν σε μια περίοδο αναβίωσης, ο Τζέιμς Κάμερον παρουσίασε στο κοινό το "Avatar", ένα έπος που αξιοποιούσε την τελευταία λέξη της τεχνολογίας. Χωρισμένη σε live-action και υβριδικά ψηφιακά εφέ, η ταινία έθετε εξαρχής τις βάσεις για ένα ολοκληρωμένο κινηματογραφικό σύμπαν που φιλοδοξούσε να ξεπεράσει τα όρια του μέχρι τότε CGI θεάματος. Άλλωστε, είναι μια ιδέα που ο σκηνοθέτης δούλευε στο μυαλό του από τα 19 του, εμπνευσμένος από ένα δάσος "βιοφωτισμένο" από ιριδίζοντες μικροοργανισμούς που εξελίχθηκε στο φυσικό περιβάλλον της Πανδώρας. Το σενάριο ξεκίνησε να αναπτύσσεται στη δεκαετία του ’90, μόνο και μόνο για να ξεκινήσει η παραγωγή αρκετά χρόνια μετά, το 2005, όταν η τεχνολογία μπορούσε να υποστηρίξει το όραμά του: οι ηθοποιοί φορούσαν performance capture equipment που μπορούσε να αναλύσει κάθε έκφρασή τους και να τη μεταφέρει στην ψηφιακά επεξεργασμένη εκδοχή τους. Η καινοτομία ενός απολύτως εμβυθιστικού κόσμου τράβηξε την προσοχή του κοινού, καθιστώντας την πιο εμπορικά επιτυχημένη ταινία μέχρι και σήμερα, με περισσότερα από 2,9 δισεκατομμύρια δολάρια σε εισπράξεις. To 2022 παρακολουθήσαμε το σίκουελ, "Avatar: The Way of Water", ενώ σήμερα, 18/12, κυκλοφορεί στους κινηματογράφους η συνέχεια του franchise, "Avatar: Φωτιά και Στάχτη".

Καθώς η πρεμιέρα της ταινίας πλησιάζει, ακούσαμε τον Κάμερον να υπόσχεται στους θεατές πως "ό,τι κι αν νομίζετε ότι θα δείτε, κάνετε λάθος", αλλά και πως η κατεύθυνση της νέας ταινίας δεν θα είναι τα εντυπωσιακά εφέ, αλλά η εξερεύνηση του ψυχολογικού βάθους των χαρακτήρων. Ακολουθώντας, λοιπόν, τα γεγονότα της δεύτερης ταινίας, το "Φωτιά και Στάχτη" βρίσκει την οικογένεια του Τζέικ Σάλι (Σαμ Γουόρθινγκτον) να έχει βρει καταφύγιο στη φυλή των Μετκαΐνα, θρηνώντας το χαμό του μεγαλύτερου γιου, Νετέγιαμ (Τζέιμι Φλάτερς). Εκεί δέχονται επίθεση από τους Μάνγκουαν, μια φυλή που έχει απομακρυνθεί από την Έιγουα, τη Μεγάλη Μητέρα της Πανδώρας, εξαιτίας της ηφαιστειακής καταστροφής της πατρίδας τους και ζει με εντελώς διαφορετικές αξίες και συνήθειες από τους Νάβι με επικεφαλής τη Βαράνγκ (Ούνα Τσάπλιν). Στο άλλο στρατόπεδο, οι "άνθρωποι του ουρανού" ανασυντάσσονται μετά την ήττα τους, σχεδιάζοντας την επόμενη επίθεσή τους.
Καθώς, λοιπόν, η εντυπωσιακή εικονογραφία παύει να έχει τον πρώτο λόγο, δίνοντας τη σκυτάλη στην ανάπτυξη της μυθολογίας των Νάβι και της Πανδώρας, ο Κάμερον επιστρέφει στη θεματική της οικογένειας, της πηγαίας οικολογικής συνείδησης και της αντίστασης απέναντι στην καπιταλιστική εκμετάλλευση της γης. Κεντρικό σημείο της αφήγησης είναι επίσης η έννοια της απώλειας, που κινητοποιεί τους χαρακτήρες να συμφιλιωθούν μαζί της και να επεξεργαστούν την πραγματικότητά τους, καθένας με τον δικό του τρόπο. Αυτή είναι μία πλευρά της ταινίας, που μοιάζει οικεία και ανθρώπινη, και δεν είναι τυχαίο. Όπως λέει και ο ίδιος, "είναι σημαντικό οι ταινίες να εξετάζουν πραγματικά ζητήματα, γήινα ζητήματα, να εμβαθύνουν σε αυτά και να αναδεικνύουν τη συμπόνια της ανθρώπινης φύσης".

Στο "Στάχτη και Φωτιά", ο εχθρός δεν είναι μονάχα ο άνθρωπος ή ο συμβολισμός της βιομηχανικής εκμετάλλευσης και της καταστροφής της φύσης, αλλά και ο "λαός της στάχτης", μια φυλή παρόμοια με τους Νάβι, που έχει χάσει την πίστη της και προσπαθεί να κρατήσει την πραγματικότητά της υπό έλεγχο, αναζητώντας μια δολοφονική άμυνα που θα την προστατεύσει. Έτσι, η μάγισσα Βαράνγκ γοητεύεται από τη δύναμη των όπλων, την προφανή υπεροχή τους ενάντια στα βουτηγμένα σε δηλητήριο δόρατα της φυλής της. Η πρώτη της εμφάνιση στην ταινία δημιουργεί ένα υποβλητικό πορτρέτο που λειτουργεί σαν καθρέφτης, αντανακλώντας την "κακή" εκδοχή των Νάβι, το σημείο στο οποίο θα κατέληγαν αν, εξαναγκασμένοι από μια τραγωδία παρόμοια με τη δική τους, εγκατέλειπαν τις αξίες τους. Γρήγορα, ωστόσο, ο ρόλος της Βαράνγκ γίνεται βοηθητικός, ενώ η αντιπαλότητά της με τους Νάβι περιορίζεται στην τελική δυναμική μάχη.
Έπειτα από δύο ταινίες, ο Κάμερον φαίνεται να καταλαβαίνει πως πρέπει να αλλάξει ρότα και να ενισχύσει τα διακυβεύματα της ταινίας με νέες ιδέες. Ίσως γι’ αυτό η σύγκρουση των Νάβι με την RDA, τη στρατιωτική ομάδα που ασχολείται με την εκμετάλλευση της Πανδώρας και την εμπορευματοποίηση των φυσικών της πόρων, αποτελεί μονάχα μία από τις μάχες της ταινίας, καθώς οι σχέσεις μεταξύ των πρωταγωνιστές και το αγεφύρωτο χάσμα ανάμεσα στα αξιακά τους συστήματα έρχονται στο προσκήνιο. Αμφιβάλλουμε πως η πρόθεσή του είναι επιτυχημένη: κάθε σύγκρουση μοιάζει να αντιγράφει τον απόηχο της προηγούμενης, κάθε μάχη μοιάζει γνώριμη και, αξιολογώντας το "Φωτιά και Στάχτη" στο σύνολό του, είναι δύσκολο να μην εντοπίσουμε την ίδια σχηματική δομή που ακολουθήθηκε στο "Avatar" και το "Way of the Water".

Ταυτόχρονα, παρά την επιμονή του σε ζητήματα που αντιλαμβανόμαστε ως αντιαποικιοκρατικά, ένα από τα προβλήματα που διέπει ολόκληρο το franchise του "Avatar" είναι η ανάδειξη κάθε λευκού χαρακτήρα σε "σωτήρα", είτε οι προθέσεις του είναι καλές είτε όχι. Ο Τζέικ Σάλι καταφέρνει να κερδίσει επάξια τον τίτλο του Τορούκ Μακτό, λειτουργώντας ως στρατιωτικός ηγέτης που ενώνει τις φυλές των Νάβι ενάντια στην εκμετάλλευση της πατρίδας τους από τους ανθρώπους, ως ένας εξωτερικός παράγοντας που τελικά αποδεικνύεται ο εκλεκτός της φυλής.
Στην περίπτωση του Κουόριτς (Στίβεν Λανγκ) και της Βαράνγκ, αντίστοιχα, βλέπουμε μια χαμένη ευκαιρία για την εξερεύνηση μιας ενδιαφέρουσας δυναμικής. Ενώ η επαφή τους ξεκινά με τον συνταγματάρχη να διεκδικεί μια ισότιμη σχέση με τη δυναμική μάγισσα, στη συνέχεια της ιστορίας η δεύτερη ξεθωριάζει σταδιακά στο φόντο, αφήνοντας τον Κουόριτς να διαπραγματευτεί και να συγκρουστεί με τον αληθινό του αντίπαλο, τον Τζέικ Σάλι. Γιατί, λοιπόν, μια αφήγηση που έχει σκοπό να φέρει στο κέντρο τους αυτόχθονες ενός εξωγήινου κόσμου καταλήγει να επικεντρώνεται στους λευκούς πρωταγωνιστές και στις συγκρούσεις τους; Και, ακόμη πιο σημαντικό, γιατί είναι αυτοί οι χαρακτήρες που ξεχωρίζουν για τις ικανότητές τους όταν συγκρίνονται με τους αυτόχθονες;

Η ερώτηση που παραμένει είναι αν, τελικά, το franchise του "Avatar" είναι ακόμη επίκαιρο μετά από όλα αυτά τα χρόνια. Αν οι αριθμοί αποδεικνύουν κάτι, τότε η απάντηση είναι ναι: το "Way of Water" σκαρφάλωσε στην τρίτη θέση της λίστας των μεγαλύτερων εμπορικών επιτυχιών, πλησιάζοντας το μεγαλείο της πρώτης και συνεχίζοντας την κληρονομιά της εξερεύνησης των "ορίων" της τεχνολογίας. Αλλά, πάνω απ’ όλα, ο στόχος του Κάμερον μοιάζει να είναι η δημιουργία ενός κόσμου που, έστω για λίγο, μοιάζει να μας καλεί να ξεχάσουμε την πραγματικότητα. Ο 71χρονος σκηνοθέτης παραδέχεται πως "δεν έχει αντιμετωπίσει μεγαλύτερη πρόκληση από αυτή στη ζωή του".
Η τέταρτη ταινία, της οποίας ο τίτλος δεν έχει ακόμη ανακοινωθεί, βρίσκεται αυτήν τη στιγμή στο στάδιο της παραγωγής και αναμένεται να κυκλοφορήσει στα τέλη του 2029, ύστερα από ένα στρατηγικό "διάλειμμα". Η πέμπτη θα ακολουθήσει τον Δεκέμβριο του 2031, ολοκληρώνοντας την ιστορία των Νάβι.
Δείτε το trailer του "Avatar: Φωτιά και Στάχτη":
