Φωτό: Aleksander Kalka (La Biennale di Venezia)
Μετά από μια σειρά ταινιών βασισμένη σε αληθινές ιστορίες, οι οποίες της χάρισαν φεστιβαλικές διακρίσεις και δυο οσκαρικές υποψηφιότητες ("Ο Άνθρωπος που Πούλησε το Δέρμα του", "Τέσσερις Κόρες"), η Τυνήσια Κάουτερ Μπεν Χανία βάζει το δυσκολότερο στοίχημα της σκηνοθετικής καριέρας της. Ξεκινώντας από ένα ακόμα πραγματικό περιστατικό, αποφασίζει να μας μεταφέρει στην τρομακτική και πολιτικά φορτισμένη μεριά του πλανήτη για να αφηγηθεί την ιστορία της Χιντ Ρατζάμπ: τον Ιανουάριο του 2024 μια ομάδα υπαλλήλων της Ερυθράς Ημισελήνου στη Ραμάλα λαμβάνουν μια τηλεφωνική κλήση από ένα εξάχρονο κορίτσι, το οποίο βρίσκεται μέσα σε ένα ακινητοποιημένο από τα ισραηλινά πυρά αυτοκίνητο στην Γάζα, 80 χιλιόμετρα μακριά. Το κινηματογραφικό αποτέλεσμα, μια πρωτότυπη μείξη ντοκιμαντέρ και μυθοπλασίας, γνώρισε αποθεωτική υποδοχή στο φεστιβάλ Βενετίας, όπου απέσπασε το Αργυρό Λιοντάρι, ενώ αποτελεί και ένα από τα ισχυρότατα φαβορί για υποψηφιότητα στα επερχόμενα διεθνή Όσκαρ.
Η χρήση ενός τόσο ευαίσθητου πρωτότυπου υλικού, όπως είναι οι ηχογραφήσεις των τηλεφωνικών κλήσεων της μικρής Χιντ προς τη μονάδα της Ερυθράς Ημισελήνου, τις οποίες ακούμε ενταγμένες σε μια μυθοπλασία, σας προβλημάτισε ηθικά;
Όταν άκουσα το ηχητικό υλικό, ήταν ό,τι σκληρότερο έχω βιώσει στη ζωή μου. Ένα εξάχρονο κορίτσι παγιδευμένο σε ένα αυτοκίνητο καθηλωμένο από ισραηλινά πυρά ζητάει βοήθεια. Απευθύνθηκα στη μητέρα της Χιντ και εκείνη μου είπε πως η φωνή της κόρης της πρέπει να ακουστεί. Ένιωσα πως πράγματι έχουμε χρέος απέναντί της και φυσικά δεν θα είχε νόημα να βάλω κάποια ηθοποιό να προσποιηθεί τη Χιντ. Θα ήταν κακόγουστο· θα ήταν σαν να θέλω να την κάνω να σιωπήσει. Σε αυτές στις περιπτώσεις, βέβαια, όλα έχουν να κάνουν με το πώς αξιοποιείς κάθε πραγματικό στοιχείο. Αλλά θα ήταν ανήθικο να χρησιμοποιηθεί σε ταινία μυθοπλασίας το ημερολόγιο της Αν Φρανκ;

Μάθατε την ιστορία και ακούσατε τα τηλεφωνήματα. Πότε νιώσατε ότι όλο αυτό πρέπει να γίνει ταινία;
Αμέσως, αλλά έπρεπε πρώτα να μιλήσω με τη μητέρα και τον Ερυθρό Σταυρό. Όλοι τους ήταν υποστηρικτικοί, οπότε ξεκίνησα να δουλεύω το σενάριο. Σταμάτησα την προετοιμασία της ταινίας που είχα κατά νου και επικεντρώθηκα στη "Φωνή της Χιντ Ρατζάμπ".
Πόσο δύσκολο ήταν να καθοδηγήσετε τους ηθοποιούς σε μια σειρά τόσο έντονων και απαιτητικών ερμηνειών;
Οι ηθοποιοί είναι όλοι Παλαιστίνιοι και δεν θα μπορούσε να γίνει αλλιώς. Το δύσκολο ήταν από τη μία να επαναλαμβάνουν ακριβώς αυτά τα οποία είχαν ειπωθεί στις συνομιλίες και, από την άλλη, να αντιδρούν φυσικά, ρεαλιστικά, όχι σαν να παίζουν σε κακό θεατρικό. Κάναμε λοιπόν εκτεταμένες πρόβες και γυρίζαμε χωρίς να τους διακόπτω, οπότε δουλέψαμε πολύ στο μοντάζ για να βγει το επιθυμητό τελικό αποτέλεσμα.
Υπήρξαν παρεμβάσεις από την ισραηλινή πλευρά;
Επίσημα καμία, αλλά οι παραγωγοί μου δέχτηκαν αμέτρητα e-mail που μας απειλούσαν να μην προχωρήσουμε. Η συνήθης κατηγορία ήταν ότι θα είναι μια αντισημιτική ταινία και φυσικά όλο αυτό ήταν εξ αρχής ενορχηστρωμένο.
Είναι εντυπωσιακό το ότι την παραγωγή της ταινίας συνυπογράφουν πολλοί διάσημοι του κινηματογραφικού χώρου: Αλφόνσο Κουαρόν, Τζόναθαν Γκλέιζερ, Μπραντ Πιτ, Γιόακιν Φίνιξ… Είχαν κάποια δημιουργική συμμετοχή στην υλοποίησή της;
Τους δείξαμε την ταινία τελειωμένη. Όλοι τους συγκινήθηκαν και προσφέρθηκαν να βοηθήσουν, κυρίως στην προώθησή της, κάτι πολύ γενναιόδωρο και τιμητικό. Δεν έκαναν, όμως, δημιουργικές παρεμβάσεις γιατί ήρθαν στο τέλος κι ενσωματώθηκαν σε κάτι ολοκληρωμένο.

Η ταινία διασταυρώνει μια ανθρώπινη ιστορία και ένα πολιτικό ζήτημα. Προβληματιστήκατε ως προς το σε ποιο θα δώσετε προτεραιότητα;
Πρόκειται για μια προσωπική ιστορία που "οφείλεται" στην πολιτική. Δεν ήθελα πολιτικά σλόγκαν, αλλά είναι σαφές πως η ταινία υποστηρίζει πως δεν μιλάμε εδώ για παράπλευρες απώλειες. Είναι φρικτό και παράλογο να νιώθουμε υποχρεωμένοι να λέμε πως "οι Παλαιστίνιοι είναι κι αυτοί άνθρωποι". Αντιθέτως, όσα συμβαίνουν στη Γάζα μάς κάνουν όλους Παλαιστίνιους.
Μιλάμε για μια ταινία μυθοπλασίας, αλλά τα όρια με το ντοκιμαντέρ θολώνουν διαρκώς, δίνοντάς της ένα ιδιαίτερο, ξεχωριστό ύφος, το οποίο αιχμαλωτίζει το θεατή.
Ο διαχωρισμός των κινηματογραφικών ειδών είναι αντικαλλιτεχνικός. Τα όρια μεταξύ τους μοιάζουν με τα σύνορα των κρατών. Δεν τα βλέπεις, αλλά υπάρχουν στο χάρτη και κάποιοι σου λένε πως δεν μπορείς να πας πέρα από εδώ ή από εκεί. Τα βρίσκω πολύ περιοριστικά όλα αυτά κι έτσι δεν κάθισα να σκεφτώ αν αυτό που θέλω να γυρίσω είναι ντοκιμαντέρ, πολιτικό δράμα ή ταινία τρόμου.
Η κατάσταση στη Γάζα δεν έχει στοιχεία ταινίας τρόμου;
Ακριβώς γι’ αυτό και η ταινία έχει αυτό το άρωμα. Η ιστορία της Χιντ είναι από μόνη της ένα θρίλερ, και έπρεπε να το αναδείξω αυτό, χωρίς όμως να φανεί κατασκευασμένο. Έπρεπε να φανεί πως όλα είναι πραγματικά, όλη αυτή η φρίκη είναι αληθινή και όχι επινοημένη.
Η ταινία ολοκληρώνεται με αληθινές εικόνες και ρεπορτάζ για το τι συνέβη. Νιώσατε πως αυτό ήταν κάτι αναγκαίο;
Τις βλέπουμε στο τέλος της ιστορίας μας, οπότε δεν είναι εικόνες από δελτία ειδήσεων οι οποίες εμφανίζονται εκτός πλαισίου και χωρίς προηγούμενη αναφορά. Στην τηλεόραση παρακολουθούμε εικόνες καταστροφής από τη Γάζα ή την Ουκρανία, αλλά δεν ξέρουμε πώς έγινε το συμβάν και ποια ήταν τα θύματα. Εδώ πρόκειται για μια κίνηση ενάντια στην ανωνυμία που συνοδεύει αυτές τις φρικιαστικές εικόνες από τις οποίες κατακλυζόμαστε, προκαλώντας μας ανοσία. Οπότε, ναι, ένιωσα πως έτσι έπρεπε να τελειώσει κινηματογραφικά αυτή η ιστορία…