
Ήμουν πολύ μικρός για να το θυμάμαι, αλλά μεγαλώνοντας ήταν ένα συμβάν που ανέκυπτε σποραδικά σε οικογενειακές συζητήσεις. Όχι μόνο γιατί ήταν από μόνο του σοκαριστικό, αλλά και γιατί με έναν πλάγιο τρόπο μάς "αφορούσε". Διότι ο Σορίν Ματέι, εκτός από κακοποιός που γνώρισε σε ζωντανή μετάδοση το πανελλήνιο, έτυχε να έχει και ρουμανική καταγωγή, όπως οι συγγενείς μου. Στην Ελλάδα των 00s το μεταναστευτικό στίγμα ήταν σε έξαρση, επομένως αυτού του είδους η κακή "διαφήμιση" επέτρεπε να ευδοκιμήσουν και να ανακυκλωθούν πολλά φρικτά στερεότυπα για καιρό. Σε αυτό δεν βοήθησε βεβαίως ο τρόπος που αρκετοί αστυνομικοί ρεπόρτερ φρόντιζαν με κάθε ευκαιρία να επισημαίνουν ότι ο δράστης δεν ήταν ημεδαπός αλλά αλλοδαπός…

Κάνω αυτή την εισαγωγή θέλοντας να επισημάνω τον ελέφαντα στο δωμάτιο. Καθώς η νέα παραγωγή της Tanweer με τίτλο "Τελευταία Κλήση" μπορεί να μην αποτελεί άμεση μεταφορά της γνωστής τοις πάσι υπόθεσης Ματέι, αφού αντλεί στοιχεία και από άλλα εγκλήματα, ωστόσο μια ανάγνωση στην επίσημη σύνοψη της ταινίας επιτρέπει προφανείς αναλογίες: "Παραμονή Πρωτοχρονιάς του 2000. Μια κλοπή όπλων από ένα στρατόπεδο. Ένας γνωστός εγκληματίας κρατάει όμηρο μια οικογένεια στο Παγκράτι και απειλεί να την ανατινάξει αν δεν εμφανιστεί ζωντανά στην τηλεόραση. Ένα τηλεοπτικό κανάλι σε αναβρασμό και την αστυνομία να κοιτάζει έναν δραπέτη να την εκθέτει για πολλοστή φορά. Όλοι τους νήματα σε έναν ιστό που κάποιοι υφαίνουν στο παρασκήνιο".

Τα σκέφτομαι όλα αυτά εν είδη βιωματικού φλασμπάκ, την ώρα που πλησιάζω το επιβλητικό Θεμιστόκλειο Συγκρότημα στη Νίκαια. Ο χώρος, που εξωτερικά μοιάζει με γήπεδο, έχει μετατραπεί σε ένα εντυπωσιακό κινηματογραφικό πλατό για τις ανάγκες της "Τελευταίας Κλήσης", το οποίο φαινομενικά δεν έχει τίποτα να ζηλέψει από ένα αντίστοιχο του Χόλιγουντ. Το σετ είναι χωρισμένο από τη μία σε τηλεοπτικό στούντιο και από την άλλη σε ένα κλασικό, μικροαστικό αθηναϊκό διαμέρισμα, τόσο προσεκτικά κατασκευασμένο που ένιωσα πως μεταφέρθηκα στον χρόνο και στο σπίτι της γιαγιάς μου για να μου δώσει δραχμές να έχω μαζί μου στο πάρκο. Η επιμέλεια της σκηνογραφικής ομάδας δεν κέντρισε την προσοχή εξαιτίας μόνο των αισθητικών επιλογών αλλά και των λεπτομερειών που κάνουν τη διαφορά. Αν είσαι millennial, δεν γίνεται να μη νιώσεις νοσταλγία βλέποντας, για παράδειγμα, έναν κεντητό πίνακα με ένα άκυρο σχέδιο, ας πούμε λουλούδι, ή το υπερμέγεθες σύνθετο έπιπλο, ταυτόχρονα μπαρ και βιβλιοθήκη, το οποίο είναι παραγεμισμένο με εγκυκλοπαίδειες που μαζεύουν σκόνη. Τα πράγματα βέβαια στο γύρισμα που ήρθα να παρακολουθήσω είναι απολύτως σοβαρά, έως και αγωνιώδη.

Στο βάθος, στο σαλόνι του διαμερίσματος, βρίσκονται μερικοί από τους πρωταγωνιστές. Ο Ορφέας Αυγουστίδης έχει στα χέρια του μια χειροβομβίδα και περιμένει τηλεφώνημα. Απέναντί του η Ρένια Λουιζίδου παρακολουθεί κάθε κίνηση, έχοντας μια διαπεραστικά ψύχραιμη ταραχή στο βλέμμα της. Στον καναπέ ο Γιάννης Καράμπαμπας και η Καλλιόπη Χάσκα ριγούν καθώς αγνοούν τι πρόκειται να συμβεί. Πίσω από την κάμερα ο σκηνοθέτης Σέριφ Φράνσις, στην πρώτη ολοκληρωμένη κινηματογραφική δουλειά του, δίνει οδηγίες για τη δράση που γυρίζεται ξανά και ξανά από διαφορετικές γωνίες λήψης. Βλέπω τα πλάνα από το μόνιτορ και σκέφτομαι πως η "Τελευταία Κλήση", ήδη από αυτό το ακατέργαστο κομμάτι της παραγωγής, δίνει την αίσθηση ενός 70s αμερικανικού crime θρίλερ.

Αν αυτή ισχύει, θα φανεί στις 19 Μαρτίου 2026 που κυκλοφορεί στις αίθουσες, σε κάθε περίπτωση όμως αποτελεί γεγονός πως στο εγχώριο σινεμά σπανίζουν οι true crime τίτλοι. Ενώ στην τηλεόραση έχουμε δει σειρές, όπως η δημοφιλής "10η Εντολή", που βασίζονται σε πραγματικά εγκλήματα, ο μοντέρνος κινηματογράφος μοιάζει σχεδόν να τα αποφεύγει. Όταν το αναφέρω στον Φράνσις, συμφωνεί αμέσως μαζί μου: "Πράγματι, το "true crime” δεν συνηθίζεται. Για αυτό και μια τέτοια ταινία έχει αυτομάτως ενδιαφέρον. Επιπλέον, δεδομένου πως η έως τώρα εμπειρία μου κινείται σε πιο mainstream χώρους, όπως η δημιουργία βιντεοκλίπ και διαφημιστικών, εδώ έχω την ευκαιρία να αναμείξω διαφορετικά στοιχεία σε μια κινηματογραφική γραφή που τα συνδυάζει". Πώς όμως θα χαρακτήριζε ο ίδιος την "Τελευταία Κλήση"; "Είναι ένα σύγχρονο crime θρίλερ με στοιχεία νουάρ. Ωστόσο, εγώ προσωπικά ποτέ δεν επέλεγα ταινίες με βάση το είδος. Αν κάτι είναι καλό, είναι καλό ως έχει. Μια καλή ταινία είναι πάντα μια καλή ταινία".

Παράλληλα, παρατηρώ πως οι ηθοποιοί, είτε γράφει η κάμερα είτε όχι, δεν χάνουν στιγμή την απόλυτη συγκέντρωσή τους. Για να σας προλάβω, προτού πείτε πως είναι απλώς η δουλειά τους, να επισημάνω ότι οι ψυχολογικές απαιτήσεις του συγκεκριμένου, τουλάχιστον, γυρίσματος είναι ιδιαίτερα υψηλές. Εξάλλου βρέθηκα στο πλατό όταν η ομηρία του κεντρικού ήρωα βρισκόταν σε πλήρη εξέλιξη. Η κυρία Λουιζίδου αναφέρει σχετικά: "Είναι μια ειδική συνθήκη η συγκεκριμένη ταινία. Βρισκόμαστε σε μια κατάσταση εγκλεισμού, ομηρίας, μια τεταμένη ατμόσφαιρα από το πρώτο δευτερόλεπτο, που κλιμακώνεται βέβαια και στην πορεία. Οπότε για να κρατήσεις ένα συναισθηματικό ρακόρ -όπως λέμε-, μια συναισθηματική συνέπεια, δεν είναι εύκολο να μπαίνεις και να βγαίνεις από δευτερόλεπτο σε δευτερόλεπτο. Βέβαια, δεν κάνουμε παρανοϊκά πράγματα, ακρότητες μεθόδου, να μη μιλάμε ή να μην επικοινωνούμε, προσπαθούμε όσο μπορούμε την ενέργειά μας να την κρατάμε συγκεντρωμένη γιατί είναι ξεχωριστών απαιτήσεων. Θέλω να πω, η εμφάνισή μας στην ταινία ξεκινάει από τα κόκκινα, οπότε δεν είναι μια κατάσταση που μπορείς να τη βγάζεις από το τσεπάκι".

Όσα μας λέει έχουν ακόμα μεγαλύτερη σημασία, αν αναλογιστούμε και τον ρόλο που ενσαρκώνει: "Είναι μια γυναίκα χήρα, συνταξιούχος νοσοκόμα, μεσαίας οικονομικής κατάστασης -ενδεχομένως και λίγο χειρότερα- που έχει μεγαλώσει δύο κορίτσια περίπου μόνη της. Είναι από αυτές τις πολύ δυνατές γυναίκες που αφανώς διαχειρίζονται τις καταστάσεις, περνάνε οι καταστάσεις από τα χέρια τους. Ένας δυνατός άνθρωπος της καθημερινής ζωής, της καθημερινότητας, του μόχθου και της προσπάθειας, που της τυχαίνει να πρέπει να διαχειριστεί μια εντελώς εξωπραγματική κατάσταση για τα δεδομένα της δικής της ζωής, όπως είναι ομηρία μέσα στο ίδιο της το σπίτι - γιατί στο δικό της σπίτι γίνεται το όλο περιστατικό".

"Υπεύθυνος" για όλα αυτά είναι ο Ορφέας Αυγουστίδης. Ένας ηθοποιός που δεν έχουμε, όσο θα αξίζαμε, την τύχη να βλέπουμε συχνά στη μεγάλη οθόνη. Εν προκειμένω, τι τον κινητοποίησε να υποδυθεί αυτό τον χαρακτήρα; "Αυτό που με ιντρίγκαρε ήταν το να βρω σε αυτόν κοινά κανάλια με τα οποία θα μπορούσα να συντονιστώ και, κατ’ επέκταση, έναν λιγότερο προφανή πυρήνα, τον οποίο θα μπορούσα να υπερασπιστώ". Βοηθούν καθόλου οι κινηματογραφικές αναφορές σε τέτοιες περιπτώσεις; "Φυσικά, πάντα. Είναι ένα μέρος της διαδικασίας. Ωστόσο, σε τι ποσοστό μπορεί αυτό να έχει τροφοδοτήσει τον συγκεκριμένο ρόλο δεν μπορώ να το ξέρω, καθώς η έμπνευση είναι μια αφορμή να κάνεις σκέψεις γύρω από μια συγκεκριμένη περιοχή. Αυτές οι σκέψεις όμως, μπολιασμένες από καινούργιες, φρέσκες ιδέες, την προσωπικότητά σου και τη σχέση σου με τους συναδέλφους, μπορεί να οδηγήσουν σε τελείως διαφορετικούς αστερισμούς. Επομένως, ίσως να μην έχει νόημα το να αναφέρω τις εμπνεύσεις μου, αφού ξεκινάνε από τον Βορρά και καταλήγουν στον Νότο".

Από τον Νότο στον Βορρά κι εγώ, αποχώρησα από το Θεμιστόκλειο με προορισμό την Κυψέλη και το γραφείο μου, γεμάτος προσμονή για το πώς θα μοιάσει η "Τελευταία Κλήση". Μήπως ήρθε η ώρα να γίνει και το ελληνικό crime τάση; Άραγε θα αναβιώσει το νουάρ σε μια φάση που το καλλιτεχνικά εμπορικό σινεμά βρίσκεται σε σχετική ανάκαμψη; Μακάρι, αν μη τι άλλο υποθέσεις υπάρχουν πολλές…
