
Η δεύτερη μεγάλου μήκους ταινία του Χρήστου Πυθαρά ("Ευτυχία") είναι ένα λιτό, μα ατμοσφαιρικό δράμα το οποίο εξελίσσεται μεθοδικά και υπόκωφα σε ψυχολογικό θρίλερ. Ακολουθεί τον Γιάννη, έναν μοναχικό άντρα που δουλεύει σε σιδεράδικο, βουλιάζοντας όλο και βαθύτερα στην αστική ανία και αποξένωση. Μόνη του διέξοδος το κυνήγι και η φυγή στη φύση, μέσα στην οποία νιώθει σαν στο σπίτι του. Γιατί στο μικρό διαμέρισμά του δυσκολεύεται να βρει ησυχία, με το σκύλο του γείτονα, μόνιμα απομονωμένο στο μπαλκόνι, να γαβγίζει συνέχεια. Οι φιλικές παρατηρήσεις του προς τον ιδιοκτήτη του, έναν άξεστο σεκιουριτά, δεν πιάνουν τόπο και η εσωτερική ένταση διαρκώς ανεβαίνει… Σινεφίλ δημιουργός, αλλά και ιδρυτής της σχολής κινηματογραφικών σεμιναρίων Filmschool, ο Πυθαράς παίρνει ιδέες από ένα ευρύ φάσμα σινε-αναφορών για να συνθέσει το δικό του αφηγηματικό στιλ. Ζητώντας του να μας τις αναπτύξει, ξεκινήσαμε μαζί του ένα συναρπαστικό ταξίδι στη χώρα του σινεμά.
Βγαίνοντας για "Κυνήγι"
"Οι αναφορές είναι ένα μεγάλο κομμάτι της προετοιμασίας μιας ταινίας, τουλάχιστον για μένα. Είναι ένας πρώτος τρόπος επικοινωνίας με τους συνεργάτες, ένα αρχετυπικό αλφαβητάρι / κώδικας για το πως περίπου σκέφτεσαι τα πράγματα, εκλεκτικές συγγένειες που θέλεις να λειτουργούν περισσότερο σε επίπεδο έμπνευσης, παρά ως ένα template αντιγραφής. Αποσκοπούν στο να γίνουν ένας μπούσουλας της ατμόσφαιρας που θέλω να επιτύχω στη ταινία. Δεν αναφέρομαι τόσο στο homage, που είναι περισσότερο ένα κλείσιμο του ματιού από έναν δημιουργό προς έναν άλλο - αγαπημένο παράδειγμα ένα πλάνο του Γκας Βαν Σαντ στο "Gerry", το οποίο είναι φόρος τιμής στο "Satantango" του Μπέλα Ταρ. Στις αναφορές ψάχνω να βρω στοιχεία στο ύφος, στον τόνο, σε στιγμές που είναι χρήσιμες σαν παραδείγματα στο διευθυντή φωτογραφίας και στους ηθοποιούς πρωτίστως, μα παράλληλα για όλους τους συνεργάτες για έμπνευση και στόχο που κυνηγάμε, μιας και τις περισσότερες φορές όλα αυτά τα παραδείγματα είναι από ταινίες που θαυμάζουμε. Βέβαια, κάλλιστα χρησιμοποιούμε αναφορές πέραν των άλλων ταινιών, από μουσική, ζωγραφική ή φωτογραφία ή και από προσωπικές εμπειρίες ή ιστορίες που έχουμε ακούσει. Εδώ θα ήθελα να αναφέρω μόνο τις ταινίες που συνειδητά και έμμεσα πάντα αφορούσαν το "Κυνήγι".
Κεντρική αναφορά, στον διευθυντή φωτογραφίας Θάνο Λυμπερόπουλο, την σκηνογράφο Πηνελόπη Βαλτή και τον color grader Μάνθο Σάρδη υπήρξε η ταινία "Τυραννόσαυρος" του Πάντι Κονσιντάιν.Το πως σκεφτόμασταν ότι θέλαμε να μοιάζει ο οπτικός μικρόκοσμος της ταινίας, σε επίπεδο saturation και θερμοκρασίας, κόκκου, χρωματικής παλέτας και ύφος σπιτιού του ήρωα. Μα και για τον (μη) ηθοποιό Γιάννη Μπελή, ο χαρακτήρας του Πίτερ Μάλαν υπήρξε μια πρώτη αναφορά, για το βάρος που θέλαμε να κουβαλάει ο δικός μας ήρωας.
Στιγμές της ταινίας, όπως η απόφαση του να σκοτώσει ή όχι ο ήρωας το θήραμα που έχω μπροστά από την κάννη του, υπάρχουν στον "Ελαφοκυνηγό", στο "Κυνήγι" του Βίντερμπεργκ και στη "Σκουριασμένη Πόλη" ("Out of the Furnace") του Σκοτ Κούπερ.
Για την μουσική, συζητάγαμε με το συνθέτη Ντίνο Τσέλη ότι θέλουμε να καταλήξουμε σε ένα score που να έχει λίγα όργανα, επαναλαμβανόμενες και όχι ιδιαίτερα ανεπτυγμένες μελωδίες και να δημιουργεί συναίσθημα, να λειτουργεί σε συγκινησιακό επίπεδο. Κύριες αναφορές που είχαμε ήταν το σουηδικό "Farväl Falkenberg" του Γέσπερ Γκάνσλαντ (υπερ-πολυαγαπημένη ταινία),
μα και το "Μικρό Ψάρι" του Οικονομίδη σε μουσική Μπάμπη Παπαδόπουλου.
Την πρώτη σκηνή στο "Κυνήγι", με τον ήρωα να οδηγεί μες τη νύχτα και να καταλήγει σε ένα βουνό το ξημέρωμα για να κυνηγήσει, είναι γυρισμένη από εμένα ντοκιμαντερίστικα, αλλά με στυλιζαρισμένο ύφος. Ακολούθησα τον Γιάννη για τρεις διαφορετικές μέρες σε κανονικά του κυνήγια (ο Γιάννης είναι κυνηγός πουλιών, τρώει μόνο αυτά που έχει σκοτώσει ο ίδιος), προσπαθώντας να παρέμβω στο ελάχιστο. Ο Γιάννης με την καραμπίνα του εγώ με την κάμερα, δυο αρκετά αντίθετοι τύποι που ο καθένας τιμά και σέβεται πολύ αυτό που κάνει (και δεν πολυκαταλαβαίνει αυτό που κάνει ο άλλος, αλλά αναγνωρίζει την καθαρότητα στις προθέσεις του). Από όταν έγραφα το σενάριο, που νομίζω ξεκίνησε η ιδέα από αυτή την σκηνή (αν δεν τα έχω φτιάξει στο κεφάλι μου τώρα για να εξυπηρετήσει αυτό το άρθρο), είχα πολύ έντονα στο μυαλό το ύφος του "Sombre" του Φιλίπ Γκραντιέ.
Πως το τεχνικό μέρος της κινηματογράφησης, ρηχό πεδίο βάθους, πολλά φλου, υποφωτισμένες συνθήκες, πολύς κόκκος, ταραχώδης κάμερα λόγω τηλεφακών και ένα απόκοσμο sound design, είναι εργαλεία της κινηματογραφικής γλώσσας που η σύνθεση τους μπορεί να οδηγήσει σε μια απόπειρα βουτιάς στον ψυχισμό του κινηματογραφικού μας ήρωα.
Με τον Γιάννη Μπελή είδαμε αρκετές ταινίες μαζί, όπως το "Σκαρί" ("Luzzu") που πρωταγωνιστεί ένας μη ηθοποιός ψαράς, δίνοντας μια εξαιρετική ερμηνεία, τα "Κλίματα" του Νουρί Μπιλγκέ Τσεϊλάν με τον ίδιο στον κεντρικό ρόλο, για τον ρυθμό και τόνο της ερμηνείας και ολόκληρης της ταινίας, το "Μαζί Ποτέ" του Φατίχ Ακίν για το πως ένας ήρωας κουβαλά έντονα ένα συνεχές βάρος, το "Bullhead" με τον Ματίας Σέναρτς για τον όγκο και παρουσία του ήρωα μες το κάδρο. Πάντως, όταν είδε ξανά ο Γιάννης μόνος του την ερμηνεία του Μάρλον Μπράντο στο "Αποκάλυψη Τώρα!", θυμάμαι ότι ήρθε στην επόμενη πρόβα και το είχε "βρει"". Κάτι μέσα του είχε κλικάρει. Πιστεύω είχε να κάνει, με το ότι κατάλαβε τι σημαίνει για έναν ηθοποιό "ελέγχω τον κινηματογραφικό χρόνο" και "δεν αφήνω τον χρόνο να με ιππεύσει". Είμαι τρομερά ευγνώμων για την συνεργασία με τον Γιάννη και την συμμετοχή του στη ταινία".