
Θα μπορούσε αυτή η ταινία να γυριστεί έγχρωμη;
Ξεκινήσαμε με το ασπρόμαυρο φιλμ εξ αρχής. Το μεγαλύτερο μέρος της ταινίας είναι γυρισμένο σε στούντιο και επειδή τα ντεκόρ δεν είναι ψηφιακά, αλλά κατασκευασμένα με το χέρι, είναι πολύ περίπλοκο να πάρεις αυτό που στοχεύεις ως αποτέλεσμα στην έγχρωμη εικόνα. Θέλαμε να το κάνουμε με τον παραδοσιακό τρόπο κι επειδή είχαμε αποφασίσει πως θα συνδυάσουμε αυτά που γυρίζουμε με σύγχρονο και έγχρωμο υλικό, επιλέξαμε να υπάρχει αυτή η αντίστιξη με το ασπρόμαυρο.
Κι όλα ξεκίνησαν από ένα βιβλίο του Σόμερσετ Μομ;
Όλα ξεκίνησαν από το ότι ετοιμαζόμουν να παντρευτώ και ένοιωθα αγχωμένος. Διάβαζα εκείνη την περίοδο ένα βιβλίο του Σόμερσετ Μομ, αλλά όχι μυθιστόρημα. Το "The Gentleman in the parlour", τις εντυπώσεις του δηλαδή από ένα ταξίδι στην Ασία, όπου μέσα σε 300 σελίδες περιγράφει τοπία, ναούς, πόλεις και συναντήσεις του με ανθρώπους. Ανάμεσά τους, όμως, υπάρχουν και δυο σελίδες στις οποίες βρίσκει έναν άλλο Βρετανό, ο οποίος του διηγείται πως ενώ ήταν ευτυχισμένα παντρεμένος, όταν η σύζυγός του ετοιμάζεται να έρθει από το Λονδίνο για να τον συναντήσει στην Ασία, εκείνος πανικοβάλλεται και το βάζει στα πόδια. Ακολουθεί τη διαδρομή του Grand Tour, διάσημου εκείνην την εποχή. Μια εξωτική ταξιδιωτική διαδρομή στα βρετανικά τότε εδάφη – Ινδία, Μπούρμα, μέχρι και την Κίνα, όπου στο βιβλίο η γυναίκα του αφηγητή, η οποία τον αναζητούσε σε ολόκληρη την ήπειρο, τελικά τον συναντά. Σκεφτόμουν, πάντως, πως όλο αυτό μπορεί να μην συνέβη ποτέ. Μπορεί να είναι απλά κατασκευή του Μομ, ένα αστείο πάνω στο πόσο δειλοί είναι οι άντρες και πόσο επίμονες οι γυναίκες. Βασικό μοτίβο της screwball κωμωδίας, που είναι κατά κάποιο τρόπο και η ταινία μας.

Εσείς αποδειχτήκατε γενναίος;
Ναι, δεν το έσκασα. Είμαι ακόμα παντρεμένος…
Τα έγχρωμα γυρίσματα, τα οποία είναι σε φυσικούς χώρους, προηγήθηκαν των ασπρόμαυρων;
Αφού εντυπωσιάστηκα από την ιστορία του Μομ, πήγα στην παραγωγό μου και τη ρώτησα: "Με αφήνεις να κάνω το Grand Tour με τους συνσεναριογράφους μου; Θα τραβήξουμε υλικό, θα φτιάξουμε ένα travelogue και θα δοκιμάσουμε να το συνδέσουμε κατόπιν με μια ιστορία χαρακτήρων. Θα γράψουμε το σενάριο και θα προσπαθήσουμε να αντιδράσουμε σε αυτές τις εικόνες, δημιουργώντας αυτόν τον μοναδικό κινηματογραφικό χρόνο και χώρο που συνδυάζει πραγματικότητα και στούντιο". Μου φάνηκε πολύ ενδιαφέρον πείραμα και η παραγωγός μου, που προφανώς έχει κι αυτή την τρέλα της, μου είπε το ναι. Έτσι λοιπόν ξεκίνησε η περιοδεία και η ταινία μας.
Πως έγινε η επιλογή των χώρων, αλλά και των διαφόρων γεγονότων που κινηματογραφήσατε;
Κάναμε έναν αρχικό σχεδιασμό του ταξιδιού, είδαμε πολλά πράγματα στο YouTube, αλλά ακολουθήσαμε και το ένστικτό μας. Την ανάγκη μας να αποτυπώσουμε αυτό που βλέπουμε μπροστά μας, εν τη γενέσει του. Άλλοτε απρόβλεπτο και άλλοτε προσχεδιασμένο, όπως η αρχική σκηνή με το μεγάλο τροχό. Υπάρχουν λοιπόν αυτοί οι τύποι που τραβούν τους εργάτες και κάνουν κάτι απίστευτα ακροβατικά. Αυτό το είδαμε στο YouTube.

Η χρήση της μουσικής είναι επίσης πολύ ιδιαίτερη και ενδιαφέρουσα.
Χρησιμοποιήσαμε το μουσικό σκορ για να ενορχηστρώσουμε, να χορογραφήσουμε θα έλεγα καλύτερα, το θέαμα της μυθοπλασίας, αλλά και το θέαμα του κόσμου. Το έκανε ο Ντίσνεϊ στην "Φαντασία". Επιστρατεύσαμε και μοντέρνα "θεματικά" τραγούδια, όπως το "My way" και το "Beyond the sea". Ή τον "Γαλάζιο Δούναβη" του Στράους, ένα βαλς που ξεκινά από ένα πάρτι με ελέφαντες σε παλάτι της Μπανγκόκ και παρατείνεται... Ο τύπος το σκάει από εκεί και ακολουθεί μια σεκάνς σε ένα ψαροκάικο στην Ταϊλάνδη και μετά ένα μπαλέτο με ποδήλατα στο Βιετνάμ, στην πόλη Χο Τσι Μινχ. Όλο αυτό νομίζω πως προσθέτει μια εύθυμη νότα αποστασιοποίησης, η οποία κάνει το κινηματογραφικό θέαμα πιο ενδιαφέρον, πιο πολυδιάστατο κατά τη γνώμη μου.
Έτσι κι αλλιώς δεν είστε θερμός οπαδός του κινηματογραφικού ρεαλισμού…
Υπάρχει ο ντοκιμαντερίστικος ρεαλισμός, που με ενδιαφέρει περισσότερο, και ο χολιγουντιανός ρεαλισμός, ο οποίος προσποιείται ότι μεταφέρει την πραγματικότητα στο πανί. Ότι οι ιστορίες οι οποίες σου διηγείται είναι αληθινές. Εγώ προτιμώ ένα πιο τεχνητό θέαμα. Με γοητεύει η ιδέα να χρησιμοποιείται το σινεμά σαν θέατρο σκιών. Να σχολιάζει τον κόσμο μας με τον τρόπο του, αλλά να μην διατείνεται πως τον "φωτογραφίζει". Γιατί πρόκειται για δυο διαφορετικούς κόσμους. Άλλος αυτός της σκοτεινής αίθουσας και άλλη η πραγματική ζωή. Γι’ αυτό λέω πως όλες οι ταινίες μου είναι ριμέικ του "Μάγου του Οζ". Εκεί η Ντόροθι πηγαίνει από το Κάνσας στον κόσμο του κινηματογράφου, από το ρεαλισμό στη φαντασία, και ως σκηνοθέτης αυτό που κάνω είναι να προσπαθώ διαρκώς να ενώσω τους δυο αυτούς κόσμους.