Υπόδειγμα σεναριακής ανάπτυξης, η οποία υποστηρίζεται από μια ευφυώς προσαρμοσμένη στο ύφος της σκηνοθεσία, η ιστορία των «Κληρονόμων» χτίζει αργά και μεθοδικά το γοητευτικό δράμα της. Με τα όσα μας αποκαλύπτει στην αρχή, μάλιστα, οι σκέψεις μας οδηγούνται προς την κατεύθυνση μιας κοινωνικής καταγγελίας, η οποία βρίσκεται φυσικά εκεί, δεν θα έρθει όμως ποτέ στο προσκήνιο: η Τσέλα και η Τσικίτα, δύο γυναίκες ευκατάστατων οικογενειών της Ασουνσιόν στην Παραγουάη, ζουν μαζί για πάνω από 30 χρόνια. Το τελευταίο διάστημα όμως η οικονομική τους κατάσταση έχει χειροτερέψει και αρχίζουν να πουλάνε ό,τι έχουν κληρονομήσει, από σερβίτσια μέχρι και μια ολόκληρη τραπεζαρία. Αυτό δεν εμποδίζει την τράπεζα να τις κατηγορήσει για απάτη λόγω των χρεών και να στείλει την Τσικίτα στη φυλακή (μια συνηθισμένη πρακτική που έχει οδηγήσει πολλούς Παραγουανούς πίσω από τα σίδερα).
Όταν η φοβισμένη και ανασφαλής Τσέλα μένει μόνη, απελπίζεται, αλλά λίγο από ανάγκη, λίγο για παρέα, καταλήγει να κάνει την οδηγό για μια παρέα ηλικιωμένων και πλούσιων κυριών. Αρχίζει σταδιακά να δραστηριοποιείται και όταν γνωρίζει την Άντζι, μια δυναμική και αρκετά νεότερή της γυναίκα, η καθημερινότητά της αποκτά ενδιαφέρον.
Ταυτόχρονα το σκηνοθετικό ντεμπούτο του Μαρτσέλο Μαρτινέσι ανεβάζει επίσης ταχύτητα, φέρνοντας σε πρώτο πλάνο και το δραματικό ζητούμενό του. Την προσωπική αφύπνιση μιας γυναίκας που προσπαθεί να απελευθερωθεί από τις συμβάσεις μιας ζωής, διακριτικά αλλά έντεχνα υπογραμμισμένες σε ό,τι έχει προηγηθεί. Όλοι οι διάλογοι, όλα τα σιωπηλά πλάνα «αναμονής», όλες οι διαδρομές και όλες οι συναναστροφές της Τσέλα περιγράφουν έναν κόσμο κομφορμιστικών συμπεριφορών, προσωπικής απομόνωσης, οικονομικής απληστίας και ταξικών διαφορών, ο οποίος έχει κληρονομηθεί, χωρίς δυνατότητα αποποίησης, στην εύθραυστη 60άρα.
Η περίτεχνη σεναριακή και σκηνοθετική δουλειά του Μαρτινέσι όμως δεν ολοκληρώνεται στην ψυχολογική, πολιτικοκοινωνικά εξαρτώμενη περιγραφή μιας αλλοτριωμένης πραγματικότητας. Αντιμέτωπη με έναν καινούργιο τρόπο ζωής, η Τσέλα έρχεται αντιμέτωπη με τη σεξουαλικότητά της, το (συνολικό) παρελθόν και όλες τις έμψυχες και άψυχες εξαρτήσεις της. Είναι το βήμα μπροστά που ετοιμάζεται να κάνει, με τρόμο, μια γυναίκα αλλά και μια χώρα μπροστά στο τέλος μιας ολόκληρης εποχής (η κληρονομιά που ξεπουλιέται).
Έτσι οι εικόνες των «Κληρονόμων» λειτουργούν αλληγορικά και την ίδια στιγμή κυριολεκτικά και άμεσα, συνθέτοντας μια χαμηλότονη, οξεία στη σάτιρά της και μελαγχολική στην ψυχή της προσωπική οδύσσεια με διαχρονική κινηματογραφική αξία, η οποία απέσπασε τα βραβεία κριτικών και γυναικείας ερμηνείας (για την εκπληκτική πρωτοεμφανιζόμενη Άννα Μπρουν) στο Φεστιβάλ Βερολίνου αλλά και τη Χρυσή Αθηνά στις δικές μας Νύχτες Πρεμιέρας.
Παραγουάη, Γερμανία. 2018. Διάρκεια: 98΄. Διανομή: WEIRD WAVE.
Περισσότερες πληροφορίες
Οι Κληρονόμοι
Η Τσέλα και η Τσικίτα, δύο γυναίκες που προέρχονται από ευκατάστατες οικογένειες της Παραγουάης, συμβιώνουν για δεκαετίες. Τα χρέη τούς αναγκάζουν να πουλήσουν κάποια από τα αντικείμενα που έχουν κληρονομήσει, αλλά η τράπεζα τις κατηγορεί για απάτη, στέλνοντας την Τσικίτα στη φυλακή.