Φολκλορικό μελόδραμα –με μια αμεσότητα που θυμίζει Αλέξη Δαμιανό κι ένα ποιητικό συναίσθημα που φέρνει στο νου τον Σεργκέι Παρατζάνοφ–, το οποίο υμνεί μια αλήθεια (και μια ομορφιά) άρρηκτα δεμένη με τη φύση και τις λαϊκές παραδόσεις.
Γεννημένος σε ένα ρουμάνικο χωριό της Βεσσαραβίας, η οποία κατόπιν προσαρτήθηκε στην ΕΣΣΔ, για να γίνει στις μέρες μας μέρος της ανεξάρτητης Μολδαβίας, ο Εμίλ Λοτιάνου (1936-2003) έγινε διεθνώς γνωστός με το φολκλορικό μιούζικαλ «Οι Τσιγγάνοι Πεθαίνουν Από Αγάπη» (1972). Υπερασπιστής της μολδαβικής λαϊκής κουλτούρας, αναζήτησε την αλήθεια και την ομορφιά της μέσα από μια λυρικά χρωματισμένη καθημερινότητα, στην οποία κυριαρχούν η φύση και τα δεμένα μαζί της –μέσω παραδοσιακών τελετουργιών– ανθρώπινα πάθη.
Με μια αμεσότητα που θυμίζει Αλέξη Δαμιανό κι ένα ποιητικό συναίσθημα που φέρνει στο νου τον Σεργκέι Παρατζάνοφ, σκηνοθέτησε μια σειρά από απλοϊκά, μελωδικότατα κινηματογραφικά μελοδράματα, τα οποία αναδεικνύουν την ελαφρώς αφελή, ρουσοϊκή και μεταφυσική πίστη του στη δύναμη της ανόθευτης μολδαβικής ψυχής. Όπως στις συγκινητικές, παθιασμένες και κατά στιγμές ξεπερασμένες στα δραματικά ξεσπάσματά τους «Ρεματιές με τα Βατόμουρα», στις οποίες οι βοσκοί ενός σοβιετικού συνεταιριστικού αγροκτήματος, για να σώσουν τα κοπάδια τους, αποφασίζουν να τα μεταφέρουν σε έναν εύφορο αλλά μακρινό τόπο. Στο ταξίδι τους τους συνοδεύουν ένας δημοσιογράφος, η κόρη ενός από αυτούς κι ένα θυελλώδες βουκολικό love story.
Σοβιετική Ένωση. 1966. Διάρκεια: 89΄. Διανομή: NEW STAR.
Περισσότερες πληροφορίες
Στις Ρεματιές με τα Βατόμουρα
Για να σώσουν τα κοπάδια τους, οι βοσκοί ενός σοβιετικού συνεταιριστικού αγροκτήματος αποφασίζουν να τα μεταφέρουν σε έναν εύφορο αλλά μακρινό τόπο. Στο μακρύ ταξίδι τους τους συνοδεύουν ένας δημοσιογράφος, αλλά και η όμορφη κόρη ενός από αυτούς.