
Μια εμβληματική προσωπικότητα του σινεμά του φανταστικού, ο Αμερικανός σκηνοθέτης που έκανε διάσημα τα κινηματογραφικά ζόμπι Τζορτζ Ρομέρο, πέθανε σε ηλικία 77 ετών.

Γεννημένος το 1940 στο Μπρονξ της Νέας Υόρκης και με κουβανο-λιθουανική καταγωγή, ο Τζορτζ Ρομέρο σπούδασε στο Πίτσμπουργκ και άρχισε από νωρίς να γυρίζει μικρού μήκους και τηλεοπτικά διαφημιστικά. Μαζεύοντας μαζί με τους φίλους του 10.000 δολάρια, γύρισε το 1968 την ασπρόμαυρη «Νύχτα των Ζωντανών Νεκρών», μια ταινία που θα άλλαζε καθοριστικά το μοντέρνο σινεμά τρόμου. Αφηγούμενο την προσπάθεια μιας ομάδας ετερόκλητων χαρακτήρων να επιβιώσουν σε ένα κόσμο όπου, εντελώς ανεξήγητα, οι νεκροί έχουν σηκωθεί από τον τάφο τους, το φιλμ σόκαρε με την ωμότητα, την πεσιμιστική οπτική και την προφητική αλληγορία του. Με την Αμερική εγκλωβισμένη στον πόλεμο του Βιετνάμ και τις φοιτητικές εξεγέρσεις να μαίνονται, το σινεμά τρόμου προέβλεψε πρώτο (την ίδια χρονιά γυρίζεται και το «Μωρό της Ρόζμαρι») τα σκοτεινά 70s και ανέδειξε, πριν τα πεσιμιστικά πολιτικά θρίλερ που ακολούθησαν, το βαθύ αμερικανικό κοινωνικό τραύμα.

Η επιτυχία της «Νύχτας των Ζωντανών Νεκρών» ήταν χωρίς προηγούμενο και η μόδα των κινηματογραφικών ζόμπι είχε μόλις γεννηθεί. Ο Ρομέρο θα σκηνοθετήσει πέντε σίκουελ της ταινίας, με σημαντικότερο το «Ζόμπι, το Ξύπνημα των Νεκρών» («Dawn of the Dead», 1978) και πιο πρόσφατο το σχηματικό «Επιζώντας Από τους Απέθαντους» («Survival of the Dead», 2009), που θα ήταν και η τελευταία ταινία του. Όλες του ξεκάθαρες πολιτικές αλληγορίες πάνω στην καταναλωτική κοινωνία, τη σύγχρονη μισαλλοδοξία και την καπιταλιστική απληστία, με αναφορές ακόμα και στη διχαστική διακυβέρνηση του Τζορτζ Μπους.

Παράλληλα με τη σειρά των «Ζόμπι», ο Ρομέρο γύρισε άλλες εννιά ταινίες, σχεδόν όλες τους θρίλερ φαντασίας. Ξεχωρίζουν το «Καραντίνα: Ο Ουρανός Έβρεξε Θάνατο» («The Crazies», 1973), όπου ο αμερικανικός στρατός προσπαθεί να περιορίσει την εξάπλωση ενός θανατηφόρου ιού που εκδηλώθηκε σε μια κωμόπολη της Πενσιλβάνια, το ιδιαίτερα αγαπητό στον ίδιο «Martin» (1978), με ήρωα ένα αγόρι που πιστεύει πως είναι βρικόλακας, η cult μηχανοβιο-περιπέτεια «Οι Μονομάχοι της Ασφάλτου» («Knightriders», 1981) και η διασκευή του «Σκοτεινού Εγώ» («The Dark Half», 1993) του Στίβεν Κινγκ με τον Τίμοθι Χάτον.
Πιστός στις ανεξάρτητες παραγωγές και τους μετρημένους προϋπολογισμούς, ο πανύψηλος, ύψους 1,96 μ., δημιουργός ζούσε τα τελευταία χρόνια στον Καναδά και πέθανε μετά από μια «σύντομη, μα άγρια μάχη με τον καρκίνο του πνεύμονα», όπως ανακοινώθηκε στους Los Angeles Times. Θαυμαστής του Χίτσκοκ, του Όρσον Γουέλς και του Χάουαρντ Χοκς, είχε δηλώσει επανειλημμένα πως μοιραζόταν την πιο αγαπημένη του ταινία με τον Μάρτιν Σκορσέζε: «Τα Κόκκινα Παπούτσια» των Πάουελ και Πρέσμπεργκερ.