
Ο Γιώργος Ξυλούρης και ο Jim White επανασυνδέονται επί σκηνής για να ανοίξουν έναν ηλεκτρισμένο διάλογο ανάμεσα στην κρητική λύρα και τα ελεύθερα κρουστά, την παράδοση με τον πειραματισμό. Με αφορμή τη συναυλία τους στα Φ hill Sessions , στο θέατρο "Δόρα Στράτου", την Τετάρτη 6 Αυγούστου, το ανατρεπτικό ντουέτο Xylouris White μιλάει στο "α" για το σώμα ως μουσικό όργανο, τον διονυσιασμό ως αντίσταση και τον ήχο ως κοινή γλώσσα δύο διαφορετικών κόσμων.
Έχοντας ξεκινήσει από την Κρήτη και τη Μελβούρνη, αντίστοιχα, πώς βλέπει ο ένας τον πολιτισμό και τη μουσική παράδοση του άλλου μέσα από τη συνεργασία σας;
Γ.Ξ.: Για μένα, η συνεργασία με τον Jim είναι σαν να ανοίγεις μια νέα θάλασσα και να μαθαίνεις να κολυμπάς ξανά από την αρχή. Η παράδοση της Αυστραλίας, η ενέργεια της Μελβούρνης, η ροκ και ο πειραματισμός – όλα αυτά μού δίνουν χώρο να ξαναδώ και την κρητική μου ρίζα αλλιώς. Μέσα απ’ αυτή τη σύμπραξη βλέπω ότι η παράδοση δεν είναι ποτέ στατική. Είναι ζωντανή, όταν την ακουμπάει η καρδιά.
J.W.: Έχω βιώσει τον πολιτισμό του Γιώργου μέσα από τη στενή μας σχέση, με τους φίλους και την οικογένειά του, και μέσα από τις γιορτές, τη σύμπραξη μέσα από τη μουσική στις εποχικές τελετές και τους χορούς. Έμαθα πολλά για τον τόπο μου όντας κάπου αλλού, αλλά και παρόμοια. Περάσαμε χρόνια εξερευνώντας πτυχές των χορευτικών μελωδιών της Κρήτης, αλλά βρήκαμε και τον δικό μας δρόμο.

Τι ρόλο παίζει το σώμα στο παίξιμο, στον αυτοσχεδιασμό και στη σύνδεσή σας με το κοινό;
Γ.Ξ.: Το σώμα είναι το πρώτο μας όργανο. Παίζω με όλο μου το είναι, από τα πόδια μέχρι τα δάχτυλα. Όταν αυτοσχεδιάζω, δεν σκέφτομαι — ακούω το σώμα μου και το χώρο. Και όταν νιώθω το κοινό να ανασαίνει μαζί μου, ξέρω ότι συμβαίνει κάτι αληθινό.
J.W.: Λατρεύω αυτή την ερώτηση. Αυτό που έχω καταλάβει παίζοντας είναι ότι το σώμα είναι και νους ταυτόχρονα. Μη με ρωτήσεις πού βρίσκεται η πρόθεση... Μου αρέσει να αφήνω τα άκρα μου ελεύθερα και να βλέπω τι θα προκύψει. Και τότε ξεκινάει: είναι πάντα στο σώμα.
Ποια είναι για εσάς τα όρια ανάμεσα στο σεβασμό στην παράδοση και την ελευθερία της έκφρασης;
Γ.Ξ.: Για μένα δεν υπάρχουν όρια. Σεβασμός δεν σημαίνει φόβος. Μπορείς να αγαπάς την παράδοση και ταυτόχρονα να την ξεπερνάς. Η ελευθερία δεν είναι αντίθετη της ρίζας, είναι η φυσική της συνέχεια.
J.W.: Το σώμα κάνει αυτό που κάνει, αλλά υπάρχει ένα περίπλοκο υπόβαθρο σε αυτό – η παράδοση και όλα τα υπόλοιπα. Για να "αισθανθεί" το σώμα τι να κάνει, υπάρχει όλος ο προγραμματισμός που έχουμε κάνει στον εαυτό μας ή που μας έχει γίνει μέσα στα χρόνια! Η μουσική είναι επίσης μια διαδικασία. Η ελευθερία έκφρασης ίσως είναι ένα απόσταγμα ή μια ιδέα που αναδύεται από το σώμα, τον προγραμματισμό, την αισθητική, και ποιος ξέρει τι άλλο. Τα τελευταία χρόνια έχουμε απομακρυνθεί όλο και περισσότερο από μια ευθεία σχέση με την παράδοση, ώστε να ανοίξουμε νέους χώρους, αλλά η παράδοση είναι ακόμα εδώ – είναι το αιθέριο στοιχείο.
Το λαούτο σας συχνά γίνεται riff, groove ή ακόμα και κρουστό. Πώς επαναπροσδιορίζεται έτσι ένα τόσο ριζωμένο όργανο;
Γ.Ξ.: Το λαούτο είναι για μένα προέκταση του σώματος μου. Όταν παίζω με τον Jim, ξεχνάω τι "πρέπει" να κάνει. Το αφήνω να βρει το ρυθμό του στο χώρο. Δεν χρειάζεται να το κρατάς σε μουσείο — το ζωντανεύεις παίζοντας.
J.W.: Ναι, είναι ριφ, ρυθμός, κρουστό και μελωδία. Ο Γιώργος είναι δάσκαλος του λαούτου και της παράδοσης – παρατηρεί, ερευνά, σκαλίζει για να βρει την ουσία της παράδοσης. Ποια είναι η ουσία αυτού που κάνουμε; Είμαστε πειραματικό ντουέτο;
Στη μουσική σας "συναντιούνται" διαφορετικές κοσμοαντιλήψεις;
Γ.Ξ.: Ναι, χωρίς αμφιβολία. Η μουσική δεν έχει πατρίδα, διαβατήριο ή σύνορα. Είναι σαν τα πουλιά. Ο ήχος μας είναι δονήσεις που γεννιούνται για να ταξιδεύουν και να συναντιούνται. Είναι φευγαλέες γλώσσες σ’ ένα διάλογο χωρίς λέξεις. Μέσα από τη μουσική, τρόποι σκέψης, ρίζες και πολιτισμοί μπορούν να υπάρξουν μαζί. Εκεί που δεν φτάνει ο λόγος, φτάνει ο ήχος.
J.W.: Σίγουρα! Είναι γέφυρες και όχι εμπόδια. Εγώ και ο Γιώργος γνωριστήκαμε πριν πολλά χρόνια. Γνωριστήκαμε επειδή η Μελβούρνη είναι τόσο ελληνική – γι’ αυτό πήγε εκεί ο Ψαραντώνης και πήρε μαζί του τον Γιώργο. Μεγάλωσα σε ελληνική γειτονιά αλλά δεν ήξερα τίποτα για την κρητική κουλτούρα. Άκουσα κρητική μουσική μέσα από τον Ψαραντώνη και τον Ψαραγιώργη. Ο Γιώργος με γνώρισε μέσα από τη μουσική της Μελβούρνης και μετά από τους Dirty Three. Αυτό που λέω είναι ότι υπάρχουν γέφυρες παντού – κι εμείς διασχίσαμε μερικές.
Πώς έχει αλλάξει η σχέση σας με το χρόνο και το ρυθμό μέσα από αυτήν τη σύμπραξη;
Γ.Ξ.: Έχω μάθει να περιμένω. Ανέπτυξα μια απρόσμενη αλλά καλή αίσθηση της στιγμής — το σώμα μου ανταποκρίνεται όταν κάτι σημαντικό συμβαίνει. Ο Jim έχει άλλη σχέση με το χρόνο, πιο αφαιρετική. Μαζί έχουμε βρει έναν δικό μας παλμό, που δεν μετριέται με ρολόι αλλά με ανάσα.
J.W.: Ο Γιώργος είναι μάστορας του ρυθμού και του χρόνου. Αυτό, ελπίζω, με έχει κάνει να είμαι πιο παρών με διαφορετικούς τρόπους στο ρυθμό – επίσης με έκανε να αντιληφθώ το ρυθμό των μελωδιών με νέο τρόπο.
Τι σημαίνει για εσάς ο διονυσιασμός σήμερα;
Γ.Ξ.: Διονυσιασμός για μένα είναι να χάνεις τον έλεγχο με επίγνωση. Στην εποχή της τάξης και του υπολογισμού, το να εκφράζεσαι από τα σωθικά σου είναι μια τελετουργία απελευθέρωσης, μια πράξη αντίστασης.
J.W.: Ο Iggy Pop είναι ο καλύτερος εκφραστής αυτού για μένα. Αυτό πρέπει να είναι η μουσική – ένα γεγονός, μια στιγμή. Ελπίζω να διοχετεύουμε αυτή την αίσθηση. Αυτό είναι που αγαπώ στη μουσική.
Υπάρχει κάτι που δουλεύετε αυτή την περίοδο;
Γ.Ξ.: Ναι, δουλεύουμε ένα νέο project, πιο εσωτερικό, πιο απρόβλεπτο. Ίσως ακουστεί σαν παράδοση που ονειρεύτηκε κάτι άλλο στον ύπνο της.
J.W.: Μερικά κομμάτια μας βρίσκονται σε μια νέα ταινία του Jem Cohen. Εργάζομαι σε ένα προσωπικό άλμπουμ μαζί με τον συνεργάτη μας Guy Picciotto. Ανυπομονώ να επιστρέψω στην Ελλάδα.
Τι ετοιμάζετε για τη συναυλία σας στα Φhill Sessions (θέατρο "Δόρα Στράτου", 6/8);
Γ.Ξ.: Δεν το σχεδιάζουμε απόλυτα, πάμε να το ζήσουμε. Το Φhill είναι ένας χώρος που μας εμπνέει, και ό,τι προκύψει θα είναι αυθεντικό, εκείνης της στιγμής.
J.W.: Ελπίζουμε όλα όσα μόλις συζητήσαμε!