
Στα μέσα της δεκαετίας του 1960, στο Λονδίνο, όσοι μπαινόβγαιναν στο μετρό του Islington συχνά κοντοστέκονταν για να χαζέψουν ένα γκράφιτι που δήλωνε ότι "ο Clapton ειναι Θεός". Κανείς δεν ξέρει ποιος το έφτιαξε, ενώ ο ίδιος ο Eric Clapton φέρεται να ντράπηκε από την παράδοξη αυτή εκδήλωση λατρείας, έστω κι αν αντιπροσώπευε ένα πραγματικό του ιδανικό.
Το γκράφιτι δημιούργησε αρκετή "φασαρία" στη rock 'n' roll νεολαία της βρετανικής πρωτεύουσας, με αποτέλεσμα να γίνει σλόγκαν που άρχισε να γράφεται με σπρέι και σε άλλα προάστια. Βαθμιαία, μάλιστα, πυροδότησε και μια τάση, αφού κι άλλοι κιθαρίστες –και στις δύο πλευρές του Ατλαντικού– ζήλεψαν τον τίτλο και βάλθηκαν να γενούν ηλεκτρικοί θεοί. Ο απόηχος αυτής της ιστορίας φτάνει ως και τις δικές μας ημέρες, με τα ονόματα του Joe Satriani και του Steve Vai να είναι από τα πρώτα που πέφτουν στο τραπέζι των σχετικών συζητήσεων, συνήθως συνοδευόμενα από εκείνο του Yngwie Malmsteen. Όμως ο Σουηδός παραμένει πιο αμφιλεγόμενος δεξιοτέχνης, συγκριτικά με τους Αμερικανούς συναδέλφους του.

Κάτι εγχώριο που τους ενώνει, πάντως, είναι ότι φέτος το καλοκαίρι καταφτάνουν και οι τρεις στην Ελλάδα· ο μεν Malmsteen στις 7/8 (μόνο στη Θεσσαλονίκη, τελικά), γιορτάζοντας 40 χρόνια καριέρας, οι δε Satriani & Vai σε μια πρωτοφανή σύμπραξη: παρότι τους διέπει μια σχέση δασκάλου και μαθητή, κοινές, υψηλού επιπέδου δυνατότητες και μια γερή γνώση της ηλεκτρικής παρακαταθήκης, δεν είχαν συνεργαστεί ποτέ τόσο στενά. Μπορεί, δηλαδή, να έπαιζαν μαζί εδώ κι εκεί ή να συμπρωταγωνιστήσαν στα προβεβλημένα G3 εγχειρήματα (1997, 2003, 2005), αλλά τώρα προχωρούν σε ένα διαφορετικό επίπεδο με την ίδρυση των SATCHVAI –με το "Satch" να είναι το χαϊδευτικό με το οποίο φωνάζουν τον Satriani οι αφοσιωμένοι οπαδοί. Με αυτό το όχημα, λοιπόν, θα παίξουν τη Δευτέρα 28/7 στο "TerraVibe", κλείνοντας το Rockwave Festival 2025.
"Satch" και Vai είναι Νεοϋορκέζοι με ιταλικές ρίζες, με τον πρώτο, βέβαια, να είναι μεγαλύτερος, βαδίζοντας πλέον στα 69. Ξεκίνησε έχοντας ως νεανικό ίνδαλμα τον Jimi Hendrix, αλλά στην ωριμότητά του επηρεάστηκε πολύ από τον τζαζ πιανίστα Lenny Tristano, με τον οποίον έκανε μαθήματα μουσικής. Όταν άρχισε και ο ίδιος να διδάσκει γνώρισε τον κατά τέσσερα χρόνια μικρότερο Vai, ο οποίος λάτρευε τον Jimmy Page. Ένας ακόμα διάσημος μαθητής του υπήρξε ο Kirk Hammett των Metallica.

Λίγο μετά, στη δεκαετία του 1980, έλαμψαν σχεδόν ταυτόχρονα. Ο Satriani συνεργάστηκε με τον Mick Jagger κι έκανε αίσθηση στα αμερικάνικα charts με τον δεύτερο δίσκο του "Surfing With The Alien" (1987), ενώ ο Vai δούλεψε για τον πολυσχιδή και πάντα απαιτητικό Frank Zappa πριν αποκτήσει όνομα και στους hard & heavy κύκλους, πότε ως κιθαρίστας στους Alcatrazz του Yngwie Malmsteen, πότε συντροφεύοντας τον David Lee Roth στην εκτός Van Halen πορεία του, σφραγίζοντας αξέχαστες σόλο επιτυχίες του χαρισματικού frontman σαν π.χ. το "Yankee Rose" (1986). Αργότερα απορροφήθηκε κι αυτός σε μια προσωπική καριέρα, γνωρίζοντας μεγάλη εμπορική επιτυχία με το άλμπουμ "Passion And Warfare" (1990), ενώ ο Satriani εντάχθηκε προσωρινά και στους Deep Purple (1993), ύστερα από τη δεύτερη και οριστική αποχώρηση του Ritchie Blackmore από τις τάξεις τους.

Ασφαλώς, Satriani & Vai είναι δύο διαφορετικά "θηρία" συγκριτικά με τους ηλεκτρικούς κιθαρίστες που επιθύμησαν να γίνουν "θεοί", σαν τον Clapton. Σε αντίθεση με εκείνους, δηλαδή, οι οποίοι κυνήγησαν τον στόχο μέσω συμμετοχής σε συγκροτήματα και χωρίς να παρεκκλίνουν από το rock πλαίσιο, οι δικές τους περιπτώσεις ξεπήδησαν από ένα σαφώς πιο ατομικό πεδίο δράσης. Επιπλέον, σχετίστηκαν με το guitar-virtuoso rock: ένα ορχηστρικό υποείδος κάποτε ανθηρό στις μεγάλες μουσικές αγορές, που όμως ξένισε, όταν πρωτοεμφανίστηκε κατά τα 1980s. Μεταξύ άλλων και τον Lemmy των Motörhead, ο οποίος είχε δηλώσει δημόσια ότι δεν καταλαβαίνει τους δίσκους του Satriani και του Vai, παρά το ταλέντο που διέκρινε σ' αυτούς. Και η αιτία ήταν ότι έπαυαν να έχουν άμεση σχέση με το rock 'n' roll, αποζητώντας κάτι διαφορετικό. Πράγματι, επρόκειτο για βάσιμη ένσταση, αφού ο χώρος διεκδίκησε πιο λόγιες δάφνες, με φιγούρες σαν τον Tony MacAlpine ή τον Eric Johnson να κοιτάζουν (και) προς την επικράτεια της τζαζ, ακόμα και της ευρωπαϊκής κλασικής μουσικής, φιλοδοξώντας να κερδίσουν το κοινό του Al Di Meola, του Steve Howe ή του Allan Holdsworth.
Μέσα στα χρόνια, βέβαια, φάνηκε ότι από αυτό το μικρό πλήθος βιρτουόζων κανείς δεν ηχούσε σαν τον Satriani και τον Vai. Ίσως γιατί οι δύο Νεοϋορκέζοι δεν ήταν απλά ικανότατοι δεξιοτέχνες, μα διέθεταν και αντίληψη για το τι σημαίνει μελωδία και καλογραμμένη σύνθεση –με τον Vai να λοξοδρομεί και προς πιο εκκεντρικές κατευθύνσεις και τον Satriani να ρέπει προς πράγματα πιο "στρογγυλά". Έτσι, κοντά τους έμεινε κι ένα ευρύτερο κοινό με rock προτιμήσεις, το οποίο είδαμε π.χ. να πλημμυρίζει το "Fuzz" μέχρι και τις εξώπορτές του προκειμένου να δει τον Steve Vai στην τελευταία του αθηναϊκή επίσκεψη, τον Απρίλιο του 2023.