
Με δύο από τις διασημότερες 5ες συμφωνίες και το πλέον διάσημο …5ο Κοντσέρτο για πιάνο της παγκόσμιας μουσικής φιλολογίας αναμετρήθηκε μέσα σε ένα εικοσαήμερο η Εθνική Συμφωνική Ορχήστρα της ΕΡΤ στο πλαίσιο τακτικών της συναυλιών στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών. Κάθε εμφάνιση του συνόλου υπό τον διευθυντή του Μιχάλη Οικονόμου θεωρείται πλέον ένα σημαντικό μουσικό γεγονός, γιατί τα επιλεγόμενα μείζονα έργα του ρεπερτορίου αποδίδονται με τρόπο ασυνήθιστα επιτυχημένο σε σχέση με τις σημερινές του δυνατότητες. Το τι καταφέρνουν ο αρχιμουσικός με ένα σύνολο τακτικών και εκτάκτων μουσικών είναι άξιο θαυμασμού, ιδίως αν αληθεύουν όσα φημολογούνται, ότι αυτό δεν είναι τόσο προϊόν σκληρής και πολλής όσο …στοχευμένα έξυπνης δουλειάς! Καλό θα ήταν, επιτέλους, το κράτος να συνδράμει στην ανανέωση της ορχήστρας με την πρόσληψη νέων μουσικών, όπως έπραξε, με λαμπρά αποτελέσματα, με την ΚΟΑ.
Τις προάλλες (10/2), το τακτικό κοινό της Ορχήστρας της ΕΡΤ συνέρρευσε και πάλι στην "Αίθουσα Χρήστος Λαμπράκης" για ένα πρόγραμμα που περιελάμβανε μόνο την περίφημη 5η Συμφωνία του Μάλερ.
Η συναυλία άφησε ανάμεικτες εντυπώσεις αλλά με θετικό τελικά πρόσημο, στο βαθμό που συνδύασε μίαν εξαιρετική "ανάλυση"/διδασκαλία του έργου από τον Οικονόμου με μία συνολικά μάλλον ατελή αν και κατά τόπους ενδιαφέρουσα εκτέλεση. Πέρα από την άκρως φορτισμένη ρομαντική δραματουργία, η δυσκολία του συμφωνικού corpus του Μάλερ έγκειται στην πολύ πυκνή ορχηστρική γραφή, η οποία απαιτεί ένα σύνολο όχι μόνο έμπειρο και τεχνικά υψηλού επιπέδου αλλά και επαρκώς εξοικειωμένο με το μαλερικό σύμπαν. Ως γνωστόν, όμως, οι ελληνικές ορχήστρες -πλην ίσως της ΚΟΑ- σπάνια αναμετρώνται με τις Συμφωνίες του Μάλερ.
Η 5η Συμφωνία συνιστά στην ουσία μια μουσική περιγραφή της διαδρομής, των συναισθημάτων και των παθών του ανθρώπου, στην οποία τα θέματα της ζωής, του έρωτα και του θανάτου αποτελούν βασικά στοιχεία του νοήματος. Το έργο βρίθει, εύλογα, διαφορετικών διαθέσεων, η γλαφυρή ανάδειξη των οποίων αποτελεί ουσιαστική προϋπόθεση κάθε επιτυχημένης μουσικής αφήγησης. Χαρακτηριστική εδώ είναι η ιδιαιτερότητα της συνύπαρξης δύο τονικοτήτων, της σκοτεινής ελάσσονος στα δύο πρώτα μέρη και της φωτεινής μείζονος στα τρία τελευταία.
Το βασικό πλεονέκτημα της ερμηνείας που διέπλασε ο Οικονόμου ήταν η πολύ μεγάλη ισορροπία και ρευστότητα της αφήγησης που βασίσθηκε κυρίως σε εξαιρετικά πλαστικές ταχύτητες, προσεγμένες διακυμάνσεις δυναμικής και αβίαστη διαδοχή αργών και γρήγορων παραγράφων: το ακρόαμα ουδέποτε ήχησε περιττά βίαιο ή υπερβολικά αιχμηρό, ακόμα και στα δύο πρώτα, δραματικά φορτισμένα μέρη.
Σε επίπεδο εκτέλεσης, όμως, υπήρξαν αρκετές ατέλειες, με όχι πάντοτε ιδανική ώσμωση των "φωνών" των επιμέρους ορχηστρικών υποομάδων, και τούτο παρά τις εξαιρετικές επιδόσεις του συνόλου των χάλκινων πνευστών. Στο αρχικό πένθιμο εμβατήριο (όπου έλαμψε ο πλούσιος, ιδιωματικός ήχος της τρομπέτας του ειδικά μετακληθέντος Ούγγρου Τάμας Πάλφαλβι, ενός από τους κορυφαίους παγκοσμίως σολίστ της νεώτερης γενιάς!) ευχαρίστησε η ευγένεια του βηματισμού, ενώ και το θυελλώδες δεύτερο μέρος αποδόθηκε καλά, παρότι έγιναν συχνά αντιληπτές οι δυσκολίες της ορχήστρας να ανταποκριθεί αβίαστα στις αντιστικτικές δυσκολίες της γραφής. Στο ενδιάμεσο σκέρτσο ο λικνιστικός βηματισμός (τόσο στα βαλς όσο και στα λέντλερ) πρόβαλε αρκούντως ευέλικτος, ενώ η συμφωνική δραματουργία χρωματίσθηκε περισσότερο από το παίξιμο των χάλκινων (εξαιρετικά, άκρως εκφραστικά σόλι κόρνου του Αντώνη Λαγού) παρά από αυτό των -παραδόξως, αρκετά συγκρατημένων έως υποτονικών!- ξύλινων πνευστών, εξαιρουμένου του φερέγγυου κλαρινέτου του Μάριο Αντρόβερ Πάρδο.
Η μελαγχολία του διάσημου adagietto (που έγινε ευρέως γνωστό ως μουσική υπόκρουση της ταινίας του Βισκόντι "Ο θάνατος στη Βενετία") μεταδόθηκε από τα έγχορδα της ορχήστρας (την αχίλλειο πτέρνα της) στρωτά και με ευπρόσδεκτα νηφάλιο, όχι υπερβολικό συναίσθημα. Παρά την έλλειψη μεγαλύτερης σβελτάδας, κάποια τονικά ολισθήματα και μιαν όχι πάντοτε ανεπίληπτη ανάδειξη της αντίστιξης, η επιτυχημένη απόδοση του δύσκολου, αισιόδοξου φινάλε ολοκλήρωσε μία οπωσδήποτε αξιόλογη ερμηνεία, που έτυχε των θερμότατων επευφημιών του κοινού.

Πολύ καλύτερες εντυπώσεις άφησε η αναμέτρηση της Ορχήστρας της ΕΡΤ και του Οικονόμου με την -ακόμη διασημότερη- 5η Συμφωνία του Μπετόβεν, που ολοκλήρωσε την αμέσως προηγούμενη συναυλία τους στο Μέγαρο Μουσικής (20/1).
Από το αρχικό τριπλό "χτύπημα της μοίρας" μέχρι το καταληκτικό ακατανίκητα ορμητικό, θριαμβικό "νικηφόρο εμβατήριο", εντυπωσίασε η εκφραστική και αφηγηματική αμεσότητα της ερμηνείας. Η προσέγγιση υπήρξε συνολικά παραδοσιακή, αλλά ο ωστικός της παλμός σε συνδυασμό με τα σβέλτα ανακλαστικά και τη μυώδη φραστική που αντλήθηκε από το μεγάλο -και σφιχτά ελεγμένο- ορχηστρικό κλιμάκιο φώτισαν επαρκώς την αναγκαία σύνδεση του έργου με τους αισθητικούς στόχους του κινήματος "Θύελλα και Ορμή".
Εύροα, μεγάλης πλαστικότητας τέμπι, προσεγμένες διακυμάνσεις δυναμικής, προβολή αρκετών λεπτομερειών, φορτίσεις άμεσες και πληθωρικές δίχως υπόνοια στόμφου αξιοποιήθηκαν ως ψηφίδες μιας πλούσιας εκφραστικής παλέτας. Παράλληλα, η εκτύλιξη των παραγράφων οργανώθηκε κατά τρόπο που απέδιδε γλαφυρά, με σαφή διάκριση και εσωτερική ιεράρχηση, την πυκνή διαλεκτική των μουσικών ιδεών, το πολυεπίπεδο συντακτικό.
Εξίσου κομβική στάθηκε η υψηλή απόδοση όλων των ορχηστρικών υποομάδων. Η δουλειά που έγινε στην φραστική των εγχόρδων συνέβαλε στην επίτευξη ενός ήχου αρκετά διαυγούς, αλλά και με "φωνητικές" ποιότητες, που εκτιμήθηκε δεόντως στα δύο πρώτα μέρη, τα ξύλινα έλαμψαν στις σημειακές παρεμβάσεις τους (το φλάουτο της Μακρή και το κλαρινέτο του Αντρόβερ Πάρδο στο δεύτερο μέρος, το φαγκότο του Πριόβολου και το πίκκολο του Μάργαρη στο φινάλε), τα χάλκινα υπήρξαν σταθερά και καλλιεπή (π.χ. τα υπό τον Λαγό κόρνα στο πρώτο μέρος, οι υπό τον Αρκούδη τρομπέτες στο δεύτερο). Στο σκέρτσο ο αξιοπρόσεκτος συντονισμός τους ανέδειξε ανάγλυφα την αντίστιξη, ενώ το γεμάτο ευφορία, θριαμβικό φινάλε έρευσε με ορμή και ευπρόσδεκτη αίσθηση του δραματικού επείγοντος.
Ακόμη ένα δείγμα της καλής χημείας με τον αρχιμουσικό, η συγκεκριμένη εκτέλεση υπήρξε μία από τις ωραιότερες συμφωνιών Μπετόβεν που έχει προσφερθεί τα τελευταία χρόνια από ελληνική ορχήστρα!
Μια απρόσμενα διαφορετική ηχητική εικόνα είχε γίνει, αντιθέτως, έντονα αισθητή στη συνοδεία που προσέφεραν ορχήστρα και αρχιμουσικός στον Βασίλη Βαρβαρέσο, σολίστ στο 5ο Κοντσέρτο για πιάνο του Μπετόβεν, με το οποίο άνοιξε η βραδιά.
Η κοφτή, ακριβής, ιστορικά ενημερωμένη διεύθυνση αξιοποίησε εν προκειμένω τον μάλλον ξηρό ήχο του μεσαίου ορχηστρικού κλιμακίου, που υπηρέτησε καλά το έντονα ρυθμικό στοιχείο αυτής της παρτιτούρας-φάρου του κλασικισμού (1811). Η δε συμπόρευση μ’έναν πιανίστα με γνήσια ρομαντικό ταμπεραμέντο, που ενστάλαξε διακριτές -και ίσως όχι πάντοτε ιδανικές για την ανάδειξη του πνεύματος της μουσικής- ποιότητες σε ταχύτητες, δυναμικές και άρθρωση, συνέβαλε σε μια ερμηνεία μεγάλης εκφραστικότητας. Αν στο εναρκτήριο allegro τα πολύ γρήγορα τέμπι του Βαρβαρέσου πυροδότησαν μιαν αρκετά ρωμαλέα αντιπαράθεση, στα υπόλοιπα μέρη ο διάλογος υπήρξε αγαστός, με ενδιαφέρουσα "αντίστιξη" μεταξύ της ορχηστρικής ηχητικής "τραχύτητας" και του καλλιεργημένου -ενίοτε μέχρι επιτήδευσης- πιανιστικού ήχου.
Ειδικά στο ενδιάμεσο αργό μέρος, έστω και αν τα μαλακά έγχορδα στερούνταν του επιθυμητού καντάμπιλε, η θαυμάσια ισορροπία δυναμικών ανέδειξε άρτια την ποιητική διάσταση της εκτυλισσόμενης μακριάς μελωδικής γραμμής. Στα ακραία γρήγορα μέρη, οι δεξιοτεχνικές αρετές του Βαρβαρέσου προκαλούσαν θαυμασμό, ενώ η σφριγηλή φραστική, οι εναλλαγές και εντάσεις του παιξίματός του ανέβαζαν τη δραματική θερμοκρασία. Συνοδεύθηκαν, πάντως, ειδικά στο καταληκτικό ροντό, από γνωστούς μανιερισμούς (υπερβολικές αντιθέσεις ή εμφάσεις σε λεπτομέρειες της γραφής) και ακκισμούς (στάση σώματος, περισσά χαμόγελα) ελάχιστα συμβατούς μ’ένα "αυτοκρατορικό" κοντσέρτο. Συγκεφαλαιωτικά, όσα στερήθηκε η ερμηνεία σε κομψότητα ή και αυστηρότητα έκφρασης, αναπληρώθηκαν σε αμεσότητα και πλαστικότητα αφήγησης!
Υποδειγματικής απλότητας και τρυφερότητας υπήρξε η εκτός προγράμματος ερμηνεία της κοσμαγάπητης μπαγκατέλας του Μπετόβεν "Για την Ελίζ".
Ας σημειωθεί, τέλος, ότι το πρόγραμμα αποτέλεσε ουσιαστικά πρόβα αντίστοιχου που θα διευθύνει ο Οικονόμου μεθαύριο (16/2) στο Λονδίνο, επικεφαλής της ιστορικής Βασιλικής Φιλαρμονικής Ορχήστρας!
Λεζάντα φωτό εξωφύλλου: Στιγμιότυπο από την ερμηνεία της 5ης Συμφωνίας του Μάλερ από την Εθνική Συμφωνική Ορχήστρα της ΕΡΤ υπό τον αρχιμουσικό Μιχάλη Οικονόμου στο πλαίσιο τακτικής συναυλίας της στην "Αίθουσα Χρήστος Λαμπράκης" του Μεγάρου Μουσικής Αθηνών (10/2)