Μπορεί ημερολογιακά να είμαστε στα μέσα του φθινοπώρου, ωστόσο η βραδιά της Αλέκας Κανελλίδου στο Ηρώδειο θύμιζε γλυκιά νύχτα καλοκαιριού. Η ίδια, μάλιστα, έβγαλε και τη βεντάλια της σε κάποια στιγμή –βρίσκοντας την επί σκηνής θερμοκρασία υπερβολική– ενώ δεν δίστασε και να αστειευτεί με την κατάσταση, λέγοντάς μας για τις προειδοποιήσεις που λάμβανε λίγο καιρό πριν, ότι 14 Οκτώβρη θα κάνει κρύο για υπαίθρια συναυλία.
Συγκίνησε εμφανώς η Κανελλίδου, εκεί κάτω από τη φωτισμένη Ακρόπολη. Πολλές φορές, δηλαδή, τα χειροκροτήματα έπεφταν βροχή από τις κερκίδες με το που αναγνωριζόταν η μελωδία κάποιας αγαπημένης της επιτυχίας, ενώ υπήρξαν και στιγμές όπου όλο το Ηρώδειο μετατρεπόταν σε διακριτική, καλογυμνασμένη χορωδία, λες και είχε αναλάβει να σιγοντάρει την πρωταγωνίστρια. Μπορεί το αρχαίο ωδείο να μη βγήκε sold out, όμως ήρθαν πολλοί για χάρη της –και ήταν κοινό ταγμένο, άνθρωποι, δηλαδή, που είχαν συνδυάσει τα τραγούδια της με τις δικές τους διαδρομές στον χρόνο.
Η διάθεση αυτή, μάλιστα, αποτυπώθηκε ήδη από τις εναρκτήριες στιγμές της συναυλίας, όταν είδαμε την Κανελλίδου να βγαίνει ξυπόλητη, λαμβάνοντας θέση μπροστά από την ορχήστρα που θα συνόδευε τούτη την πρώτη της φορά στο Ηρώδειο –για την οποία δεν έκρυψε άλλωστε τη χαρά της, λέγοντας, αφού καλησπέρισε τον κόσμο, πόσο τυχερή αισθάνεται για την ευκαιρία. Μας είπε, επίσης, ότι εκεί λίγο πιο κάτω είχε γεννηθεί και θυμόταν τη μητέρα της να την κυνηγάει που τριγυρνούσε διαρκώς ξυπόλητη όταν ήταν μικρή, πράγμα που εκείνη απολάμβανε. Οπότε είπε να "επικοινωνήσει" έτσι, χωρίς παπούτσια, με τα παλιά της λημέρια, τώρα που επέστρεψε.
Το πρώτο αισθητό σκίρτημα στις κερκίδες σημειώθηκε νωρίς, όταν είπε το "Μόλις Χθες", το οποίο φανέρωσε και το επίπεδο της 12μελούς ορχήστρας, με τα βιολιά, τις κιθάρες και το φλάουτο να προσδίδουν ξεχωριστή, ηχητικώς καθάρια λάμψη. Το ίδιο ισχύει βέβαια και για το πιάνο του μαέστρου και ενορχηστρωτή της συναυλίας Αντώνη Καρατζίκη, ο οποίος έλαβε το δικό του, δίκαιο, μερίδιο του χειροκροτήματος. Όπως το έλαβε και ο γνωστός σκηνοθέτης Δημήτρης Μαλισσόβας, που επιμελήθηκε τη βραδιά, στον απόηχο της θεατρικής του συνεργασίας με την Κανελλίδου για το "Γειά", κατά την περσινή σεζόν. Από εκεί, άλλωστε, προήλθαν και οι τέσσερις νεανικές φιγούρες που ανέλαβαν τα δεύτερα μικρόφωνα (Μαρία Κοσμάτου, Ραφαήλ Κριτούλης, Πάνος Παταγιάννης & Μαρία Παπαδοπούλου), συνυπάρχοντας αρμονικότατα με την πάντα κυρίαρχη φωνή της.
Κεντρική σημασία, πάντως, είχε το γεγονός ότι η Αλέκα Κανελλίδου ήρθε στο Ηρώδειο με μια εκπληκτική ερμηνευτική τιμιότητα. Δεν προσπάθησε, δηλαδή, να κρύψει ή να φτιασιδώσει το βάρος του χρόνου και της φυσικής φθοράς που έχει επιφέρει στην παλιά της έκταση. Μερικά πράγματα που δεν έβγαιναν πια σε στιγμές λ.χ. σαν τα "Δεν Είναι Έτσι Η Αγάπη" και "Νύχτα Είναι Θα Περάσει" τα άφησε ως είχαν, προτιμώντας να τα πει σε στυλ απαγγελίας, αντί να καταφύγει σε τρικ ή σε αχρείαστες φωνασκίες.
Σε αντίβαρο, πόνταρε σε εκείνη την τόσο χαρακτηριστική ζεστασιά που πάντα ανάβλυζε από τις βαθιές, χαμηλές της νότες, μοιάζοντας σαν απαλό χάδι στις αισθήσεις. Με αυτές έβαλε λοιπόν φωτιά στις καρδιές, παρασύροντας τον κόσμο σε ιαχές, μπράβο, ρυθμικά παλαμάκια και εκρήξεις ενθουσιασμού, ιδιαίτερα σε στιγμές σαν το "Μια Περιπέτεια" ή τον "Αλλιώτικο Νόμο" –στο οποίο ανακάλεσε στη μνήμη της τον Λαυρέντη Μαχαιρίτσα– αλλά και στο "Φταίει Η Μοναξιά Μου": ένα φανταστικό σημείο της βραδιάς, όπου έδωσε ρεσιτάλ εκφραστικότητας, φέρνοντας ξανά στο προσκήνιο τις δημιουργίες της Νινής Ζαχά ("το Νινάκι", όπως την αποκάλεσε τρυφερά).
Αργότερα, με τα ίδια όπλα, θα περνούσε και στο παλιό ελαφρό τραγούδι ("Πόσο Λυπάμαι"), θα μιλούσε για τον Γιάννη Καλαμίτση πριν πει το "Εμείς Οι Λίγοι", θα θυμόταν τον αγαπημένο της Γιάννη Σπανό ("Ήρθε Ένας Φίλος"), ο οποίος της φώναζε από το πιάνο του "είσαι μάγισσα" στην τελευταία κοινή τους εμφάνιση πριν τον θάνατό του, αλλά και τον Γιώργο Χατζηνάσιο ("τον ξέρω από τα 18 μου"), ανάβοντας νέα πυρκαγιά ανάμεσα στο κοινό με τα "Μονά Ζυγά" του. Κάπου μέσα σε όλα τούτα, όμως, χώρεσε και μια Σαπφώ, με την άγνωστη στους πολλούς "Ατθίδα" να αναδεικνύεται στα κορυφαία στιγμιότυπα της συναυλίας.
Αλλά η "Ατθίδα" δεν ήταν η μόνη έκπληξη. Με το μεράκι της για την τζαζ να είναι αρκετά γνωστό, η Κανελλίδου προσκάλεσε επί σκηνής το κουαρτέτο του Δημήτρη Καλαντζή, το οποίο έφερε στο Ηρώδειο "αέρα" Νέας Υόρκης προηγούμενων δεκαετιών, καθώς η πρωταγωνίστρια ακούμπησε στο πιάνο τραγουδώντας κεφάτα το "Mean To Me" της Sarah Vaughan. Λίγο μετά, θα ακούγαμε και το "Summertime", αλλά και μια εύστοχη τζαζ προσαρμογή στο "Love Me Tender" του Elvis Presley, με την τρομπέτα του Ανδρέα Πολυζωγόπουλου να κλέβει την παράσταση με τα ηχοχρώματά της.
Αργότερα θα βλέπαμε και τον Γιάννη Κότσιρα να καταφτάνει πανευτυχής, μέσα σε πανζουρλισμό εκ μέρους του κοινού. Παρά την πανηγυρική υποδοχή, πάντως, διατήρησε μια γοητευτική ντροπαλοσύνη για το γεγονός ότι στεκόταν δίπλα στην Κανελλίδου. Μας διηγήθηκε, άλλωστε, πώς τα έχασε όταν του τηλεφώνησε για να του ζητήσει να συμμετάσχει, παρότι –όπως αποκάλυψε– γνώριζε από τρεις μέρες πριν ότι θα τον καλέσει, μέσω κοινής φίλης. "Α, το μαρτύρησε, ε;", σχολίασε γελώντας εκείνη, με το γέλιο να μεταδίδεται και στις κερκίδες. Μαζί τραγούδησαν τα "Δίδυμα Φεγγάρια", που καταλαβαίνω ότι δεν γινόταν να μην ειπωθεί σε μια τέτοια συναυλία. Θα τους πήγαινε καλύτερα, ωστόσο, το "Πώς Φτάσαμε Ως Εδώ". Μετά, πάντως, έκαναν ρελάνς με το "Τσιγάρο" του, όπου η πρωταγωνίστρια της βραδιάς έδωσε ρέστα.
Εκεί γύρω στις 2 ώρες συναυλίας, η Αλέκα Κανελλίδου είπε ότι άρχισε πια να κουράζεται, οπότε θα μας αποχαιρετούσε με ένα τραγούδι που αγαπά πολύ: τα "Ήσυχα Βράδια" του Λάκη Παπαδόπουλου και της Μαριανίνας Κριεζή. Της κάναμε το χατίρι, μα δεν την πιστέψαμε. Και το ήξερε φυσικά κι εκείνη, γι' αυτό και δεν έκανε τα γνωστά, να φύγει για λίγο από τη σκηνή ώστε να φωνάζει ο κόσμος κτλ. Έμεινε εκεί, λοιπόν και τραγούδησε –φυσικά– το "Άσε Με Να Φύγω", με μας να σιγοντάρουμε σύσσωμοι από τις θέσεις μας, πριν την καταχειροκροτήσουμε. Τελικά, το πραγματικό encore της βραδιάς έμελλε να είναι το "Ήρθε Βοριάς, Ήρθε Νοτιάς" του Μάνου Χατζιδάκι, "συνθέτη που όλοι αγαπάμε", όπως δήλωσε, λέγοντάς μας την τελική καληνύχτα.