Πολλές μουσικές απολαύσεις από την αναβίωση ενός αμφιλεγόμενου "Ναμπούκκο" στο Ηρώδειο

Μια αποτίμηση της δεύτερης φετινής παραγωγής της Εθνικής Λυρικής Σκηνής στο Ηρώδειο, σε σκηνοθεσία του Ιταλού Λέο Μουσκάτο.

Ναμπούκκο © Ανδρέας Σιμόπουλος

Συνεπής στην επιλογή δημοφιλέστατων έργων για τις ετήσιες εμφανίσεις της στο Φεστιβάλ Αθηνών, η Εθνική Λυρική Σκηνή πρότεινε ως δεύτερη φετινή παραγωγή στο Ηρώδειο (26-30 Ιουλίου) την αναβίωση παλαιότερης του "Ναμπούκκο" του Βέρντι σε σκηνοθεσία του Ιταλού Λέο Μουσκάτο. Το εγχείρημα στέφθηκε από σαφή εισπρακτική και -εν μέρει- καλλιτεχνική επιτυχία, κυρίως λόγω του υψηλού μουσικού επιπέδου των παραστάσεων.

Πέντε χρόνια μετά το αρχικό ανέβασμα (Ιούνιος 2018), η οπωσδήποτε προσεγμένη, ευανάγνωστη πρόταση του Μουσκάτο έρρευσε απρόσκοπτα. Υπενθυμίζοντας ότι ουδόλως σπανίζουν στις μέρες μας οι περιπτώσεις διώξεων εθν-οτ-ικών μειονοτήτων από ανελεύθερα καθεστώτα, η τραγωδία των Εβραίων που απελάθηκαν και εξαναγκάσθηκαν σε καταναγκαστική εργασία από τους Βαβυλώνιους μεταφέρθηκε στη σύγχρονη εποχή. Ορατές ήσαν οι παραπομπές τόσο στα ναζιστικά στρατόπεδα συγκέντρωσης και το Ολοκαύτωμα που σημάδεψε το πρώτο μισό του 20ού αιώνα, όσο και στα βασανιστήρια που υιοθετήθηκαν σε σύγχρονα στρατόπεδα κράτησης, όπως στο Γκουαντάναμο.

Κινούμενη στα γνωστά ποιοτικά επίπεδα και στερεότυπα μικρομεσαίων ιταλικών θεάτρων -που δεν συνάδουν, πάντως, πλέον με τις σημαντικές διεθνείς παραγωγές στις οποίες η ΕΛΣ μας έχει συνηθίσει μετά τη μετακόμισή της στο ΚΠΙΣΝ- η ενδιαφέρουσα πρόταση απέφυγε μεν τον ψευδοϊστορικό ρεαλισμό αλλά δεν διέθετε κάποιο ξεχωριστό στίγμα ή πρωτοτυπία. Πέραν της συμβατότητας προς τον αφηρημένο τόπο και χρόνο στους οποίους έγινε η μεταφορά της δράσης, τα σκηνικά του Τιτσιάνο Σάντι (που δεν επιβάρυναν υπέρμετρα το ρωμαϊκό ωδείο) αλλά και τα πολύχρωμα -ενίοτε κιτς- κοστούμια της Σίλβα Αϋμονίνο διέθεταν μιαν αισθητική ταυτότητα που διευκόλυνε την εστίαση της προσοχής στην ουσία του έργου. Προς την ίδια κατεύθυνση, πολύ πιο επιτυχημένα λειτούργησαν οι εξπρεσιονιστικοί φωτισμοί του Αλεσσάντρο Βεράτσι και οι θαυμάσιες βιντεοπροβολές του Λούκα Αττίλιι.

Παρά το ρυθμό της, η όλη δουλειά παρέμεινε δραματουργικά μάλλον ανεπεξέργαστη. Σ’ ένα έργο που απαιτεί πολλά περισσότερα από τον όποιο "πολιτικό" επισχολιασμό, η απόδοση του εξίσου κρίσιμου θανάσιμου παιχνιδιού διεκδίκησης της εξουσίας, όπως και η σκιαγράφηση των πολλών και ισχυρών χαρακτήρων, έγιναν αδρομερώς. Απουσίασε δε και η σαφέστερη θεατρική διδασκαλία τόσο της χορωδίας (η οποία δεν αντιμετωπίσθηκε ως "μάζα", αλλά ως χωριστές ομάδες ανδρών- γυναικών, κάτι που επηρέασε τον δραματουργικό ρόλο και την ομοιογένεια του τραγουδιού της), όσο και των μονωδών. Είναι χαρακτηριστικό ότι ο Μουσκάτο στερήθηκε έμπνευσης στις δύο σημαντικές σκηνές της Αμπιγκαΐλλε: μετά το πέρας της μεγάλης της άριας και καμπαλέτας (μιας από τις σημαντικότερες του όλου λυρικού ρεπερτορίου!), η ηρωίδα αποχώρησε …πρώτη, στερούμενη το πολυπόθητο χειροκρότημα του κοινού, ενώ εκλήθη να διεκπεραιώσει την τελική σκηνή της μετάνοιας μπροστά στις… γυρισμένες πλάτες του συνόλου των συντελεστών!

Ναμπούκκο
© Βαλέρια Ισάεβα
Ο συντετριμμένος Ναμπούκκο (Τάσης Χριστογιαννόπουλος) αντιλαμβάνεται ότι έχει υπογράψει την θανατική καταδίκη της κόρης του Φενένας υπό την πίεση της έτερης κόρης του και σφετερίστριας του θρόνου του Αμπιγκαΐλλε (Όλγκα Μάσλοβα): το φινάλε της 1ης σκηνής του Γ’ μέρους της όπερας "Ναμπούκκο"  (Ηρώδειο, 30/7) 

Σε μουσικό επίπεδο, οι παραστάσεις ευτύχησαν να τεθούν υπό τη διεύθυνση του Πάολο Καρινιάνι, την μακράν καλύτερη που έχει λάβει ο "Ναμπούκκο" στη χώρα μας τουλάχιστον κατά τα τελευταία 25 χρόνια! Φωτίζοντας με σπάνια αίσθηση του ύφους και πρωτοφανή ρευστότητα τόσο τις δεδομένες οφειλές (ως προς τον μελωδικό πλούτο) και καταβολές της παρτιτούρας στο ρομαντικό μπελ-κάντο όσο και την επαναστατική/εμβατηριακή της διάσταση, ο πολύπειρος Ιταλός αρχιμουσικός συνάρπασε με τον περίτεχνο συνδυασμό σχετικά αργών ταχυτήτων και ρυθμικού σφρίγους/παλμού (όπου και όταν έπρεπε), ενώ συντόνισε ανεπίληπτα τα επί σκηνής δρώμενα.

Τα σύνολα της Εθνικής Λυρικής Σκηνής τον ακολούθησαν με υποδειγματική προσήλωση και ακρίβεια. Από μιαν Ορχήστρα σε μεγάλη φόρμα (περιλαμβανομένων των χάλκινων πνευστών) ξεχώρισαν με τα μουσικότατα σόλι τους ο βιολοντσελίστας Ρενάτο Ρίπο και -κυρίως- ο φλαουτίστας Νίκος Νικόπουλος. Άρτια προετοιμασμένη από τον Αγαθάγγελο Γεωργακάτο, η Χορωδία χάρισε προσεγμένο και εστιασμένο τραγούδι, παρά την ακανθώδη αποστολή -και σκηνική χωροθέτηση- που της επιφύλαξε ο σκηνοθέτης.

Ικανοποίηση άφησαν σε μεγάλο βαθμό, παρά τις επιμέρους- και ενίοτε ισχυρές- επιφυλάξεις, και οι δύο διανομές που παρακολουθήσαμε στις παραστάσεις της 26 και 30/7, επικεφαλής των οποίων τέθηκαν αντίστοιχα οι δύο κορυφαίοι μας βαρύτονοι Δημήτρης Πλατανιάς και Τάσης Χριστογιαννόπουλος.

Ο Πλατανιάς έλαμψε στην α’ διανομή με το χειμαρρώδες, γνήσια βερντιανό τραγούδι του και μια ισορροπημένη υπόκριση, που ανέδειξε πειστικά -λόγω και της πιο "βαριάς" σκηνικής παρουσίας- τις ρωγμές, την πτώση/ταπείνωση και τα πατρικά διλήμματα του ρόλου. Όπως αναμενόταν, ο Χριστογιαννόπουλος αναπλήρωσε ένα λιγότερο ενδεδειγμένο για τον συγκεκριμένο ρόλο τίμπρο με την στέρεη τεχνική και την σπάνια μουσικοθεατρική ευφυία του. Παραδόξως, ο Ναμπούκκο του ενθουσίασε περισσότερο στις στιγμές αλαζονείας και αυθάδειας του χαρακτήρα παρά στις στιγμές αδυναμίας του, που δόθηκαν κάπως μανιερίστικα.

Αμφότεροι προσέφεραν ευπρόσδεκτα ιταλικό τραγούδι, το οποίο έλειψε ιδιαίτερα από την α’ διανομή, λόγω του έντονα σλαβικού βιμπράτο των 3 συμμετεχόντων σε αυτήν καταξιωμένων μονωδών από χώρες της πρώην Σοβιετικής Ένωσης. Τούτο είχε ως αποτέλεσμα η -θεωρητικά λιγότερο ισχυρή- β’ διανομή να ηχήσει πιο ισορροπημένη συνολικά. Φροντίζοντας περισσότερο την εξαγγελία από τις μπελ-καντίστικες αναφορές του ρόλου του Ζαχαρία, ο βαθύφωνος Πέτρος Μαγουλάς ευχαρίστησε περισσότερο από τον διάσημο Ουκρανό ομόλογό του Βιτάλι Κοβαλιόφ, ο οποίος πρόβαλε -παρά το μεγαλύτερης έκτασης και ομορφιάς τίμπρο- μάλλον νωθρός μουσικοδραματικά. Αντίστοιχα, η μεσόφωνος Μαρισία Παπαλεξίου έπεισε περισσότερο ως Φενένα από τη Ρωσίδα ομόλογό της Ελένα Μαξίμοβα, μολονότι δεν διέθετε εξίσου πολυτελές ηχόχρωμα. Και στην "ελληνική" μάχη των τενόρων στο ρόλο του Ισμαέλε, ο Κωνσταντίνος Κληρονόμος κατίσχυσε άνετα του απρόσμενα αναιμικού Γιάννη Χριστόπουλου.

Τις εντυπώσεις, όμως, έκλεψε στον τόσο κομβικό στο έργο και απάνθρωπο φωνητικά ρόλο της Αμπιγκαΐλλε από την διάσημη Λευκορωσίδα μεσόφωνο Εκατερίνα Σέμεντσουκ (στην α’ διανομή) και η νεαρή Ρωσίδα υψίφωνος Όλγκα Μάσλοβα. Χωρίς να είναι η δραματική υψίφωνος για την οποία βοά η ανάθεση, οι λαμπερές υψηλές νότες, η αξιόπιστη χαμηλή φωνητική περιοχή και η νεανική, γεμάτη ένταση σκηνική παρουσία της επέτρεψαν την σκιαγράφηση ενός πολύ αρτιότερου πορτρέτου. Διαθέτοντας ως δραματική μεσόφωνος συναρπαστικές χαμηλές αλλά οριακά αξιόπιστες ψηλές νότες (και σίγουρα όχι τις σοβρακούτες), η Σέμεντσουκ κατάφερε να σώσει την παρτίδα με τις μεγάλες αντοχές, το αλάθητο θεατρικό ένστικτο (παρά την απουσία εκλεπτύνσεων) και την αδιαμφισβήτητη εμπειρία της.

Από τους λοιπούς δευτεραγωνιστικούς ρόλους ξεχώρισε η Άννα της υψιφώνου Εβίτας Χιώτη, που έκανε αισθητή την παρουσία της -ως ώφειλε!- στις σκηνές συνόλου.

Λεζάντα πρώτης φωτογραφίας: Βαβυλώνιοι στρατιώτες υπό την Αμπιγκαΐλλε (Εκατερίνα Σέμεντσουκ, αριστερά), πολεμοχαρή πρεσβύτερη κόρη του Ναμπούκκο (Δημήτρης Πλατανιάς, προτελευταίος από αριστερά), απειλούν τους Εβραίους στο ναό του Σολομώντα στην Ιερουσαλήμ, όπου έχουν καταφύγει ο θρησκευτικός ηγέτης τους Ζαχαρίας (Βιτάλι Κοβαλιόφ, προτελευταίος από δεξιά) και η ερωτευμένη με τον Ισμαέλε (Γιάννης Χριστόπουλος, δεξιά) Φενένα, έτερη κόρη του Ναμπούκκο (Ελένα Μαξίμοβα, κέντρο): το φινάλε του Α’ μέρους της όπερας "Ναμπούκκο"  (Ηρώδειο, 26/7) © Ανδρέας Σιμόπουλος

Διαβάστε ακόμα

Τελευταία άρθρα Μουσική

Άνισες εντυπώσεις από συναυλίες της Συμφωνικής Ορχήστρας της ΕΡΤ στο Μέγαρο

Παρά το ενδιαφέρον του προγραμματισμού, οι "άτακτες" εμφανίσεις του συνόλου σε διάφορους χώρους δεν επιτρέπουν ξεκάθαρη αποτίμηση της προόδου του.

ΓΡΑΦΕΙ: ΕΥΤΥΧΙΟς Δ. ΧΩΡΙΑΤΑΚΗς
01/05/2024

Dave Holland: Τζαζ θρίαμβος στα St Paul's Sessions, παρέα με το νέο του τρίο

Εκπληκτική βραδιά στο αμφιθέατρο "Ιωάννης Δεσποτόπουλος" του Ωδείου Αθηνών, με διαρκείς ζητωκραυγές για τον σπουδαίο Βρετανό κοντραμπασίστα και τις καινούριες του περιπέτειες με τους Αμερικανούς παιχταράδες Jaleel Shaw (άλτο σαξόφωνο) & Eric Harland (ντραμς).

Indie Playground Festival vol.2: Ένα διήμερο πάρτι στο Φεστιβάλ Αθηνών Επιδαύρου

Ένα event αφιερωμένο στη σύγχρονη ανεξάρτητη ελληνική indie, alternative rock, pop και electronica σκηνή.

Η Ταράτσα του Φοίβου ανάβει ξανά τα φώτα της στο θέατρο Άλσος

Καλεσμένοι στις δύο πρώτες παραστάσεις η Νατάσσα Μποφίλιου και ο Βύρων Θεοδωρόπουλος.

O συνθέτης Σταύρος Σοφιανόπουλος μάς λέει "Λέξεις που δεν είπαμε"

Με μια εξαιρετική ομάδα μουσικών παρουσιάζουν την νέα του δισκογραφική δουλειά, καθώς και παλαιότερες μουσικές και τραγούδια, που κέρδισαν την αναγνώριση και αγάπη του κοινού.

José Carreras και Plácido Domingo σε μια ιστορική βραδιά στο Καλλιμάρμαρο

Σε ένα πρόγραμμα δομημένο με άριες που άφησαν εποχή και ντουέτα από μερικές από τις πιο αγαπημένες όπερες όλων των εποχών.