Helloween: Οι Κλειδοκράτορες του power metal

Η γερμανική μπάντα εφηύρε, κορύφωσε και ίσως εξάντλησε αισθητικά το ευρωπαϊκό power metal, παραμένοντας δημοφιλής σε κάθε της φάση, παρά τις σοβαρές, κατά καιρούς, εσωτερικές αναταραχές. Γι' αυτό και η έλευσή τους στο Release Athens (Σάββατο 17/6, Πλατεία Νερού) θεωρείται δικαίως από τα συναυλιακά γεγονότα της χρονιάς.

Helloween_front Fabio Augusto

Τα τελευταία χρόνια έγινε μόδα εντός της διεθνούς metal κοινότητας να ορίζονται οι "Big Four"  κάθε είδους και υποείδους, μάλλον ως αντανάκλαση της επιτυχίας που γνώρισαν οι Metallica, οι Slayer, οι Megadeth και οι Anthrax περιοδεύοντας κάτω από αυτό το κοινό μότο (περνώντας και από τα μέρη μας, για όσους θυμούνται το Sonisphere Festival του 2010). Αντίστοιχα, λοιπόν, οι Helloween, οι Blind Guardian, οι Sabaton και οι DragonForce έχουν οριστεί ως "Big Four" του power metal.

Όλα αυτά είναι –μετά συγχωρήσεως– κουταμάρες

Όπως δεν τίθεται κάποιο θέμα σύγκρισης όταν συζητάμε για τους Metallica και τους Megadeth, έτσι δεν τίθεται κι όταν μιλάμε για τους Helloween και τον οποιονδήποτε άλλον. Κι αυτό γιατί οι Γερμανοί ήταν και παραμένουν οι αδιαμφισβήτητοι κολοσσοί του ευρωπαϊκού power metal: η μπάντα που εφηύρε, κορύφωσε και ίσως εξάντλησε τα αισθητικά όρια του είδους, παραμένοντας δημοφιλής σε κάθε της φάση, παρά τις σοβαρές, κατά καιρούς, εσωτερικές αναταραχές. 

Δικαίως, λοιπόν, η έλευσή τους στο Release Athens (Σάββατο 17/6, Πλατεία Νερού) θεωρείται από τα συναυλιακά γεγονότα της χρονιάς, δίνοντας και σε μας την ευκαιρία να θυμηθούμε εν τάχει τις βασικότερες εποχές της ιστορίας τους, που πλέον συμπληρώνει τα 45 χρόνια.

Ride The Sky: Η εποχή του Kai Hansen

Μπορεί η τυπική ημερομηνία ίδρυσης των Helloween να είναι το 1984, που δίνει και η Wikipedia, ωστόσο αυτό ούτε ιδιαίτερα ακριβές είναι, ενώ μπορεί και να κονταίνει λίγο τη συνεισφορά τους στη heavy metal ιστορία, παρουσιάζοντάς τους ως ακολουθητές τάσεων ήδη διαμορφωμένων. 

Helloween_01
Η σύνθεση του 1985

Στην πραγματικότητα, δηλαδή, το 1984 είχαμε την τελική μετονομασία μιας μπάντας από το Αμβούργο που το πάλευε ήδη από το 1978, αλλάζοντας αρκετά ονόματα στο μεταξύ: αρχικά λέγονταν Gentry, το διάστημα 1981-1982 έδρασαν ως Second Hell, έπειτα έγιναν Iron Fist (1982-1983). Σε όλες αυτές τις φάσεις "αρχηγοί" ήταν οι συνιδρυτές Kai Hansen & Piet Sielck, οι οποίοι μοιράζονταν κιθάρες και φωνητικά καθήκοντα. Με την αποχώρηση λοιπόν του Sielck, το γκρουπ μετεξελίχθηκε στους Helloween. Αρκετά χρόνια αργότερα (1996) ο Sielck θα επανεμφανιζόταν ως ενεργός μουσικός και δημιουργός και θα ξανασυνεργαζόταν με τον Hansen, ιδρύοντας τους Iron Savior.

Αν και οι Helloween έκαναν την πρώτη τους εμφάνιση στην επιδραστική συλλογή Death Metal της Noise (1984), οι περισσότεροι τους πρόσεξαν το 1985, όταν βγήκε το ΕΡ Helloween (Απρίλιος) κι έπειτα το ντεμπούτο άλμπουμ τους Walls Of Jericho (Νοέμβριος). Και στις δύο αυτές κυκλοφορίες, όπως και στο single Judas (Ιούνιος 1986), τα φωνητικά και τη δεύτερη κιθάρα κρατούσε ο Kai Hansen, έχοντας πλάι του συνοδοιπόρους ήδη γνώριμους από τους Iron Fist –τον Markus Grosskopf στο μπάσο και τον Ingo Schwichtenberg στα ντραμς– συν τον Michael Weikath των Powerfool, που αντικατέστησε τον Sielck. Γνώριμα, βέβαια, ήταν και ορισμένα τραγούδια: το "Murderer", λ.χ., κρατούσε ήδη από τις μέρες των Gentry (1979), το "Metal Invaders" υπήρχε από το 1981, το "Victim Of Fate" από το 1982.

Helloween_02
Το οπισθόφυλλο του Walls Of Jericho (1985)

Στο Helloween EP και στο Walls Of Jericho ξετυλίγεται ουσιαστικά το όραμα του Kai Hansen για έναν speed metal ήχο ωμό, ακατέργαστο και επιθετικό. Ο οποίος διατηρεί εν πολλοίς μια underground ταυτότητα, παρά την ευχέρεια σε μελωδίες που πήγαζαν κάπου μεταξύ των Judas Priest, των Iron Maiden και των Accept ή κάποια παιξίματα στην κιθάρα που κρίνονταν ως ξεχωριστά. Η τραχιά του φωνή με τα απρόσμενα ψηλά της τινάγματα, βέβαια, δεν ήταν για όλους, αφού ανά σημεία ξέφευγε εμφανώς σε φαλτσαδούρες, ενώ είχε και έντονη προφορά στα αγγλικά. 

Για άλλους, ωστόσο, τα ίδια στοιχεία αποτελούσαν μέρος της όλης γοητείας. Μιας γοητείας μπρουτάλ, που όμως όπλιζε τραγούδια σαν τα "Ride The Sky", "Victim Of Fate", "Murderer", "Starlight" και "How Many Tears" με ό,τι ακριβώς χρειαζόταν: τα φανταζόσουν άνετα να γκρεμίζουν τα θρυλικά Τείχη της Ιεριχούς, σε μια κατσαπλιάδικη επίθεση που θα είχε γίνει με metal ρυθμούς, αντί για τις γνωστές σάλπιγγες. Μαζί τους, επίσης, εμφανίστηκε κι ένα (συζητήσιμο) χιούμορ, όπως και η κολοκύθα στο λογότυπο Helloween, η οποία θα αναδεικνυόταν σε σήμα κατατεθέν της μπάντας. 

Keepers of the Seven Keys: Η εποχή του Michael Kiske

Αν και πάντα υπάρχουν άνθρωποι που θα διαβάσουν κάτι "δεδομένο" για πρώτη φορά, είναι κοινός τόπος ότι με την έλευση του Michael Kiske οι Helloween μετατράπηκαν σε μια διαφορετική μπάντα. Η οποία μπόρεσε να υπερβεί τον speed metal ορίζοντα, τίκτοντας το power metal –τουλάχιστον στην ευρωπαϊκή του εκδοχή, για όσους (επιμένουν να) θεωρούν το US metal ως αμερικάνικο power. 

Helloween_03
Η έλευση του 18χρονου Michael Kiske (δεξιά) απογείωσε τους Helloween

Τα πώς και τα γιατί πάντα τα φανταζόμασταν και η αλήθεια είναι, για όσους θυμούνται, ότι είχαν αναλυθεί με αρκετά μεγάλη ακρίβεια σε μακρυμάλλικα πηγαδάκια ήδη από τις προ-ίντερνετ εποχές. Έχει όμως άλλη βαρύτητα να τα επιβεβαιώνει ο ίδιος ο Kai Hansen, όπως έπραξε το 1999, μιλώντας στο Metal Rules. Εκεί, λοιπόν, εξήγησε ότι αφενός δεν ένιωθε βολικά με την απειρία του στο θέμα των φωνητικών, αφετέρου ήθελαν να φτιάξουν μουσική πιο δεξιοτεχνική και ιντριγκαδόρικη, για τις ανάγκες της οποίας έπρεπε να εστιάσει στην κιθάρα. Έτσι, όταν άκουσαν το ντεμπούτο των Queensrÿche (The Warning, 1984), αποφάσισαν ότι χρειάζονταν έναν τραγουδιστή ικανό να φτάνει με άνεση τις ψηλές νότες, αποτυπώνοντας και περισσότερα πράγματα σε επίπεδο έκφρασης

Ο ίδιος ο Hansen, τώρα, φαίνεται να ήθελε τον Ralf Scheepers, αλλά εκείνος αρνήθηκε, μην επιθυμώντας να αφήσει τους Tyran Pace –θα συναντιούνταν τελικά το 1989, στους Gamma Ray. Έτσι η θέση δόθηκε στον 18χρονο Michael Kiske των Ill Prophecy, ο οποίος τους εντυπωσίασε με τις "υπερηχητικές" του ικανότητες. Η μπάντα προσαρμόστηκε λοιπόν πάνω στη φωνή του, η speed επιθετικότητα παραμερίστηκε στις συνθέσεις χάριν καθαρών μελωδικών επιφανειών, όπως και μιας ελαφρότερης προσέγγισης στη metal υπόθεση, ενώ άλλαξε και το επιτελείο της παραγωγής, με τους Helloween να παραδίδουν την κονσόλα στον Δανό Tommy Hansen (των prog πιονέρων The Old Man & The Sea) και στον συμπατριώτη τους Tommy Newton (των Fargo και Victory). 

Helloween_04
Με το Keeper Of The Seven Keys: Part I (1987) γεννήθηκε το power metal 

Ο δημιουργικός οργασμός είχε ως αποτέλεσμα τη γρήγορη ηχογράφηση κάμποσων τραγουδιών, ικανών να γεμίσουν ένα φιλόδοξο, διπλό άλμπουμ. Όμως η Noise Records –διαβόητη ανακατώστρα και τυραννική προς τους καλλιτέχνες της– δεν πολυπίστευε στην κατεύθυνση, φοβούμενη μια παταγώδη αποτυχία. Επέβαλλε έτσι τη διάσπαση του υλικού σε δύο διαφορετικές κυκλοφορίες, ονόματι Keeper Of The Seven Keys: Part I (1987) και Keeper Of The Seven Keys: Part II (1988). Αν και το part II φαντάζει κάπως πιο ισορροπημένο, το part I ντύθηκε στην αίγλη ενός ατσαλάκωτου θρύλου, ως το πρώτο άλμπουμ ενός νέου κόσμου, που ακόμα και σήμερα συνεχίζει να κοπιάρεται πιστά από ενθουσιώδεις επιγόνους, τροφοδοτώντας το power metal με τα πλέον θεμελιακά του στοιχεία. 

Ο Kiske πραγματοποιεί εντυπωσιακές πτήσεις στα ουράνια σε αστραφτερές στιγμές σαν τα "Eagle Fly Free", "I'm Alive" και "Ι Want Out", οι Helloween ξεδιπλώνονται ως μουσικοί γράφοντας ένα αρχετυπικό power έπος 13 λεπτών που τόσοι και τόσοι ζήλεψαν έκτοτε ("Halloween"), ενώ το αλάφρωμα από τα βαρυμεταλλικά στεγανά –πέρα από την ευτυχέστερη συμπόρευση με τις κολοκύθες σε επίπεδο εικόνας– επιτρέπει και την ανάδυση στιγμών σχεδόν pop· σαν το άριστα δομημένο "Future World" ή το χιουμοριστικό "Dr. Stein", που μαζί με το "I Want Out" συγκίνησαν ακόμα και τις χαμηλότερες θέσεις των βρετανικών charts. Παράλληλα, η επιτυχία των Keepers στη συνήθως αφιλόξενη αγορά της Αμερικής έδειξε πόσο έξω έπεσε στις εκτιμήσεις της η Noise, επιτρέποντας στους Helloween να ανοίξουν κάποιες ευρωπαϊκές εμφανίσεις των Iron Maiden, αλλά και να παίξουν στο Monsters of Rock του 1988, μπροστά σε ένα επιβλητικό πλήθος.

Helloween_05
Το Keeper Of The Seven Keys: Part IΙ (1988) είχε το ιστορικό "I Want Out"

Όλα αυτά, όμως, αντί να ατσαλώσουν την πεντάδα, έφεραν μια απίστευτη εσωτερική φαγωμάρα για την κατεύθυνση που χρειαζόταν να πάρει η μουσική τους, για την κόπωση από τις μακροσκελείς περιοδείες και για τις χαμηλές απολαβές που λάμβαναν από τη Noise. Το αποτέλεσμα ήταν η παραίτηση-σοκ του Kai Hansen τον Νοέμβριο του 1988 (αντικαταστάθηκε από τον Roland Grapow), αλλά και μια δικαστική μάχη με τη Noise, που τους φρέναρε στο χειρότερο δυνατό σημείο, κρατώντας τους μακριά από τη συναυλιακή δράση μεταξύ 1989-1992. Όταν ανέκαμψαν, ο μουσικός χάρτης είχε αλλάξει δραματικά ελέω της επέλασης των Nirvana κι εκείνοι είχαν ξοδέψει ένα πολύ γενναιόδωρο μπάτζετ για το ανέμπνευστο άλμπουμ Pink Bubbles Go Ape (1991), που δεν είχε κάτι ιδιαίτερο να παρουσιάσει πέρα από το συμπαθές "Kids Of The Century", προβληματίζοντας τη νέα τους εταιρεία ΕΜΙ. 

Το Chameleon του 1993, έπειτα, έβαλε το τελευταίο καρφί στο φέρετρο της εποχής του Kiske, ο οποίος, παρά τις διαμαρτυρίες του Michael Weikath, ηγήθηκε μιας ριζοσπαστικής απομάκρυνσης από το metal, χάριν ενός μπερδεμένου pop/rock ύφους, που ήταν στις καλύτερες περιπτώσεις χλιαρό. Η εμπορική αποτυχία υπήρξε παταγώδης, ενώ εμφανής έγινε και η απογοήτευση του κοινού: για χρόνια, το Chameleon θα θεωρούταν ως το χειρότερο άλμπουμ της καριέρας τους. Αμέσως έπειτα, η έξωση του ντράμερ Ingo Schwichtenberg λόγω των προβλημάτων σχιζοφρένειας που τον ταλάνιζαν (θα αυτοκτονούσε το 1995, μόλις στα 29 του, πηδώντας μπροστά από ένα τρένο) άλλαξε τις ισορροπίες στο εσωτερικό του συγκροτήματος: ο Weikath ανέλαβε τα ηνία και τον Δεκέμβριο του 1993 απέλυσε τον Kiske.

My God-Given Right: Η εποχή του Andi Deris

"Ο κόσμος νόμιζε ότι ήμασταν τρελοί που απολύσαμε έναν τραγουδιστή σαν τον Kiske", θα δήλωνε αργότερα ο Markus Grosskopf. Και, πράγματι, δεν ήταν λίγοι όσοι το είδαν έτσι. Η ΕΜΙ, πάλι, κοίταζε πρωτίστως τα νούμερα –και σίγουρα δεν της έβγαιναν: είχε επενδύσει πολλά σε αυτή τη μπάντα και είχε χάσει τα λεφτά της. Ήρθε λοιπόν ένα φυσικό τέλος στη σχέση τους.

Helloween_06
Οι Helloween με τον Andi Deris (στο μέσον)

Άλλες μπάντες θα είχαν διαλυθεί κάπου εκεί. Όμως οι Helloween αποφάσισαν να συνεχίσουν, αντικαθιστώντας τον μεν Schwichtenberg με τον Uli Kusch, τον δε Kiske με τον Andi Deris των Pink Cream 69. Είναι γεγονός, βέβαια, ότι μια μερίδα των ως τότε οπαδών εγκατέλειψε αμέσως μόλις άκουσε το άλμπουμ Master Of The Rings (1994), μη μπορώντας να δεχτεί ότι στη θέση του Kiske είχε έρθει μια υποδεέστερη σε έκταση φωνή: ίσως ο Deris να στεκόταν μια χαρά σε νέες στιγμές σαν τα "Sole Survivor", "Perfect Gentleman", "Secret Alibi" ή "Where The Rain Grows", που ξαναέθεταν τη μπάντα σε μια hard & heavy τροχιά, αλλά πώς θα έλεγε τα τραγούδια της προηγούμενης φάσης στα live; 

Υπήρξα ένας από αυτούς τους οπαδούς: αν και κατά καιρούς τσέκαρα δειγματοληπτικά τι έκαναν, έκπληκτος για τη θερμή, πιστή στήριξη που εξασφάλισαν από το κοινό στη Γερμανία και στην Ιαπωνία, ξέγραψα τους Helloween εν μία νυκτί. Όμως ο χρόνος, ως γνωστόν, αλλάζει τα πάντα. Στο διάβα του, ο Deris έμεινε ακλόνητος στο πόστο που πήρε το 1994, ωρίμασε και αναβαθμίστηκε ως ερμηνευτής –ωρίμασα μάλλον κι εγώ, ώστε να μπορώ να ζυγίζω τα πράγματα πιο δίκαια. Έφτασε λοιπόν ο καιρός κάποιων δύσκολων παραδοχών

Helloween_07
The Dark Ride (2000)

Ότι ο αγαπημένος Kiske, λ.χ., τα είχε κάνει θάλασσα στο Chameleon, ζητώντας από τους Helloween να τραβήξουν σε μια ρότα που όχι μόνο δεν τους ταίριαζε, μα δεν άξιζε και τον κόπο. Ότι χωρίς τον εγωισμό του Weikath η μπάντα θα είχε απλά τελειώσει. Ότι ο Deris, αν και δεν γινόταν να φορέσει τα παπούτσια του Kiske, κατάφερε τελικά να σταθεί, βρίσκοντας τον Helloween εαυτό του ήδη από το The Time Of The Oath (1996), σε βαθμό που να μπορεί να πλοηγήσει επαρκώς το καράβι στο The Dark Ride (2000) –μάλλον το πιο ενδιαφέρον τους άλμπουμ μετά την κλασική εποχή. 

Φυσικά και δεν ήταν όλοι οι δίσκοι καλοί: μερικοί μπορεί να είναι χειρότεροι και από το Chameleon, εδώ που τα λέμε, ενώ ακόμα και οι καλοί/καλούτσικοι δεν απέφυγαν την αχρείαστη φλυαρία και τις δευτεράντζες. Ως το 2015, πάντως, είχα κάνει την ειρήνη μου με τον Andi Deris· αρκετά ώστε να απολαύσω το "The God-Given Right" από τον ομώνυμο δίσκο του 2015 και να αρχίσω να ξαναπιάνω τα παλιά, χαμένα νήματα. 

Pumpkins United: Η εποχή των Hansen, Kiske & Deris

Το πέρασμα του χρόνου, όμως, δεν μαλάκωσε μόνο όσους πήδησαν από το πλοίο του Master Of The Rings, πίσω στο 1994. Πολύ καιρό αφότου αντάλλαξαν τις τελευταίες, πικρές κουβέντες, ο Kiske έπεσε πάνω στον Weikath σε ένα φεστιβάλ –κι εκείνος ρώτησε τι είναι πια αυτό που έχει κάνει και δεν μπορεί να του το συγχωρήσει. Προς έκπληξη ακόμα και του εαυτού του, λοιπόν, ο Kiske κατάλαβε ότι τον είχε συγχωρήσει ήδη προ πολλού.

Πάνω σε αυτή την παραδοχή επήλθε κατόπιν όχι μόνο η ειρήνη, μα και μια νέα ευκαιρία: άραγε θα μπορούσαν να υπάρξουν όλοι μαζί, ως παιδιά της ίδιας ιστορίας, οδηγώντας από κοινού τη ναυαρχίδα των Helloween στην τρίτη δεκαετία του 21ου αιώνα; Στο κάλεσμα δεν ανταποκρίθηκε μόνο ο Kiske, μα και ο Kai Hansen, οικοδομώντας την Pumpkins United σύμπραξη με τον Weikath και τον Deris, η οποία έγινε δεκτή σε πανηγυρικό κλίμα από το κοινό όταν ξεκίνησε η ομώνυμη παγκόσμια περιοδεία, τον Οκτώβριο του 2017. Ήταν η μεγαλύτερη στην ιστορία του γκρουπ, με το DVD United Alive (ηχογραφημένο/κινηματογραφημένο στη Μαδρίτη) να ανοίγει την όρεξη όσων χωρών δεν είχαν δει το σόου –μεταξύ τους, φυσικά, ήταν και η Ελλάδα.

Helloween_08
Pumpkins United 2017 (Kiske, Deris & Hansen)

Δικαιολογημένα, λοιπόν, τα νέα για τον ερχομό των ενωμένων Helloween τον Νοέμβριο του 2020 σκόρπισαν μεγάλο ενθουσιασμό στο εγχώριο κοινό, αγγίζοντας ακόμα και ανθρώπους εκτός της metal κοινότητας, όσους ενδιαφέρονταν να δουν μια μπάντα που θυμούνταν με νοσταλγία από τη νιότη τους σε μια αναντίρρητα ιστορική στιγμή. Όμως η ξαφνική έλευση της covid-19 πανδημίας είχε άλλα σχέδια για όλους μας. Κάτι βέβαια που γιγάντωσε τη σχετική ανυπομονησία, πυροδοτώντας έναν νέο γύρο πανηγυρισμών όταν το Release Athens ανακοίνωσε τους Γερμανούς ως headliners της δεύτερης φεστιβαλικής του ημέρας (Σάββατο 17/6, στην Πλατεία Νερού). Ένα από τα συναυλιακά γεγονότα της φετινής χρονιάς, πέρα από γούστα και "κοινοτικές" προτιμήσεις.

Στο μεταξύ, οι ενωμένοι Helloween έκαναν ό,τι μπορούσαν για να ανοίξουν την όρεξη των απανταχού φίλων τους, αφού μπήκαν μαζί και στο στούντιο, ηχογραφώντας έναν ολοκαίνουριο δίσκο: το Helloween ήρθε το καλοκαίρι του 2021 και επιβεβαίωσε την παγκόσμια συγκίνηση για τη νέα φάση των θρύλων του power metal, κατακτώντας το νούμερο 1 της Γερμανίας, αλλά και το #24 της Βρετανίας και το #35 των Η.Π.Α. –αγορές που είχαν να νοιαστούν για αυτούς από την εποχή των Keeper Of The Seven Keys. Φυσικά, εκείνες οι δαφνοστεφανωμένες δόξες δεν επαναλήφθηκαν ούτε και γινόταν να επαναληφθούν. Και όποιος δεν το καταλαβαίνει αυτό, μάλλον παρασύρεται τόσο από το συναίσθημα, ώστε θολώνει εντελώς η κρίση του. 

Ταυτόχρονα, πάντως, είχε δίκιο και ο Σπύρος Κούκας, ο οποίος έγραψε στα καθ' ημάς ότι επρόκειτο για "το σπουδαιότερο άλμπουμ στο ευρωπαϊκό power metal τα τελευταία χρόνια". Αν μη τι άλλο, δηλαδή, με τραγούδια σαν τα "Fear Of The Fallen" οι Helloween δεν επανεπιβεβαίωσαν απλά την ηγεμονική τους θέση στο είδος που δημιούργησαν, μα ίσως του χάρισαν κι ένα απαραίτητο γύρισμα σελίδας, στρέφοντας τα φώτα της δημοσιότητας και πάλι πάνω του, μετά από καιρό. Σίγουρα, πάντως, έκαναν την ανυπομονησία ακόμα μεγαλύτερη για το ραντεβού στην Πλατεία Νερού.

Διαβάστε Επίσης

Διαβάστε ακόμα

Τελευταία άρθρα Μουσική

Άνισες εντυπώσεις από συναυλίες της Συμφωνικής Ορχήστρας της ΕΡΤ στο Μέγαρο

Παρά το ενδιαφέρον του προγραμματισμού, οι "άτακτες" εμφανίσεις του συνόλου σε διάφορους χώρους δεν επιτρέπουν ξεκάθαρη αποτίμηση της προόδου του.

ΓΡΑΦΕΙ: ΕΥΤΥΧΙΟς Δ. ΧΩΡΙΑΤΑΚΗς
01/05/2024

Dave Holland: Τζαζ θρίαμβος στα St Paul's Sessions, παρέα με το νέο του τρίο

Εκπληκτική βραδιά στο αμφιθέατρο "Ιωάννης Δεσποτόπουλος" του Ωδείου Αθηνών, με διαρκείς ζητωκραυγές για τον σπουδαίο Βρετανό κοντραμπασίστα και τις καινούριες του περιπέτειες με τους Αμερικανούς παιχταράδες Jaleel Shaw (άλτο σαξόφωνο) & Eric Harland (ντραμς).

Indie Playground Festival vol.2: Ένα διήμερο πάρτι στο Φεστιβάλ Αθηνών Επιδαύρου

Ένα event αφιερωμένο στη σύγχρονη ανεξάρτητη ελληνική indie, alternative rock, pop και electronica σκηνή.

Η Ταράτσα του Φοίβου ανάβει ξανά τα φώτα της στο θέατρο Άλσος

Καλεσμένοι στις δύο πρώτες παραστάσεις η Νατάσσα Μποφίλιου και ο Βύρων Θεοδωρόπουλος.

O συνθέτης Σταύρος Σοφιανόπουλος μάς λέει "Λέξεις που δεν είπαμε"

Με μια εξαιρετική ομάδα μουσικών παρουσιάζουν την νέα του δισκογραφική δουλειά, καθώς και παλαιότερες μουσικές και τραγούδια, που κέρδισαν την αναγνώριση και αγάπη του κοινού.

José Carreras και Plácido Domingo σε μια ιστορική βραδιά στο Καλλιμάρμαρο

Σε ένα πρόγραμμα δομημένο με άριες που άφησαν εποχή και ντουέτα από μερικές από τις πιο αγαπημένες όπερες όλων των εποχών.