
Ένας Αμερικανός επικεφαλής σε rock μπάντα με Έλληνες μουσικούς: δείχνει ιντριγκαδόρικη ιστορία, οπότε πες μας, πώς γνωρίστηκες με τους υπόλοιπους Phantom Limb –τους Φώτη Βαγενά (κιθάρα), Μανώλη Γιαννιτσόπουλο (μπάσο) & Περικλή Ρούσση (ντραμς);
Στις αρχές του 2018 ο Φώτης απάντησε στην αγγελία που δημοσίευσα σε μια ιστοσελίδα για Αθηναίους μουσικούς –κάτι σαν "τραγουδιστής αναζητά project". Είχε συμμετάσχει σε διάφορα εγχειρήματα με γνωστά ονόματα και ήθελε να επικεντρωθεί στη δημιουργία καθαρά πρωτότυπου υλικού, ξεκινώντας ένα εντελώς νέο σχήμα. Το υποτιμημένο του παίξιμο στην κιθάρα με τους Capelle με εντυπωσίασε από την αρχή και νομίζω ότι κι εκείνον τον γοήτευσε η δουλειά μου με το αμερικάνικο southern metal συγκρότημα Swamphammer. Αυτή ήταν η αρχή μιας πολύ γόνιμης συνεργασίας στο γράψιμο τραγουδιών.
Ο Φώτης, τώρα, είχε συνεργαστεί και παλιότερα με τον πολύ δεξιοτέχνη και γοητευτικό Μανώλη στο μπάσο, ενώ, μετά από μερικές αλλαγές στα ντραμς, είχαμε την τύχη να βρούμε τον Περικλή. Ο οποίος στην οντισιόν έπαιξε για 10 δευτερόλεπτα πριν χάσουμε όλοι την ακοή μας. Αλλά ήταν αρκετό για να μπει στο γκρουπ.
Πότε ήρθες στην Ελλάδα για πρώτη φορά; Και πότε ήταν που αποφάσισες να μείνεις στην Αθήνα;
Έκανα το πρώτο μου ταξίδι το 2015 και επέστρεψα αρκετές φορές έπειτα, για συναντήσεις με το συγκρότημα και για πρόβες. Ώσπου τελικά μετακόμισα μόνιμα στην Αθήνα, το 2018.
Αλήθεια, γιατί Phantom Limb; Υπάρχει κάτι πίσω από την επιλογή αυτού του ονόματος;
Μας άρεσε απλώς το όνομα. Το σκέφτηκε ο Φώτης. Αν υπάρχει βαθύτερο νόημα, δεν το έχει αποκαλύψει.
Θυμάμαι τη μπάντα να είναι ενεργή εδώ και κάποιον καιρό, π.χ. να παίζετε live στο υπόγειο της "Crust" το 2018-2019, συμμετέχοντας στην κολεκτίβα Athens Underground. Γιατί σας πήρε τόσο καιρό να φτάσετε σε ένα ντεμπούτο άλμπουμ;
Αυτές οι συναυλίες ήταν τόσο punk: δάπεδο από μπετόν, τοίχοι από σκυρόδεμα, κολλητική ταινία να συγκρατεί τα πάντα –χωρίς σκηνή, χωρίς διαχωριστικά. Καλές στιγμές. Η απάντηση, τώρα, είναι ο covid. Θα μπορούσαμε δηλαδή να είχαμε κυκλοφορήσει το άλμπουμ πριν από έναν χρόνο ή νωρίτερα, αλλά το τάιμινγκ δεν ήταν σωστό. Απλώς δεν γίνεται να οργανώσεις πάρτυ κυκλοφορίας για ένα hard rock άλμπουμ, όταν όλοι φορούν μάσκες. Πώς θα πίνουν, πώς θα φλερτάρουν, πώς θα πάρουν κακές αποφάσεις; (γελάει)
Είναι αστείο, γιατί ζητήσαμε από τους φίλους μας που συμμετείχαν στο βίντεο για το "1990s Dealer" να κάνουν τεστ covid πριν έρθουν. Kι αυτό δεν ήταν καθόλου punk rock. Τι "μαλάκας" πρέπει να είσαι για να απαιτείς να κάνουν τεστ, ενώ έχουν προσφερθεί να συμμετάσχουν δωρεάν; Όμως ήταν μια δύσκολη περίοδος για τους καλλιτέχνες. Όλες οι μπάντες δοκιμάστηκαν –και η δική μας το ίδιο. Δεν ήταν εύκολο, αλλά αναδυθήκαμε, επιμείναμε, παραμείναμε απασχολημένοι. Και φτιάξαμε κι αυτό το βίντεο, εν μέσω ενός lockdown. Κοιτάζοντας πίσω, ήταν τελικά κάτι αρκετά punk.

Έφερες demo ηχογραφήσεις, ερχόμενος από την Καλιφόρνια στην Αθήνα; Ή τα τραγούδια σας είναι όλα καινούρια;
Ναι, όντως έφερα μερικά demo, τα οποία είχαν τελειώσει λίγο ή πολύ. Το "1990s Dealer" και το "Swamphole", ας πούμε, γράφτηκαν στην Καλιφόρνια, πριν μετεγκατασταθώ στην Αθήνα. Και το "In The Cage" ολοκληρώθηκε σε μια μεταβατική φάση. Αντίστοιχα, ο Φώτης είχε γράψει μερικές μελωδίες, για παράδειγμα το "Midnight Sun" και το "Who Knows". Αλλά το μεγαλύτερο μέρος του άλμπουμ το γράψαμε μαζί, κατά τη διάρκεια εκείνων των ημερών του "Crust" που αγαπάμε τόσο εγώ, όσο κι εσύ.
Το ντεμπούτο σας περιέχει hard rock, έχει όμως και grunge επιρροές, όπως και αναφορές στο alternative rock της δεκαετίας του 1990. Ποιοι είναι οι αγαπημένοι σου καλλιτέχνες; Τα βρίσκετε στα μουσικά γούστα με τους υπόλοιπους της μπάντας;
Για εμένα, όσον αφορά τους τραγουδιστές, είναι ο Freddie Mercury, ο Robert Plant, ο Chris Cornell. Με αυτή τη σειρά. Ο Jay Buchanan είναι επίσης ψηλά. Αλλά και ο Layne Staley. Νομίζω ότι ολόκληρο το συγκρότημα έχει αγάπη και πίστη στο σκληρό ροκ και στα εναλλακτικά συγκροτήματα των 1990s. Όπως και για τους γενικά "σκοτεινούς" ήχους, όλων των ειδών. Με μια βαριά δόση metal στο στυλ των Helloween και των Judas Priest, με κιθαριστικά riffs σαν κι αυτά του Ozzy.
Τι βλέπουμε στο εξώφυλλο; Σίγουρα είναι μια πολύ δυνατή φωτογραφία…
Το πρόσωπο ανήκει σε ένα πολύ όμορφο και συναρπαστικό άτομο. Με ωραίες ιστορίες, "γραμμένες" σε όλο του το πρόσωπο. Είναι ο γείτονάς μας, ο Λέο. Και έχει γίνει ακούσια το πρόσωπο της μπάντας, καθώς βρίσκεται στο εξώφυλλο του άλμπουμ μας, είναι ο πρωταγωνιστής του βίντεό μας, είναι στις αφίσες του promo μας. Παραλίγο να τον βάλουμε και στα t-shirts μας!
Κάθε φορά που του δείχνω μια αφίσα ή κάτι καινούριο με το πρόσωπό του τυπωμένο, κουνάει το κεφάλι του και λέει κάτι του στυλ "έχω ντροπιάσει την οικογένειά μου". Πάντως δεν είσαι ο πρώτος που σχολιάζει το συναρπαστικό του πρόσωπο: ήταν ήδη σταρ, πολύ πριν τον γνωρίσουν οι Phantom Limb.

Πώς βρίσκεις τη rock σκηνή εδώ στην Ελλάδα, όντας σε θέση να κάνεις συγκρίσεις από πρώτο χέρι με μια σαφώς μεγαλύτερη αγορά;
Είναι ζωντανή και ακμαία. Οι μουσικοί στην Ελλάδα μου υπενθυμίζουν την αγάπη τους για τον σκληρό ήχο και υπάρχουν υπέροχες μπάντες παντού –η Αθήνα δεν αποτελεί εξαίρεση. Η πραγματική διαφορά με τις Η.Π.Α. βρίσκεται στη στάση του κοινού απέναντι στις συναυλίες. Δεν ξέρω πολλά για το πώς είναι σε άλλα μέρη των Η.Π.Α., βέβαια, πάντως στη σκηνή του San Francisco Bay δεν υπάρχει έλλειψη σπουδαίων συγκροτημάτων. Αλλά το να είσαι υπέροχος δεν αρκεί: το κοινό απλώς δεν εμφανίζεται, αν δεν προηγηθεί μια μνημειώδης προσπάθεια στο promo. Πολλοί στις Η.Π.Α., επίσης, προτιμούν να δουν τα κλιπ στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης την επόμενη μέρα, αντί να παρακολουθήσουν ζωντανά τη συναυλία.
Εδώ στην Ελλάδα, πάλι, ανεξάρτητα από είδος, η στάση απέναντι στη ζωντανή μουσική είναι πολύ διαφορετική. Με στοιχειώδες προμοτάρισμα και μια ευγενική παρότρυνση ο κόσμος θα έρθει στη συναυλία, θα αγοράσει ποτά, θα πάρει τις ...κακές αποφάσεις που λέγαμε και πιο πριν και θα μείνει μέχρι το τέλος. Επιπλέον, με τα ροκ συγκροτήματα υπάρχει και μια κοινή σύνδεση που είναι πιο αντιληπτή και πιο εύκολη από ό,τι θα περίμενε κανείς σε μέρη όπως το Λος Άντζελες ή το Σαν Φρανσίσκο.
Και η ελληνική μουσική; Πώς ακούγεται στα δικά σου αφτιά;
Την αγαπώ. Στις Η.Π.Α. δεν υπάρχει μια αντίστοιχη κοινή κουλτούρα, που να μας ενώνει όλους, ούτε οι αιώνες και ο αντίκτυπος του ελληνικού πολιτισμού. Είναι μια πολύ νεότερη χώρα και όλη η κουλτούρα που έχουμε είναι δανεισμένη από άλλα μέρη. Εδώ στην Ελλάδα, όμως, όλοι θεωρείτε δεδομένο τον πολιτισμό σας: είναι ενσωματωμένος στο DNA σας, στη μουσική, στην τέχνη, στην ιστορία.
Πάντα με συγκινεί, λοιπόν, όταν βλέπω Έλληνες να χορεύουν μαζί, γιατί όλοι ξέρετε τα βήματα και όλοι το θεωρείτε δεδομένο. Ως αουτσάιντερ ζηλεύω, γιατί στην πραγματικότητα δεν έχουμε κάτι τέτοιο. Όταν προβαλλόταν το "Στην Υγειά Μας Ρε Παιδιά", το παρακολουθούσα συνέχεια. Οι μπουζουξήδες, τα τσιφτετέλια, τα τραγούδια και τα λουλούδια, δεν τα χόρταινα. Αλλά όποτε έλεγα σε έναν Έλληνα πόσο μου άρεσε η εκπομπή και η μουσική, γελούσαν και γούρλωναν τα μάτια τους. Η ελληνική μουσική είναι πιο βαριά από οτιδήποτε θα μπορούσαν να γράψουν οι Black Sabbath.
Τέλος, θα πας σε κάποια από τις καλοκαιρινές συναυλίες στην Αθήνα; Υπάρχει κάτι για το οποίο να ανυπομονείς;
Σίγουρα για τους Melvins. Ίσως και για τους Black Keys. Γενικά, βέβαια, δεν πηγαίνω πια σε μεγάλες συναυλίες –εκτός κι αν πρόκειται για κάποιο συγκρότημα που θέλω οπωσδήποτε να δω. Θα ήθελα πολύ να δω ξανά τους Slayerking ζωντανά, ας πούμε. Ή τους W.A.S.P., να παίζουν εδώ στην Αθήνα. Και ακόμα περιμένω τους Little Dragon να έρθουν.
Tα περισσότερα από τα γκρουπ που θα πάω να δω αυτές τις μέρες, από την άλλη, έχουν παίξει μαζί μας κάποια στιγμή. Οι Citizen Jim, για παράδειγμα: ένα από τα καλύτερα live συγκροτήματα που έχω δει όσο βρίσκομαι στην Αθήνα.