Όλοι των γνωρίζουν χάρη στη δουλειά του στους πρωτοποριακούς Sun City Girls, ο Άλαν Μπίσοπ όμως τα τελευταία πολλά χρόνια έχει παρατήσει τη ζωή του στις ΗΠΑ, μετακόμισε στο Κάιρο κι από εκεί συνεχίζει να πειραματίζεται με τη μουσική και να δημιουργεί αντισυμβατικό, αταξινόμητο υλικό. Με έδρα την Αίγυπτο, ο Μπίσοπ δισκογραφεί με τους Invisible Hands και παράλληλα ως Alvarius B., το σόλο όχημά του με τον οποίο το 2017 κυκλοφόρησε το τριπλό άλμπουμ – ογκόλιθο «With a Beaker on the Burner and an Otter in the Oven», πιθανότατα τη σπουδαιότερη κυκλοφορία του μέχρι σήμερα. Το διήμερο 13-14/12 στο Underflow, o Μπίσοπ επισκέπτεται την Αθήνα για ακόμα μια φορά, για να παίξει με τα προσωπικά του σχήματα όσο και με εκείνα διαχρονικών συνεργατών του. Συγκεκριμένα τους Tarkamt και Baskot Lel Baltageyya. Ιδανική αφορμή λοιπόν για να κάνουμε τις ερωτήσεις μας στον κ. Μπίσοπ…
Έχετε παίξει πολλές φορές στην Αθήνα, όμως αυτή τη φορά μοιάζει σα να παρουσιάζεται ρετροσπεκτίβα της δουλειάς σας. Πώς νιώθετε που επιστρέφετε εδώ;
Λατρεύω να γυρνάω στην Ελλάδα. Έχω κάνει πολλές καλές φιλίες στην Αθήνα τα τελευταία δέκα χρόνια και ομολογώ πως θεωρώ την πόλη το σπίτι μακριά από το σπίτι μου.
Εκτός από τις μουσικές δουλειές σας, «τρέχετε» παράλληλα τη Sublime Frequencies, τη δισκογραφική με την οποία φέρνεται στο προσκήνιο σπάνιους δίσκους μακρινών χωρών από το παρελθόν. Νιώθετε όμως ακόμα ενθουσιασμό όταν ακούτε νέες κυκλοφορίες;
Είναι αδύνατον να συγχρονιστείς με όσα κυκλοφορούν σήμερα… Όμως εξακολουθώ να αναζητώ και να ακούω νέα μουσική, γιατί από τη μία είμαι περίεργος να ακούσω τι κάνουν οι υπόλοιποι κι από την άλλη, είναι ένας τρόπος να βρίσκω έμπνευση.
Στο δίσκο «With a Beaker on the Burner and an Otter in the Oven» υπάρχει ένας διακριτικός αλλά τολμηρός πολιτικός σχολιασμός, ο οποίος μοιάζει να έχει εκλείψει από την πλειονότητα της παραγόμενης μουσικής σήμερα. Φοβόμαστε πλέον να θίξουμε ζητήματα με πολλαπλούς αποδέκτες;
Οποιαδήποτε ιδέα ή λογική που έχει στόχο την κοινωνική επιβολή δήθεν για το καλό μας, συνήθως δεν είναι τίποτα άλλο παρά μια μεταμφιεσμένη μορφή καταπίεσης. Η ελευθερία της έκφρασης ανέκαθεν βαλλόταν με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, όμως σήμερα έχουμε τις πολιτικές της ταυτότητας («identity politics») οι οποίες επιχειρούν να καθορίσουν πώς σκεφτόμαστε, δρούμε, μιλάμε. Δεν πιστεύω τις μαλακίες που μας πουλάνε, ούτε ποτέ με ενδιέφερε να φανταστώ έναν κόσμο ο οποίος είναι «απελευθερωμένος» από τις λεκτικές προσβολές.
Έχετε δηλώσει στο παρελθόν πως οι στίχοι μπορούν να διασπούν την προσοχή από την ουσία της μουσικής. Ισχύει ακόμα αυτό για εσάς;
Πιθανότατα να αναφερόμουν στους κακούς στίχους, γιατί υπάρχουν πάρα πολλοί εκεί έξω. Συνηθίζω να λέω πως εάν ακούω ένα κομμάτι σε μια γλώσσα που δε γνωρίζω δε νιώθω πάντα την ανάγκη να μεταφράσω τα λόγια, γιατί συχνά απογοητεύομαι. Είναι κοινότοποι και προβλέψιμοι. Επομένως, προτιμών να φτιάχνω το δικό μου νόημα, ώστε να μη μου καταστρέψω το τραγούδι. Υπό αυτήν την έννοια, ναι, ακόμα ισχύει αυτό για εμένα.
Πώς ήταν η εμπειρία γυρίσματος του «Invisible Hands» της Μαρίνας Γιώτη;
Το πρότζεκτ κάλυψε μια περίοδο αρκετών ετών και ήταν μια σπουδαία μορφωτική εμπειρία για εμένα. Είμαι πολύ χαρούμενος που τα καταφέραμε. Αρχικά δεν προοριζόταν να γίνει ταινία, η Μαρίνα και ο Γιώργος Σαλαμέ ήθελαν απλά να κινηματογραφήσουν ένα session ηχογράφησης, αλλά αυτό εξελίχθηκε σε κάτι αυτόνομο. Ήταν φανταστικό το ότι συνάψαμε μια φιλία και μπόρεσα να ξοδέψω τόσο πολύ χρόνο στην Αθήνα.
Πληροφορίες:
Underflow, Καλλιρόης 39, Νέος Κόσμος, 2114039926
13/12: The Invisible Hands (21.00, €25)
14/12: Alvarius B / Tarkamt / Baskot (21.00, €20)