
Με νέο, ωραίο δίσκο συν όλες τις μνήμες από την περίοδο των Madrugada και μια προσωπική πορεία που τον πάει όλο και πιο ψηλά, ο αγαπημένος του ελληνικού κοινού μάς επισκέπτεται για μια ακόμα φορά και παίζει δύο βραδιές (23 και 24 Απριλίου) στο «Πειραιώς 117 Academy».

Από τη στιγμή που ο Sivert Hoyem έβγαλε νέο δίσκο («Lioness») στις αρχές της χρονιάς και οργάνωσε την περιοδεία για την «προώθησή» του, ήταν σίγουρο πως η Ελλάδα θα συμπεριλαμβανόταν σ’ αυτήν, με τους γνωστούς σταθμούς της: Θεσσαλονίκη, Βόλος, Αθήνα, Ηράκλειο. Μάλιστα, για την πόλη μας η μία συναυλία αποδείχθηκε ανεπαρκής να καλύψει την αυξημένη ζήτηση και σύντομα προστέθηκε δεύτερη ημερομηνία. Έτσι, ο σταθερός αγαπημένος του ελληνικού κοινού εμφανίζεται στο «Πειραιώς 117 Academy» στις 23 και 24 Απριλίου, με εξαντλημένα, φυσικά, τα εισιτήρια της πρώτης ημέρας.
Ο Νορβηγός songster –και εκπληκτικός storyteller– έχει εξασφαλισμένη δημοτικότητα ήδη από την πρώτη φάση, με τους Madrugada. Εξάλλου, αυτό που λέμε «σόλο καριέρα» στην περίπτωση του Hoyem δεν είναι σαφές καθώς τα δύο πρώτα του άλμπουμ, τα «Ladies and Gentlemen of the Opposition» και «Exiles» (με «συνοδευτικό» του γκρουπ τους Volunteers) βγήκαν ενόσω οι Madrugada ήταν σε δράση. Ο θάνατος του κιθαρίστα Robert Buras έβαλε τίτλους τέλους στο δημοφιλές γκρουπ, όμως ο Sivert Hoyem συνέχισε αυτό που ήδη είχε ξεκινήσει: να γράφει ολοκληρωμένους και εξαιρετικούς «κύκλους» τραγουδιών, με τα δικά του ευδιάκριτα και ιδιαίτερα χαρακτηριστικά ο καθένας, και όχι κατά μόνας – πάντα με την παρέα ενός γκρουπ μουσικών που έδινε ξεχωριστή ταυτότητα στο κάθε άλμπουμ. Έτσι, στα τέλη Ιανουαρίου, κυκλοφόρησε το «Lioness», μια προσωπική / αισθητική δήλωση, διακριτή όπως όλες οι καλλιτεχνικές του δηλώσεις, με ιδιαίτερη ατμοσφαιρικότητα και μειωμένο rock feeling. Ούτε ιδιαίτερα σκοτάδια, ούτε «νοσταλγικές» αναφορές στους Madrugada, ούτε τυπικό νορβηγικό ατμοσφαιρικό mood, ούτε κανένα άλλο χαρακτηριστικό που εύκολα θα κόλλαγε κανείς στον Sivert Hoyem ταιριάζει με τη μουσική αυτού του δίσκου.
Εδώ έχουμε δέκα τραγούδια –από καλά έως πολύ καλά– που αναφέρονται σε ποικίλα σημεία της pop ιστορίας, δίνοντας ένα σύνολο συναισθημάτων που αποκρυπτογραφούν περαιτέρω τον αγαπημένο μας τραγουδοποιό – και το «μας» πάει στη συλλογική εθνική «μας» ροκ συνείδηση, όπως δείχνει η έως τώρα πρακτική έπειτα από τις πολυάριθμες επισκέψεις του στη χώρα μας. Στο «Lioness» ο Sivert γίνεται Ντέιβιντ Μπόουι, Μπρους Σπρίνγκστιν, Μπομπ Ντίλαν, Λέοναρντ Κοέν με έναν καθαρά δικό του τρόπο –πράγμα αναμενόμενο–, και τα κομμάτια του δίσκου αντικατοπτρίζουν με σαφήνεια τον εσωτερικό του κόσμο και τις ευαισθησίες του. Κυριολεκτικά, εδώ ο Sivert Hoyem ξεγυμνώνεται συναισθηματικά και ξεκαθαρίζει σε ποιες αγάπες «χρωστάει» με τρόπο φυσικό και απόλυτο. Φυσικά, η μουσική είναι ανάλογη: ακουστική και συμφωνική pop σε μια ισορροπία σχεδόν ιδανική. Μπορεί με όρους αγοράς το άλμπουμ αυτό να μη δίνει οποιοδήποτε «υψηλό» σκορ, όμως είναι μια καλλιτεχνική δήλωση που λειτουργεί προσθετικά, με κάθε νέα ακρόαση, και ως τέτοια δείχνει την αξία της.
Ο Sivert Hoyem μας χαρίζει ένα πολύ ωραίο άλμπουμ – και έχει ακόμα δρόμο μπροστά του. Κοιτώντας πίσω όμως, βλέπουμε μια γόνιμη φάση από τα mid-’90s έως τα mid-’00s με μια παρέα που εμπνέεται από τα dark blues σε ένα alternative μουσικό φορμά – και αυτό είναι που καταγράφεται στα έξι άλμπουμ των Madrugada από το 1999 μέχρι το 2008. Αυτή είναι μια φάση που όχι μόνο δεν ξεχωρίζει από το καλλιτεχνικό χρονολόγιο του Sivert Hoyem αλλά, αντίθετα, η «γραμμή της ζωής» του συνεχίζεται μέσα από αυτή με τρόπο ευθύ. Το πρώτο του προσωπικό άλμπουμ, το «Ladies and Gentlemen of the Opposition», είναι χαρακτηριστικό της συνολικής rock αντίληψης που τον διακρίνει και τον κάνει μια ξεχωριστή φυσιογνωμία στην πολυμεταβλητή –έως και πολυσχιδή– μουσική σκηνή της πατρίδας του, που μπορεί να ταξιδεύει από τη γοητευτική και αιθέρια folk έως το προχωρημένο και avant black metal, με ενδιάμεσους σταθμούς στην καθαρή ευρωπαϊκή χρωμοσύσταση της νορβηγικής jazz.
Η καλλιτεχνική φύση –και θέση– του Hoyem γίνεται όλο και πιο περίοπτη με κάθε δισκογραφική κυκλοφορία: το «Exiles» του 2006, το «Moon Landing» του 2009, το «Long Slow Distance» του 2011, το «Endless Love» του 2014 – όλα δημοφιλέστατα και κορυφαία σε ποικίλους καταλόγους επιτυχιών. Το σημαντικό όμως είναι η καλλιτεχνική σφραγίδα από έναν τραγουδοποιό που ξέρει πώς να φτιάχνει από ωραίες έως συγκλονιστικές (μουσικές) ιστορίες που τις τραγουδάει με μια σπουδαία –ιδιαίτερης ευρύτητας και πειθούς– rock φωνή, μια φωνή που σε αγγίζει χωρίς να χρησιμοποιεί ούτε ένα από τα εκφραστικά κλισέ που μπορεί να συναντήσει κανείς στον ευρύτατο χώρο της pop μουσικής. Πράγμα που –ανάμεσα σ’ όλα τα άλλα– κάνει τον Sivert Hoyem να ξεχωρίζει.
Περισσότερες πληροφορίες
Sivert Hoyem
O αγαπημένος του ελληνικού κοινού μας συγκινεί πάντα με την ευθύτητα, το βάθος της μουσικής και της σκέψης του, την ευκρίνεια της αντίληψής του, την τρυφερότητα της μοναδικής εσωτερικής φωνής του και τη δυναμική σκηνική του παρουσία.