
Ο Παναγιώτης Μάργαρης είναι, πάνω απ’ όλα, ένας άνθρωπος που λατρεύει τη μουσική και συγκινείται από αυτήν βαθύτατα...

Ο Παναγιώτης Μάργαρης δεν είναι απλώς ένας πολύ καλός κλασικός κιθαρίστας και ιδιαίτερα επιδέξιος μουσικός. [Αυτό είναι κάτι που το ξέρουμε ήδη από τους δίσκους του, πιο πρόσφατος των οποίων είναι ο περσινοπροπέρσινος «Με τη μαγεία της κιθάρας»]. Ο Παναγιώτης Μάργαρης είναι, πάνω απ’ όλα, ένας άνθρωπος που λατρεύει τη μουσική, συγκινείται από αυτήν βαθύτατα και, με εκφραστικό του μέσο την κιθάρα, νιώθει ευτυχής όταν την μοιράζεται – και το feedback που παίρνει από τους γύρω του, τον κόσμο που τον ακούει και τους συνεργάτες του πάνω στη σκηνή και δίπλα του, τον τροφοδοτεί με περαιτέρω εκφραστικές και δημιουργικές δυνάμεις. [Αυτό το βλέπουμε και το νιώθουμε στις στιγμές μιας συναυλίας, μιας δημιουργικής διαδικασίας που μας συμπεριλαμβάνει – και που, φυσικά, μας αφορά]. «Με τη μαγεία της κιθάρας» του, λοιπόν, το σαββατιάτικο βράδυ της 5ης Μαρτίου στο όμορφο και ζεστό θεατράκι του Ιδρύματος Μιχάλης Κακογιάννης, ο Παναγιώτης μας πήγε ξανά ένα ταξίδι σε όμορφες μουσικές σελίδες και πτυχές που όλοι, λίγο-πολύ, έχουμε ζήσει. Στη μαγεία του ροκ που αγαπήσαμε με τους Doors («People Are Strange»), με τους Queen («The Show Must Go On»), με τους Eagles («Hotel California») έτσι όπως ένας κλασικός – αλλά με βαθειά ροκ αισθήματα – θα έπαιζε. Στη συνέχεια – και μαζί με την καλή τραγουδίστρια / ηθοποιό Ελεάννα Φινοκαλιώτη – σε τραγούδια που ξέρουμε από τον Θηβαίο («Πόσο πολύ σ’ αγάπησα»), τον Κραουνάκη («Αυτή η νύχτα μένει») και την Αρλέτα («Τσάι γιασεμιού»). Για να μείνει μόνος του ξανά ο Παναγιώτης Μάργαρης με τις κινηματογραφικές του ηχοεικόνες: «Por una cabeza», «Cinema Paradiso»... Και με την Ειρήνη Τζαμτζή, μια νέα τραγουδίστρια κλασικών προδιαγραφών και σπουδών να λέει Αττίκ («Ζητάτε να σας πω»), Lucio Dalla («Caruso»), Σπύρο Περιστέρη («Μινόρε της αυγής»). Ένα ποικίλο πρόγραμμα που όμως ενοποιείται αισθητικά από την εκφραστική και το πάθος του Μάργαρη να φθάνει στην καρδιά και τον πυρήνα του κομματιού. Όπως γίνεται με την αυτοσχεδιαστική του διάθεση στο «Μινόρε» και ξαναγίνεται τώρα, καθώς βυθίζεται με όλα τα ηχοχρώματα και τις ηχοεντάσεις της κιθάρας του στα «Λόγια και τα χρόνια» του Μαρκόπουλου και βγαίνει ξαναγεννημένος. Με τη «Gnossienne No 1» του Σατί στα δάχτυλά του. Αυτό είναι κάτι που μόνο στο live το ζει κανείς. Και για το τέλος, με τον Γιώργο Νταλάρα δίπλα του, να δίνουν μια κορύφωση με τρία εμβληματικά τραγούδια («Όμορφη και παράξενη πατρίδα», «Τα βεγγαλικά σου μάτια», «Σαν τον μετανάστη»). Ο Μάργαρης με την χαρά και τον ενθουσιασμό ενός πραγματικού φαν, ο Νταλάρας με τη δυναμική της απλής και λιτής έκφρασης. Μας πήγαν πραγματικά πολύ ψηλά...