
Στην αυγή του 2016, η Εθνική Λυρική Σκηνή συνεχίζει την προσφορά λυρικών popular classics: η δημοφιλέστατη «Μαντάμα Μπατερφλάι» του Πουτσίνι ανεβαίνει για έξι παραστάσεις στην αίθουσα «Αλεξάνδρα Τριάντη» του Μεγάρου Μουσικής Αθηνών.

Ο Πουτσίνι συνέθεσε τη «Μαντάμα Μπατερφλάι» επηρεασμένος από «λαϊκό» θεατρικό έργο που είχε παρακολουθήσει στο Λονδίνο και αντιλαμβανόμενος απόλυτα τη σημασία της αντιπαράθεσης δύο πολιτισμών, του εξωτικού ιαπωνικού και του δυτικού-αμερικανικού, στοιχείο από το οποίο άντλησε και τη μουσική του έμπνευση. Ο ίδιος δεν δίσταζε να τη χαρακτηρίσει την πιο αγαπημένη του όπερα, ανάγοντας –μέσα από μεταγενέστερες τροποποιήσεις– την αλαβάστρινη μορφή της ηρωίδας του σε σύμβολο ανεξάντλητης υπομονής και αιώνιας, σταθερής αγάπης.

Η υπόθεση στρέφεται γύρω από το μοιραίο έρωτα της δεκαπεντάχρονης γκέισας Τσο-Τσο-Σαν για τον υποπλοίαρχο του Πολεμικού Ναυτικού των ΗΠΑ Πίνκερτον. Ύστερα από τρία χρόνια απουσίας και επιστρέφοντας με την Αμερικανίδα σύζυγό του στην Ιαπωνία, ο αξιωματικός μαθαίνει ότι έχει αποκτήσει γιο από την Μπατερφλάι. Εκείνη δέχεται να τους παραδώσει το παιδί, αλλά στη συνέχεια αυτοκτονεί. Η «Μαντάμα Μπατερφλάι», η οποία υπήρξε η πρώτη όπερα που παρουσιάστηκε από την ΕΛΣ το 1940 (λίγες μέρες πριν από την 28η Οκτωβρίου), έχει περιπετειώδη ιστορία. Η πρεμιέρα της στη Σκάλα του Μιλάνου τον Φεβρουάριο του 1904 αποτέλεσε απόλυτη καταστροφή, ίσως γιατί –υπό το φως της μεγάλης εχθρότητας των Ιταλών για την αρ νουβό– κυριαρχούσε τότε η αίσθηση ότι η καθαρότητα της ιταλικής μουσικής μολυνόταν. Τρεις μήνες αργότερα, όμως, το δεύτερο ανέβασμά της στην Μπρέσια έτυχε ενθουσιώδους υποδοχής.
Έκτοτε, η όπερα αποτελεί σταθερό πυλώνα του ρεπερτορίου κάθε λυρικού θεάτρου, ενώ έχει μεταφερθεί και στον κινηματογράφο. Με την πρόδηλα μελωδική μουσική, τις υπέροχες άριες και το δραματικό της χαρακτήρα, προκαλεί έντονα συναισθήματα και συγκινεί διαχρονικά. Πάντως, οι σταδιακές αναθεωρήσεις που επέφερε ο Πουτσίνι άμβλυναν την αρχική αιχμηρή σκιαγράφηση προσώπων και καταστάσεων προς όφελος ενός κάποιου αστικού καθωσπρεπισμού.
Δίχως να ξεφύγει από τη λογική του βερισμού, με τις έντονες αντιπαραθέσεις και την αγάπη για θεατρικές λύσεις, η επιτυχία της παρτιτούρας δεν βασίζεται μόνο στην εύστοχη απόδοση χαρακτήρων και συναισθημάτων. Εξίσου μεγάλη σημασία έχει η εξαιρετικά προσεγμένη, λεπταίσθητη ενορχήστρωση, που αξιοποιεί τόσο τις κατακτήσεις του ανατέλλοντος γαλλικού ιμπρεσιονισμού όσο και στοιχεία της παραδοσιακής ιαπωνικής μουσικής. Πιστός στο ρεαλισμό, ο Πουτσίνι χρησιμοποίησε για τη μουσική των αμερικανικής καταγωγής χαρακτήρων μέχρι και τον εθνικό ύμνο των ΗΠΑ.
Τη σκηνοθεσία, τα σκηνικά, τα κοστούμια και τους φωτισμούς της παραγωγής, η οποία πρωτοπαρουσιάστηκε από την ΕΛΣ το 2005, υπογράφει ο Νίκος Σ. Πετρόπουλος. Θεωρώντας ότι η συγκεκριμένη όπερα «αποτελεί ουσιαστικά μια “δυτική” ματιά σε μια ιστορία που εκτυλίσσεται στην Ιαπωνία στις αρχές του 20ού αιώνα», ο σκηνοθέτης προσπάθησε «να δώσει το άρωμα της γιαπωνέζικης κουλτούρας, εστιάζοντας στο άσπρο και αφαιρετικό σκηνικό, για να τονίσει τόσο την αίσθηση της απλότητας που χαρακτηρίζει την άποψη αυτού του λαού για τη ζωή όσο και τον επερχόμενο θάνατο της ηρωίδας, καθώς το πένθιμο χρώμα στην Ιαπωνία είναι το λευκό».

Υπό τη μουσική διεύθυνση των Λουίς Φερνάντο Μαλέιρο και Ηλία Βουδούρη, οι παραστάσεις δίνονται με διπλή διανομή, με τη συμμετοχή αξιόλογων Ελλήνων και ξένων μονωδών.
Περισσότερο από οποιαδήποτε άλλη όπερα του Πουτσίνι, η «Μαντάμα Μπατερφλάι» στηρίζεται στον κεντρικό χαρακτήρα, που δεν εγκαταλείπει σχεδόν ποτέ τη σκηνή! Ο ρόλος της Τσο-Τσο-Σαν, εξουθενωτικός φωνητικά, απαιτεί λυρικοδραματική σοπράνο, η οποία θα μπορέσει να αρθεί πειστικά από την αφελή παιδούλα των πρώτων σκηνών στην αποφασισμένη, τραγική ηρωίδα του φινάλε, αποφεύγοντας ευτελείς ερμηνευτικούς μανιερισμούς. Στον πρωταγωνιστικό ρόλο εναλλάσσονται η Ρουμάνα υψίφωνος Τσέλια Κοστέα και η Ιταλίδα Ραφαέλα Αντζελέτι.
Το ρόλο του Πίνκερτον ερμηνεύουν ο Ιταλός τενόρος Ντάριο ντι Βιέτρι και ο Δημήτρης Πακσόγλου, ενώ αυτόν του Σάρπλες οι βαρύτονοι Διονύσης Σούρμπης και Πέτρος Σαλάτας.
Η όπερα ανεβαίνει για 6 παραστάσεις (17, 20, 22, 23, 24 και 27/1) στην αίθουσα «Αλεξάνδρα Τριάντη» του Μεγάρου Μουσικής.
Περισσότερες πληροφορίες
Μαντάμα Μπατερφλάϊ
Η «γιαπωνέζικη τραγωδία» του Τζάκομο Πουτσίνι, με τις υπέροχες άριες, τη μελωδική μουσική και τη δραματική θεατρικότητά της, σε μουσική διεύθυνση Λουίς Φερνάντο Μαλέιρο - Ηλία Βουδούρη και σκηνοθεσία, σκηνικά, κοστούμια, φωτισμούς του Νίκου Σ. Πετρόπουλου.