
Η ανάγκη να κατηγοριοποιούμε τη μουσική ανά είδη, τάσεις ή έστω συγγένειες, δεν είναι απλώς ένα δημοσιογραφικό τερτίπι για να διευκολύνει τη δουλειά μας ή τον αναγνώστη, ώστε αυτός να αντιληφθεί μέσω των λέξεων τα πολλά περισσότερα που θα του προσφέρει η ακρόαση. Είναι περισσότερο μια ανθρώπινη ανάγκη για να κατανοήσουμε οι ίδιοι τα διαφορετικά συναισθήματα, αλλά και τα κοινά βιώματα που μπορούν να ανασυρθούν μέσα από αυτή την ακρόαση· να τα τακτοποιήσουμε και έτσι να τα ελέγξουμε. Σε μια εποχή, όμως, όπου η αφενός η ρευστότητα γίνεται τρόπος ζωής και αφετέρου η ουσιαστική πρωτοτυπία είναι όλο και πιο δυσεύρετη λόγω του όγκου της παραγωγής, ίσως έχει φτάσει ο καιρός να εγκαταλείψουμε αυτές τις ερμηνευτικές μεθόδους και να αφήσουμε το χώρο σε όσους και όσες αντλούν από διαφορετικές πλευρές αλλά συνθέτουν ένα εντελώς προσωπικό ιδίωμα.
Να, σαν την Arooj Aftab, την Πακιστανή συνθέτρια και ερμηνεύτρια που στη μουσική της καταφέρνει να συνδυάσει την ανατολική κλασική μουσική με την qawwali (το "αδερφάκι" της σούφι μουσικής όπως ονομάζεται στην ινδική υπο-ήπειρο), folk jazz και ambient, αγγλικά και Ούρντου, auto-tune και meditation. Το αποτέλεσμα; Ένας δίσκος που, όπως ήθελε, "διασχίζει τα σύνορα" ("Vulture Prince"), ένα Grammy, μια στροφή στη full time μουσική δημιουργία. Όμως όλα αυτά είναι απλώς στάδια στη διαδρομή μιας συνειδητοποιημένης καλλιτέχνιδας, που αποφάσισε να μην προσαρμοστεί σε ένα στερεότυπο και να κάνει τα πράγματα με τον δικό της τρόπο.
Η μουσική διαδρομή της Aftab, η οποία γεννήθηκε στη Σαουδική Αραβία για να μετακομίσει εννιά χρόνια αργότερα πίσω στην πατρίδα της, τη δεύτερη μεγαλύτερη πακιστανική πόλη Λαχόρη, ξεκινά από την εφηβεία της. Έχοντας πάρει τα πρώτα ερεθίσματα από την οικογένειά της, η οποία διοργανώνει μουσικά απογεύματα στο σπίτι, μαθαίνει μόνη της κιθάρα και διασκευάζει, μεταξύ άλλων, το "Hallelujah" του Leonard Cohen. Δημοσιεύει τα τραγούδια της στο ίντερνετ (σε μια περίοδο που ακόμα η ακρόαση μέσω διαδικτύου ήταν στα σπάργανα) και γίνεται viral, ανοίγοντας το δρόμο για την πακιστανική indie σκηνή.
Σε μια συντηρητική κοινωνία όπου η δημόσια performance των γυναικών ήταν ακόμα από καταφρονητέα έως επικίνδυνη, εισάγει τη διέξοδο της bedroom pop, την παραγωγή μουσικής δηλαδή με ελάχιστα μέσα στο σπίτι, και δίνει ώθηση στις νεαρές καλλιτέχνιδες να δημιουργήσουν. Τα τραγούδια της διαμοιράζονται μέσω email και αρχίζουν να συζητιούνται στα forum (η ίδια ακόμα δημοσιεύει τα νέα άλμπουμ της στο Reddit), ώσπου παίρνει την απόφαση να σπουδάσει τζαζ σύνθεση στο αμερικάνικο πανεπιστήμιο Berklee και να επιδιώξει μια "επίσημη" μουσική καριέρα, αρχικά ως συνθέτρια κινηματογραφικών score.
Παρότι το πρώτο EP της "Bird Under Water" (2014) κερδίζει κάποια βλέμματα και δίνει ένα γερό στίγμα της αισθητικής της, ήταν το δεύτερο άλμπουμ της, το βαθιά συναισθηματικό "Vulture Prince" (2021) που την εκτόξευσε στην κορυφή (και όχι μόνο του best of της γράφουσας για εκείνη τη χρονιά). Υποψήφια για Grammy πρωτοεμφανιζόμενης απέναντι στη κυρίραχη στην κατηγορία Olivia Rodrigo, αλλά και νικήτρια στην κατηγορία Καλύτερης ερμηνείας παγκόσμιας (Global) μουσικής, φτάνει με το επικό κομμάτι "Mohabbat" μέχρι την ετήσια playlist του Barack Obama και γίνεται πλέον full time συνθέτρια και ερμηνεύτρια.
Κι αν στο "Vulture Prince" εξερευνά τα θέματα του πένθους και της απώλειας μέσα από το πρίσμα της αγάπης και της νοσταλγίας, καθώς η δημιουργία του συμπίπτει με την αυτοχειρία του αδερφού της, στο περσινό "Night Reign" προχωρά πέρα από την καθιέρωση ως ένα ακόμα "sad girl" και αποδεικνύει πως είναι συνθέτρια κλάσης, με ταλέντο στο να εντοπίζει τους κατάλληλους συνεργάτες (από τη Σκωτσέζα αρπίστρια Maeve Gilchrist έως τον "δικό μας" μπασίστα Πέτρο Κλαμπάνη). Τα απόκοσμα φωνητικά της, την ιδιοφυΐα στις συνθέσεις της, τη διαρκή συνομιλία ανάμεσα στο σύγχρονο και το κλασικό, το "ανατολικό" και το "δυτικό", θα τα διαπιστώσετε και στη συναυλία της στο Κέντρο Πολιτισμού - Ίδρυμα "Σταύρος Νιάρχος" στο πλαίσιο του τρίτου εγχώριου WOW Women of the World festival τη Δευτέρα 7/4. Αξίζει όμως να φτάσετε εκεί με πραγματικά ανοιχτό μυαλό και αφτιά, χωρίς την ανάγκη να δημιουργήσετε τις συνδέσεις ή να την εντάξετε στα στερεότυπα που η ίδια προσπαθεί να αποτινάξει.
Αρκεί να αναφέρουμε πως η σούφι μουσική με την οποία τη συνδέουν οι δυτικοί δημοσιογράφοι έχει διαφορετική ορολογία στη χώρα της (qawaali) και ο Jeff Buckley, ένα από τα είδωλα που αντηχούν στη μουσική της, είχε επηρεαστεί τόσο από την qawaali και τον τραγουδιστή Nusrat Fateh Ali Khan που τη διασκεύαζε συχνά: Τα όρια των ανταλλαγών ανάμεσα σε όσα θεωρούμε δυτικά και τα… υπόλοιπα, τα οποία τα Grammy ονομάζουν καταχρηστικά "Global", είναι πιο θολά (και οριενταλιστικά) απ’ όσο νομίζουμε.
Περισσότερες πληροφορίες
Arooj Aftab
Συνδυάζει παραδοσιακές μουσικές φόρμες από τη Νότια Ασία με στοιχεία τζαζ, ηλεκτρονικής μουσικής και μίνιμαλ αισθητικής, με αποτέλεσμα τη δημιουργία ενός ηχητικού τοπίου που αμφισβητεί τις μουσικές συμβάσεις και καθηλώνει. Τα έργα της αντλούν έμπνευση από τα Ghazal (παραδοσιακά ερωτικά τραγούδια στην Περσική γλώσσα) και την ποίηση της Ανατολής και λειτουργούν ως γέφυρα μεταξύ πολιτισμών και συναισθημάτων συνδέοντας αναπάντεχα το παρελθόν με το παρόν. Το 2024 κυκλοφόρησε το τέταρτο προσωπικό της άλμπουμ, Night Reign (Verve), κέρδισε υποψηφιότητα για Grammy στην κατηγορία Best Alernative Jazz Album, ενώ το τραγούδι "Raat Ki Rani," ήταν υποψήφιο στην κατηγορία Best Global Music Performance. Το Night Reign αποτελεί συνέχεια του εμβληματικού Vulture Prince, του άλμπουμ που το 2021 την οδήγησε σε υποψηφιότητα για Grammy στην κατηγορία Best New Artist, στην βράβευση του τραγουδιού «Mohabbat» και σε παγκόσμια αναγνώριση καθώς πρόκειται για την πρώτη Πακιστανή καλλιτέχνιδα που κέρδισε Grammy.