
Κάποιους μήνες πριν έπαιξες στη χώρα μας για πρώτη φορά, με τις συναυλίες σου να γίνονται sold out. Ποιες είναι οι πιο ζωντανές αναμνήσεις από αυτές τις δύο βραδιές;
Ήταν υπέροχο που βρέθηκα στην Ελλάδα. Μόλις τέλειωσαν εκείνες οι δύο συναυλίες, αναρωτήθηκα πώς και δεν είχα έρθει νωρίτερα, γιατί η υποδοχή, η χώρα και φυσικά το κοινό, φάνηκαν όλα τόσο θαυμάσια. Δεν θα ξεχάσω ποτέ την ατμόσφαιρα αυτών των δύο βραδιών, ήταν απολύτως φανταστική!
Και τώρα ξανάρχεσαι, για άλλες δύο συναυλίες στο Κλειστό Γήπεδο Μπάσκετ του ΟΑΚΑ (Παρασκευή 14 & Σάββατο 15/3), πάντα με τη Johann Strauss Orchestra. Υπάρχουν διαφορές στο σόου, σε σύγκριση με ό,τι γνωρίζουμε ήδη;
Κάθε που ξεκινάει μια νέα περιοδεία, θέλω να κρατάω το πρόγραμμά της για έκπληξη. Μπορείτε να είστε σίγουροι, όμως, ότι οι δύο βραδιές στην Αθήνα θα είναι γεμάτες με θεσπέσια βαλς, άριες από όπερες και οπερέτες, επιλογές από μιούζικαλ, παγκόσμιες επιτυχίες και παραδοσιακά κομμάτια. Επιπλέον, σε κάθε χώρα και πόλη όπου εμφανιζόμαστε, προσπαθούμε να συμπεριλάβουμε και τοπικά τραγούδια, μελωδίες που όλοι θα αναγνωρίσουν αμέσως.

Μερικές φορές, δημιουργείται η εντύπωση ότι βρίσκεσαι διαρκώς σε περιοδεία. Έχει υπάρξει κάποια στιγμή στην οποία να σκέφτηκες ότι χόρτασες, πια, τον γύρο του κόσμου;
Ποτέ! Το να παίζω όλα αυτά τα υπέροχα βαλς και τραγούδια μου δίνει τόση ενέργεια –σχεδιάζω, άλλωστε, να φτάσω τα 140, οπότε βρίσκομαι μόλις στα μισά του δρόμου! Χωρίς πλάκα, πάντως: δίνουμε περίπου 80 συναυλίες κάθε χρόνο, ενώ κάνουμε και πρόβες κι έχουμε και στούντιο ηχογραφήσεις. Οπότε υπάρχει αρκετός χρόνος να ξεκουραστούμε και να χαλαρώσουμε.
Οι συναυλίες σου έχουν τον χαρακτήρα μεγάλων, φαντασμαγορικών σόου, με πληθώρα φώτων, κοστουμιών, με κρυστάλλινους πολυελαίους και υπέροχα σκηνικά. Πάντα, όμως, υπάρχει και το στοιχείο του χιούμορ. Γιατί σε ενδιαφέρουν τόσο αυτές οι παράμετροι –το θέαμα και η διασκέδαση; Είναι συνειδητή αντίδραση στη σφιχτοκουμπωμένη ατμόσφαιρα των παλαιότερων κλασικών κονσέρτων, τότε που ξεκινούσες ως νεαρός βιολιστής;
Πέτυχες διάνα! Ίσως γνωρίζεις ότι μεγάλωσα σε οικογένεια μουσικών: ο πατέρας μου ήταν μαέστρος σε συμφωνική ορχήστρα και η μητέρα μου μας πήγαινε συχνά στις συναυλίες του. Παρατηρούσα, λοιπόν, πόσο κυριαρχούσε μια δύσκαμπτη ατμόσφαιρα κατά τη διάρκειά τους, έως ότου έφτανε η ώρα για τα encores, στα οποία συνέβαινε κάτι αρκετά ασυνήθιστο. Ο πατέρας μου κατηύθυνε την ορχήστρα προς κάποιο βαλς του Γιόχαν Στράους και, ενώ έπαιζαν, άντρες και γυναίκες ανάμεσα στο κοινό άρχιζαν ξαφνικά να κινούνται –λίγο προς τα δεξιά, λίγο προς τ' αριστερά. Κι εγώ έμενα άναυδος!
Αργότερα, κατά τη διάρκεια των σπουδών μου στο κονσερβατόριο, ανακάλυψα και ο ίδιος τον μαγικό ρυθμό των βαλς. Αν γινόταν να έχω και μια ορχήστρα με ενθουσιώδη μέλη, με την οποία να ταξιδεύουμε σε όλον τον πλανήτη... Οπότε, ναι, τώρα που την έχω, πιστεύω ότι έχει μεγάλη σημασία να συνδιαλέγεσαι με το κοινό: οι συναυλίες πρέπει να είναι μια γιορτή για όλες τις αισθήσεις, όχι μόνο για το αφτί.

Στη μακρά και πετυχημένη σου καριέρα έχεις δει να συμβαίνουν διάφορες αλλαγές στον χώρο της κλασικής μουσικής: όχι μόνο όσον αφορά τη βιομηχανία, αλλά και σχετικά με το κοινό. Προς τα πού οδεύουμε, καθώς βαθαίνει ο 21ος αιώνας; Θα καταφέρουν να διατηρηθούν οι μεγάλης κλίμακας συναυλίες, σαν και τις δικές σου;
Ειλικρινά ελπίζω ότι θα τα καταφέρουν. Όπως και τ' άλλα είδη μουσικής, έτσι και η κλασική είναι φτιαγμένη για να την απολαμβάνουμε όλοι, όχι μονάχα μια ελίτ, όπως νομίζουν ορισμένοι. Πιστεύω ότι συνθέτες όπως ο Μότσαρτ, ο Στράους και ο Μπετόβεν υπήρξαν αυθεντικοί ποπ σταρς, στους καιρούς τους. Εάν ζούσαν στον 21ο αιώνα, στοιχηματίζω ότι θα είχαν κι αυτοί λογαριασμούς στο Instagram και στο TikTok, θα μετρούσαν χιλιάδες ακολούθους και θα τους κυνηγούσαν οι θαυμαστές για να βγάλουν μια selfie μαζί τους.
Παρά την τεράστια δημοτικότητά σου, πάντως, ξέρω ότι υπάρχει κι ένα όνειρο που ακόμα δεν έχει πραγματοποιηθεί: μια συνεργασία με τον Bruce Springsteen...
Η ενέργεια αυτού του ανθρώπου, είναι το κάτι άλλο. Τον έχεις δει πόσο ψηλά πηδάει πάνω στη σκηνή; Είναι απίστευτο! Πολλά χρόνια πριν, είχα πάει σε μια συναυλία του και ήταν τόσο φοβερός καθώς έπαιζε το "Dancing In The Dark" και το "Born In The USA". Άφησε ένα γιγάντιο αποτύπωμα στη μνήμη μου. Είναι πράγματι ένα όνειρό μου που θα γίνει πραγματικότητα, εάν κάποτε μοιραστούμε την ίδια σκηνή. Έστω για μία φορά.

Ζεις στο Μάαστριχτ της Ολλανδίας, σε ένα θαυμαστό κάστρο του 1534. Και λέγεται ότι ήταν σε αυτό όπου απόλαυσε το τελευταίο του πρωινό ο θρυλικός Ντ' Αρτανιάν, το 1673! Φολκλόρ ή πραγματικότητα;
Πρόκειται για αναγνωρισμένο ιστορικό γεγονός, αφού ο Ντ' Αρτανιάν σκοτώθηκε τότε, μπροστά από τα τείχη του Μάαστριχτ –νομίζω, μάλιστα, ότι δεν πάει πολύς καιρός που βρέθηκαν τα λείψανά του. Όταν ήμουν μικρός, λάτρευα να διαβάζω κόμικ, ειδικά τις περιπέτειες του Τεν Τεν και του φίλου του, του καπετάνιου Άρτσιμπαλντ Χάντοκ. Σε κάποια φάση, θυμάμαι, ο τελευταίος αγόρασε ένα κάστρο (το Marlinspike), οπότε ονειρευόμουν κι εγώ να κάνω μια μέρα το ίδιο. Όπως καταλαβαίνεις, είχα πολλά όνειρα όταν ήμουν μικρός! (γελάει)
Πάντως, υπάρχει κι άλλος ένας θρύλος, σχετικός με το Μάαστριχτ και με σένα: αυτός για ένα κέικ, παρασκευασμένο από σπεσιαλίστα ζαχαροπλάστη, με σαντιγύ και μεγάλου μεγέθους λαγοκέρασα. Να ρωτήσω για τα "μυστικά" της συνταγής;
(γελάει) Ξεκίνησα να φτιάχνω ο ίδιος κέικ στο διάστημα της πανδημίας, μιας και είχα πολύ ελεύθερο χρόνο. Γενικά, μου αρέσει να μαγειρεύω. Μάλιστα, ένα από τα πιάτα που απολαμβάνω να φτιάχνω είναι ελληνικό –μουσακά! Η γυναίκα μου τον λατρεύει. Οπότε, αν ψάξεις στα μέσα κοινωνικής δικτύωσής μου, θα βρεις αρκετές φωτογραφίες τραβηγμένες εν μέσω μαγειρικών και ζαχαροπλαστικών δραστηριοτήτων. Τώρα, δε, που ξανάρχομαι στην Ελλάδα, ανυπομονώ να μάθω κι άλλες συνταγές σας!