
Με αφορμή την παρουσίαση στην Εναλλακτική Σκηνή της ΕΛΣ για 5 παραστάσεις (19, 21, 24, 26 και 28 Ιανουαρίου) της ελάχιστα γνωστής όπερας των Μπουλανζέ/Πυνιό "Η Νεκρή πόλη", ο Ευτύχης Δ. Χωριατάκης συνομίλησε με τον Αμερικανό πιανίστα και αρχιμουσικό Νηλ Γκόρεν, ψυχή της Catapult Opera, πρωτοβουλία της οποίας υπήρξε το όλο εγχείρημα.
Είστε ο διευθυντής της Catapult Opera της Νέας Υόρκης. Ποιος ο ρόλος του οργανισμού στη μουσική ζωή της πόλης;
Η Catapult Opera ιδρύθηκε το 2019, ουσιαστικά ως συνέχεια μιας προηγούμενης προσπάθειάς μου, της Gotham Chamber Opera, ενός περιοδεύοντος θιάσου που πρότεινε από το 2000 στο νεοϋορκέζικο κοινό σπάνια παιζόμενες όπερες δωματίου, εκτός του ρεπερτορίου της Metropolitan ή της City Opera. Για 15 περίπου χρόνια μπορέσαμε να παρουσιάσουμε σύντομα λυρικά έργα διάφορων συνθετών, από Μότσαρτ και Ροσίνι μέχρι Μαρτινού και Ζούτερμαϊστερ ή τους σύγχρονους Μιούλι και Χοσοκάουα. Η "Νεκρή πόλη" αποτέλεσε το τελευταίο μας project, που δεν καταφέραμε –λόγω της πανδημίας του κορονοϊού– να ανεβάσουμε το 2020, όπως προγραμματίζαμε.

Τι γνωρίζουμε για το συγκεκριμένο έργο;
Αποτέλεσε προϊόν κοινής προσπάθειας της Νάντια Μπουλανζέ με τον μέντορά της, καταξιωμένο πιανίστα, συνθέτη και αρχιμουσικό Ραούλ Πυνιό, με τον οποίο εικάζεται ότι συνδεόταν ερωτικά. Μολονότι όχι ιδιαίτερα συνηθισμένες, οι συνεργασίες μεταξύ συνθετών δεν ήταν πρωτοφανείς στη γαλλική σκηνική κουλτούρα της εποχής. Κι ενώ η πεντάπρακτη όπερα είχε σχεδόν ολοκληρωθεί και επρόκειτο να παρουσιαστεί στην Opéra Comique του Παρισιού το 1914, αφενός πεθαίνει ξαφνικά ο Πυνιό σε περιοδεία του στη Ρωσία, αφετέρου ξεσπά ο Α’ Παγκόσμιος Πόλεμος. Αυτά οδήγησαν στην οριστική εγκατάλειψη του έργου, από το οποίο διασώζεται μόνο το σπαρτίτο (πλήρης φωνητική γραφή συνοδεία πιάνου).

Πώς αποφασίσατε να ασχοληθείτε με αυτό;
Ανακαλύψαμε τη "Νεκρή πόλη", όταν πρωτοπαρουσιάστηκε παγκοσμίως το 2005 στη Σιένα της Ιταλίας. Εντυπωσιαστήκαμε από το έργο, αλλά απογοητευτήκαμε τόσο από την ενορχήστρωση όσο και από τη σκηνική παραγωγή. Έτσι στραφήκαμε στο Ίδρυμα "Νάντια Μπουλανζέ" και στον Ντέιβιντ Κόντε, έναν από τους τελευταίους επιζώντες προστατευόμενους της Μπουλανζέ, ο οποίος επέβλεψε τη νέα ενορχήστρωση, που είχαμε αναθέσει στους Αμερικανούς συνθέτες Στίλγουελ και Σουίκ. Εν τω μεταξύ, η όπερα δόθηκε συναυλιακά στο Γκέτεμποργκ της Σουηδίας (2020).

Πώς προέκυψε η συνεργασία με την Εθνική Λυρική Σκηνή;
Κάποιοι Αμερικανοί φίλοι είχαν συνεργαστεί επαγγελματικά με το Ίδρυμα "Σταύρος Νιάρχος" στη Νέα Υόρκη, την εποχή που αυτό ανέλαβε να χρηματοδοτήσει την ανέγερση του νέου κτιρίου της Λυρικής. Με παρότρυνσή του, αποταθήκαμε –λόγω της ελληνικής πτυχής του έργου– στον τότε διευθυντή της ΕΛΣ, προτείνοντας κάποια σύμπραξη. Εκείνος μας ευχαρίστησε ευγενικά, τονίζοντας όμως ότι το ελληνικό κοινό δύσκολα θα ανοιγόταν σε όπερες πέραν των Βέρντι και Πουτσίνι. Κάποια χρόνια αργότερα, όταν έφθανε προς το τέλος η δουλειά μας και πληροφορηθήκαμε την ολοκλήρωση του ΚΠΙΣΝ, επικοινωνήσαμε με τον νέο διευθυντή Γιώργο Κουμεντάκη, που αγκάλιασε απ’ την αρχή την προσπάθεια (στη λογική του ανοίγματος του ρεπερτορίου της ΕΛΣ) και θεώρησε ότι η παραγωγή αυτή θα μπορούσε κάλλιστα να φιλοξενηθεί στην Εναλλακτική Σκηνή της, όπου και πρωτοπαρουσιάζεται! Στη Νέα Υόρκη θα ανεβεί τον Απρίλη.

Η Νάντια Μπουλανζέ είναι πολύ γνωστή ως κορυφαία μουσικοπαιδαγωγός, αλλά και διευθύντρια ορχήστρας. Το συνθετικό της έργο είναι, όμως, ουσιαστικά άγνωστο, σε αντίθεση με αυτό της αδελφής της Λιλί.
Όντως, η Μπουλανζέ άφησε λίγα έργα (κυρίως φωνητικά κομμάτια/τραγούδια), αλλά σταδιακά –ίσως και λόγω της απροκάλυπτα σεξιστικής ατμόσφαιρας της εποχής– εγκατέλειψε τη σύνθεση. Απόφαση που έγινε οριστική μετά τον τόσο πρόωρο χαμό της αδελφής της, ενός από τα μεγαλύτερα ταλέντα της γενιάς της κατά γενική ομολογία.

Ποια είναι η θεματική της "Νεκρής πόλης";
Βασισμένη σ’ ένα παρακμιακό θεατρικό έργο του Ιταλού ποιητή ντ’Αννούντσιο, πρόκειται για μια διαστροφική ερωτική ιστορία που εξερευνά την καταστροφική δύναμη της εμμονής και της επιθυμίας ανάμεσα σε τέσσερις χαρακτήρες, τη νεαρή Ήβη, τον αρχαιολόγο αδελφό της Λεονάρδο, τον ποιητή φίλο του Αλέξανδρο και την τυφλή σύζυγό του Άννα, με φόντο την αρχαιολογική ανασκαφή των Μυκηνών. Μοιχεία, λανθάνοντα ομοφυλόφιλα και αιμομικτικά αισθήματα δημιουργούν ένα περίεργο παζλ απαγορευμένων ερώτων, σίγουρα απρόσμενο για μια αυστηρή, συντηρητική προσωπικότητα, όπως η Μπουλανζέ!

Ποιο είναι το αισθητικό στίγμα της νέας ενορχήστρωσης;
Κατά βάση είναι ιμπρεσιονιστική με επιρροές από τον "Πελλέα και Μελισσάνθη" του Ντεμπυσσύ, αλλά μπορεί κανείς να διακρίνει απόηχους του Βάγκνερ ("Πάρσιφαλ") αλλά και του Φωρέ, δασκάλου της Μπουλανζέ.
Πώς επιλέξατε τη διανομή;
Ως συνήθως, επιλέξαμε, από κοινού με τη σκηνοθέτρια Ρόμπιν Γκουαρίνο, να δουλέψουμε με νέους Αμερικανούς μονωδούς, που γνωρίζαμε από διαγωνισμούς ή παλαιότερες δουλειές μας. Η τύχη ήθελε το ρόλο της Άννας να ενσαρκώσει μια πραγματικά τυφλή μεσόφωνος (Λώρι Ρούμπιν), που εντοπίσαμε στη Χαβάη!