Στο γύρισμα των ‘70’s-‘80’s μια γενιά μουσικών (νέων, φυσικά) που προέρχονταν από το ροκ, τη σύγχρονη τζαζ, το μπλουζ κ.ά. άρχισε να οδηγεί τις μουσικές της σε out παραμέτρους και σε τέτοιους βαθμούς και επίπεδα δημιουργικής αυτό-οργάνωσης του ήχου που, ξεκάθαρα, ξέφευγαν από τα στάνταρντ (και γνωστά τις πάσι) ιδιώματα τόσο που, αναγκαστικά, χρειάστηκε να βρεθεί ένας νέος όρος για να «περιγράψει» το καλλιτεχνικό τους output. Ο όρος no wave (χωρίς εισαγωγικά γιατί είναι πλέον δόκιμος) φάνηκε ιδιαίτερα χρήσιμος γι’ αυτό καθώς μπορούσε να ενταχθεί μέσα του το out rock των Sonic Youth, η α λα John Zorn ελεύθερη τζαζ προσέγγιση, η blue ιδιαιτερότητα του James Blood Ulmer και, φυσικά, οι αρμολωδικές μουσικές θεωρήσεις του γίγαντα Ornette Coleman. Για να μην προχωρήσω στις εργαστηριακές (προς)μίξεις του Bill Laswell με τις μουσικές του κόσμου που έχουν διαμορφώσει μέγα μέρος της σύγχρονης μουσικής. [Φυσικά, όλοι αυτοί προχώρησαν τόσο πολύ τις μουσικές τους που είναι πια πολύ πέρα από στιλ].
Ο κιθαρίστας Μπάμπης Παπαδόπουλος είναι, φυσικά, νεώτερος από όλους τους προαναφερθέντες – όμως νομίζω πως από αυτή τη «σχολή» έχει αντλήσει τα μέγιστα και έχει διαμορφώσει το δικό του «ύφος» (παιχτικό κιθαριστικό και συνθετικό) στην πορεία του. Το ροκ και οι Τρύπες είναι ένα κεφάλαιο της ζωής του και της μουσικής του, όμως ο Μπάμπης έχει προχωρήσει τόσο που δεν έχει πια κανένα νόημα να τον περιορίζουμε μέσα σε είδη. Η δισκογραφία του – τόσο η προσωπική όσο και η συνεργατική – δείχνει το εύρος του ως δημιουργικού μουσικού που βρίσκει νόημα στο να συνθέσει και να περιγράψει μια ιστορία, χωρίς λόγια, με μόνο όχημα τη μουσική. Μια μουσική τόσο παραστατική και αφηγηματική που δεν χρειάζεται πολύ δρόμο για να σε αγγίξει – πολύ βαθιά σε ορισμένες στιγμές.
Όλα αυτά περνούν από το μυαλό μου καθώς ακούω τον καινούριο δίσκο του Μπάμπη Παπαδόπουλου, «Παραλογές του Άχρηστου», που κυκλοφορεί από την πολύ καλή εταιρία «Puzzlemusic». Δέκα όμορφα κομμάτια που αποτελούν ηχητικές αφηγήσεις μέσα από μουσικές που μπορούν να έχουν εννοιολογική σχέση με τις δημοτικές μας παραλογές, αποτελούν όμως αυτόνομες ασκήσεις συγκινήσεων (και όχι απλού ύφους) πάνω σε μια ευρεία γκάμα επιλογών. [Ό,τι είπα στην πρώτη παράγραφο «κουμπώνει» και κολλάει εντελώς με τις μουσικές που παίζει εδώ ο Μπάμπης Παπαδόπουλος και οι φίλοι του]. Οι τίτλοι των κομματιών δίνουν απτές περιγραφές των ιστοριών που ακούγονται εδώ μέσα (π.χ. «Πέρασε πάλι από μπροστά μου ψες αργά. Μού ‘ριξε μόνο μια ματιά, μου χάρισε ένα βλέμμα») αλλά αφήνουν και τον ακροατή ελεύθερο να διαμορφώσει το δικό του παραμύθι. Αυτό που εγώ ξέρω είναι πως, όπως το «Nostalgia Progressiva» (άσχετο!) έγινε για μένα ο δίσκος του καλοκαιριού, έτσι το «Παραλογές του Άχρηστου» θα γίνει ο δίσκος μου του φθινοπώρου!
Ο τίτλος είναι εμπνευσμένος από το βιβλίο «Η χρησιμότητα του Άχρηστου» του Nuccio Ordine. Όσο για το εξώφυλλο, η φωτό μας παρουσιάζει την κορδέλα (ή λωρίδα) του Mobius, ένα μαθηματικό παιχνίδι/εφαρμογή που έμαθα και έπαιξα (με χαρτί και ψαλίδι) πρώτη φορά στα οκτώ μου χρόνια!