Δεν ξέρω αν και κατά πόσον «όλοι μαζί μπορούμε» - μάλλον για παρτάκηδες μας κόβω! – όμως δεν θα έχανα με τίποτα συναυλία του Διονύση Σαββόπουλου. Τον παρακολουθώ από παιδί, από το παλιό «Ροντέο», τον θεωρώ μέρος της ζωής μου, είμαι ευτυχής που βιώνουμε τον ίδιο χωροχρόνο (αυτό το λέω, ως γνωστόν, και για την Ελευθερία Αρβανιτάκη) και δεν θα τον απέρριπτα με τίποτα – γιατί θα έπρεπε, πρώτα, να απορρίψω τον ίδιο μου τον εαυτό. Πράγμα που, φυσικά, δεν γίνεται! Είχαμε βγάλει τα εισιτήριά μας μέσω athinorama.gr / viva.gr, όμως ειδικές συνθήκες θερμοκρασίας και πιέσεως μας έκαναν να μην πάμε τελικά στο Καλλιμάρμαρο. Είχα στενοχωρηθεί αλλά, μετά τις ειδήσεις του Σκάι, ευτυχής διαπίστωσα πως η τηλεόρασή του θα μετέδιδε ζωντανά τη συναυλία και έτσι, στρογγυλοκάθισα στην πολυθρόνα, με air conditioning και μεταλλικό νερό με λεμόνι, και την απήλαυσα επί τρίωρο χωρίς καμιά ταλαιπωρία. Ήταν μια τυπικά δομημένη συναυλία του Διονύση Σαββόπουλου, με τα τραγούδια του (και όχι μόνο), στην οποία «παρεισέφρυαν» με κάποιον προδιαγεγραμμένο ρόλο οι guests του. Στη βάση ενός μελετημένου προγράμματος, δηλαδή, που στα χέρια ενός έμπειρου σκηνοθέτη και ξεχωριστού καλλιτέχνη όπως ο Διονύσης, μπορεί να γίνει γιορτή. Και έγινε γιορτή!
Μια γιορτή όπου αυτό που, τελικά, ζει δεν είναι γενικώς το ελληνικό τραγούδι αλλά το σαββοπουλικό τραγούδι! Αυτό από μόνο του είναι ένα τεράστιο κεφάλαιο που έχει γραφτεί μέσα μας εδώ και μισόν αιώνα – και αυτόν τον μισόν αιώνα (μια ολόκληρη ζωή!) είναι που γιορτάζει ο Διονύσης. Γιορτάζει τη ζωή, τη ζωή του, τη ζωή μας – και καλά κάνει! Τα υπόλοιπα («μπορούμε», «ελληνικό», «όλοι μαζί» κ.λπ.) είναι φιοριτούρες... Αν και πιστός φαν του Σαββόπουλου, δεν μπορώ να πω πως με ενθουσιάζουν τα «γιγανταιωρήματά» του – έχω, βλέπετε, την πικρή πείρα του Ολυμπιακού Σταδίου του ’83, όπου η απόσταση πάγωνε κάθε συναίσθημα. Τώρα όμως, ακόμα και μέσα από την τηλεοπτική «απόσταση» (που την επέτεινε μια αμήχανη γενικά τηλεσκηνοθεσία), μπορούσα να νιώσω τη γιορτή – και λυπόμουν που δεν ήμουν εκεί. Υπήρξαν πολλές συγκινητικές στιγμές. Όταν ο Νίκος Ζιώγαλας τραγούδησε την «Παράβαση» από τους «Αχαρνής», ο νους μου ταξίδεψε πίσω, στον «Ρήγα» του ’76, με τον Νίκο Παπάζογλου, τον Μανώλη Ρασούλη, τον Σάκη Μπουλά, τον Βαγγέλη Ξύδη να είναι πάντα στην ορχήστρα και την αγγελική χορωδία. Όταν με τη Δήμητρα Γαλάνη ο Διονύσης έκανε την αναφορά του στον παμμέγιστο Άκη Πάνου. Όταν η Μαρία Φαραντούρη μπήκε εκεί που έπρεπε, «Στη συγκέντρωση της Ε.Φ.Ε.Ε.». Όταν οι αφελφοί Στρατάκη μας υπενθύμισαν τη μόνη αλήθεια, πως «τούτη η θητεία δεν σταματάει πουθενά»...
Μερικούς μήνες μόνο πριν από την επέτειο της αποτυχίας κάθε επανάστασης, θέλω να πως πως, όσοι της «νέας γενιάς» και να μαζευτούν, να χτυπιούνται κάτω επί μήνες, επί χρόνια – επευφημούμενοι από τα πλήθη που τους ακολουθούν – ένα τραγούδι σαν το «Ζεϊμπέκικο» ή μια «Δημοσθένους λέξη» δεν πρόκειται να βγάλουν. Αυτός ήταν κι αυτός είναι ο Διονύσης Σαββόπουλος. Όλα τα άλλα (σχόλια, αντιδράσεις, αντεγκλήσεις, κριτικές) έχουν να κάνουν με μια ακόμα βασική αλήθεια: «όποιος δεν καταλαβαίνει, δεν ξέρει που πατά και που πηγαίνει».