
Δύο έξοχες μουσικές προτάσεις χάρισε η Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών μέσα σε μόλις 20 ημέρες. Στις αρχές του Απρίλη (2-3/4), η Μικρή Σκηνή «Χριστίνα Ωνάση» φιλοξένησε μία ερεθιστική μουσικοθεατρική παράσταση γύρω από τον «Φεγγαρίσιο Πιερρότο», ενώ στις 20/4 και στο Φιλολογικό Σύλλογο «Παρνασσός» ένα ρεσιτάλ του γαλλικού κουαρτέτου εγχόρδων «Διοτίμα» πλαισίωσε ιδανικά τις δράσεις του πρωτότυπου «Hypnos Project».

Στις 1/4 μάς παρασχέθηκε ευγενικά η δυνατότητα παρακολούθησης της γενικής πρόβας του «Φεγγαρίσιου Πιερρότου», μιας παράστασης με αφορμή/αφετηρία το ομώνυμο μελόδραμα του Σαίνμπεργκ, που αποτέλεσε σύμπραξη του σκηνοθέτη Αλέξανδρου Ευκλείδη, του dissonArt Ensemble και του συνθέτη Δημήτρη Μαρωνίδη.
Ως γνωστόν, ο «Φεγγαρίσιος Πιερρότος» δεν αποτελεί ένα σκηνικό έργο, αλλά μία ιδιότυπη «μουσική απαγγελία» 21 «μελοποιημένων» ποιημάτων του συμβολιστή Ζιρώ. Εκμεταλλευόμενος την εκ προοιμίου αφαιρετική δομή του (μία σειρά από σπαράγματα εικόνων, ήχων και αισθήσεων), ο Ευκλείδης βασίσθηκε στην υποδόρια θεατρικότητα των ποιημάτων και στην πλούσια εικονογραφία τους για να αρθρώσει γύρω τους ένα πρόσθετο/νέο, «αφηγηματικό» (;) σκηνικό πλαίσιο.
Στο επίκεντρό του βρέθηκε η επικοινωνία του ανθρώπου με το Σύμπαν. Όπως ο «αποσυνάγωγος» ονειροπόλος Πιερρότος του Σαίνμπεργκ συνομιλούσε με το φεγγάρι, το μεγάλο «άγνωστο» της εποχής του, οι σύγχρονοι άνθρωποι (εν προκειμένω, η πρωταγωνίστρια Φράουκε Άουλμπερτ και οι μουσικοί του dissonArt, ντυμένοι με στολές αστροναυτών) προσπαθούν -τελετουργικά, πλην απεγνωσμένα- να έλθουν σε επαφή με το διάστημα, το επέκεινα. Οι σύγχρονες υπαρξιακές φαντασιώσεις έρχονται έτσι σε δημιουργική, γόνιμη αντιπαράθεση με το πρωτότυπο.
Το ρετροφουτουριστικό, ψυχρό σκηνικό του Γιάννη Κατρανίτσα οπτικοποίησε επιτυχημένα (τεχνολογικές κατασκευές, μηχανήματα, φωτισμοί κλπ) την γνώριμη από κινηματογραφικές -και όχι μόνο- αναπαραστάσεις εικονογραφία της εποχής των ‘60s, όταν η ανακάλυψη του διαστήματος σηματοδοτούσε την πρωτοπορία της εποχής. Σε μουσικό επίπεδο, η 40λεπτη διάρκεια του έργου σχεδόν διπλασιάσθηκε, καθώς το πρωτότυπο υλικό συνδιαλεγόταν συνεχώς -«διακοπτόμενο»!- ψυχοακουστικά με τη γραφή του Μαρωνίδη, συνθέτη με ιδιαίτερη γνώση των σύγχρονων μέσων της μουσικής τεχνολογίας.
Η όλη πρόταση υπήρξε ενδιαφέρουσα και πειστική στην προσπάθειά της να προσθέσει επίπεδα συνεκτικής μουσικοθεατρικής αφήγησης σε ένα έργο αφηρημένο που διαθέτει μόνο αποσπασματικά τα συστατικά της στοιχεία (τραγούδι, ποίηση, μουσική)! Εκτελέσθηκε δε από το σύνολο των συντελεστών με ακρίβεια ρολογιού και χάρισε σίγουρα μία διαφορετική ματιά σε ένα από τα πιο εμβληματικά έργα της αφετηρίας του μουσικού μοντερνισμού.
Πόσο «ανοιχτός», όμως, σε αναγνώσεις είναι τελικά ο «Φεγγαρίσιος Πιερρότος»; Αυτό το περίεργο κράμα συμβολισμού και εξπρεσιονισμού δεν παύει να έχει μία συγκεκριμένη, σκοτεινή θεματική (έρωτας/απιστία, αίμα/βία, θάνατος, θρησκεία), την οποία η παιγνιώδης «διαστημική» μεταφορά του Ευκλείδη προσπέρασε εντελώς... Το επίπεδο πρόσληψης τοποθετήθηκε -οπωσδήποτε συνειδητά- μακριά από το πλαίσιο που οριοθέτησαν οι Σαίνμπεργκ/Ζιρώ.
Αναρωτιέται, επίσης, κανείς εάν η όλη προσέγγιση δεν αναίρεσε τις κατευθυντήριες γραμμές του συνθέτη, δηλ. την αποδέσμευση από την αφηγηματικότητα και την απεικόνιση, ή ακόμη την αυτονόμηση της μορφής έναντι του περιεχομένου...
Ανάλογο προβληματισμό γέννησε και η υψηλότατου επιπέδου μουσική εκτέλεση. Και εδώ, εάν η όλη «σκηνική διαμεσολάβηση» πέτυχε τον κύριο στόχο της, που ήταν να διευκολύνει την πρόσληψη ενός ερμητικά κλειστού -τουλάχιστον σε μία κανονική, συναυλιακή παρουσίαση- αριστουργήματος, η εξαιρετική απόδοση του αμιγώς μουσικού μέρους γέννησε παραδόξως την επιθυμία απόλαυσης του πρωτότυπου έργου όπως γράφηκε, χωρίς συμπληρώσεις/διακοπές και σκην(οθετ)ική πλαισίωση! Επαγγελματίες ως performers, οι dissonArt απέδωσαν άριστα -και μάλιστα χωρίς αρχιμουσικό- μίαν εξαιρετικά απαιτητική παρτιτούρα. Η δε Γερμανίδα υψίφωνος Φράουκε Άουλμπερτ καθήλωσε με τη συναρπαστική φωνητικά, ψαγμένη σε βάθος λεπτομέρειας ερμηνεία της: εκπληκτικές αποχρώσεις (ψίθυροι-απαγγελία-τραγούδι) και ευελιξία μιας φωνής μικρής σε έκταση, λαγαρή άρθρωση και νοηματοδότηση του αδόμενου λόγου μορφοποίησαν ένα Sprechgesang άφθαστης θεατρικότητας και εκφαστικότητας! Ένας μικρός άθλος...

Το γαλλικό κουαρτέτο εγχόρδων «Διοτίμα» δεν χρήζει συστάσεων ούτε στους ενημερωμένους φιλόμουσους ούτε και στο ευρύτερο ελληνικό κοινό, που το έχει επανειλημμένα απολαύσει στο Φεστιβάλ Αθηνών, το Μέγαρο Μουσικής και τη Στέγη. Η πρόσφατη εμφάνισή τους συνέπεσε με τον εορτασμό των 20 ετών από την ίδρυσή του από 4 αριστούχους του Ανώτατου Εθνικού Ωδείου Μουσικής του Παρισιού. Η αριστεία τούς συνοδεύει μέχρι σήμερα: η δεξιοτεχνική τελειότητα καταπλήσσει, η εκφραστική πληρότητα συναρπάζει. Ακόμη περισσότερο η ικανότητά τους να κάνουν και τα πιο στριφνά έργα να ηχούν αβίαστα και κατανοητά.
Τέτοια έργα με «νυχτερινά» αρώματα και ατμόσφαιρες περιελάμβανε και η πρόσφατη Αθηναϊκή τους εμφάνιση, στο πλαίσιο του «Hypnos Project» της Στέγης. Πέρα από την απόλυτα προφανή προγραμματική στόχευση, η βραδιά προσέφερε την ευκαιρία ακρόασης 3 θεμελιωδών συνθέσεων μουσικής δωματίου στις παρυφές του μοντερνισμού. Αρχικά παίχθηκε το 1ο Κουαρτέτο εγχόρδων του Λίγκετι, οι περίφημες «Νυχτερινές μεταμορφώσεις». Η χειρουργικής ακρίβειας αλλά και πλαστικότατη εκτέλεση ενοποίησε αυτό το σπονδυλωτό έργο με την απρόσμενη θεματική και ρυθμική ανάπτυξη -και τις ευδιάκριτες οφειλές στον Μπεργκ της «Λυρικής Σουίτας» και τον Μπάρτοκ των μεσαίων κουαρτέτων- αναδεικνύοντας την ιδιότυπη ποιητική του!
Ακολούθως, η υψηλής συγκέντρωσης ερμηνεία του (μοναδικού) κουαρτέτου εγχόρδων «Έτσι η νύχτα» του Ντυτιγιέ φώτισε τη μεγάλη ποιότητα γραφής μίας από τις πιο ολοκληρωμένες -από πλευράς πρωτοτυπίας μουσικής γλώσσας και δομικής αρτιότητας- δημιουργίες του Γάλλου συνθέτη. Ο σχεδόν αραχνοΰφαντος μουσικός ιστός με την πληθώρα γόνιμων επιρροών (από τον ιμπρεσιονισμό του Ντεμπυσσύ μέχρι τη Δεύτερη Σχολή της Βιέννης: Βέμπερν, Μπεργκ) προβλήθηκε με κρυστάλλινη καθαρότητα, που κατάφερε να τονίσει το διάχυτο λυρισμό της παρτιτούρας.
Η βραδιά ολοκληρώθηκε με μία συγκλονιστική εκτέλεση της «Εξαϋλωμένης Νύχτας» του Σαίνμπεργκ στην εκδοχή για σεξτέτο εγχόρδων. Με τους «Διοτίμα» συνέπραξαν δύο διακεκριμένοι Έλληνες σολίστ με μακρά εξοικείωση στη μουσική δωματίου, η βιολίστα Χαρά Σειρά και ο τσελίστας Βασίλης Λύκος. Ο Αυστριακός συνθέτης έγραψε την αριστουργηματική σύνθεση στην αυγή του προηγούμενου αιώνα, ωθώντας -πάντοτε στο πλαίσιο ενός δύοντος, τότε, ύστερου ρομαντισμού- τις καθιερωμένες αρμονικές δομές στα άκρα, αναζητώντας ήδη νέους δρόμους μουσικής έκφρασης.
Καθοδηγούμενοι από το γεμάτο αυτοπεποίθηση και τόσο εύγλωττο αφηγηματικά α’ βιολί του Γιουν-Πενγκ Ζάο, οι υπόλοιποι μουσικοί συνέβαλαν με ήχο μεγάλης διαφάνειας, φροντισμένη φραστική -άλλοτε μαλακή, άλλοτε πιο αιχμηρή- στην ανάδειξη του μυστηρίου, του νυχτερινού λυρισμού αλλά και του νηφάλιου συναισθήματος αυτού του οιονεί συμφωνικού ποιήματος για έγχορδα. Αναμφίβολα, μία από τις κορυφαίες στιγμές της τρέχουσας καλλιτεχνικής περιόδου που οδεύει προς το τέλος της…
Credit φωτογραφιών: Γιάννης Σούλης